Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Secondo libro delle Cronache 7


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Quando Salomone ebbe finito di fare le sue preghiere, cadde il fuoco dal cielo, e divorò gli olocausti e le vittime, e la maestà del Signore riempì la casa;1 Και αφου ετελειωσεν ο Σολομων προσευχομενος, κατεβη το πυρ εκ του ουρανου και κατεφαγε τα ολοκαυτωματα και τας θυσιας? και δοξα Κυριου ενεπλησε τον οικον.
2 I sacerdoti non potevano entrare nel tempio del Signore, perchè la maestà del Signore aveva riempito il tempio del Signore.2 Και δεν ηδυναντο οι ιερεις να εισελθωσιν εις τον οικον του Κυριου, διοτι δοξα Κυριου ενεπλησε τον οικον του Κυριου.
3 Tutti i figli d'Israele, veduto scendere il fuoco e la gloria del Si­gnore sopra la casa, si prostraron bocconi per terra sopra il pavimento lastricato di pietra, e adorarono e lodarono Dio: Perchè egli è buono e perchè la sua misericordia è eterna.3 Παντες δε οι υιοι Ισραηλ, βλεποντες το πυρ καταβαινον και την δοξαν του Κυριου επι τον οικον, επεσον κατα προσωπον επι την γην, επι το λιθοστρωτον, και προσεκυνησαν και εδοξασαν τον Κυριον, λεγοντες, Οτι ειναι αγαθος? οτι εις τον αιωνα το ελεος αυτου.
4 Il re e tutto il popolo immolavano vittime davanti al Si­gnore.4 Τοτε ο βασιλευς και πας ο λαος προσεφεραν θυσιας ενωπιον του Κυριου?
5 Il re Salomone scannò come vittime ventidue mila buoi e centoventi mila arieti, e così il re con tutto il popolo dedicò la casa di Dio.5 και εθυσιασεν ο βασιλευς Σολομων την θυσιαν, εικοσιδυο χιλιαδας βοων και εκατον εικοσι χιλιαδας προβατων. Ουτως εγκαινιασαν ο βασιλευς και πας ο λαος τον οικον του Θεου.
6 I sacerdoti attendevano ai loro uffici, i leviti agli strumenti musicali, dei canti del Signore, fatti da David per lodare il Signore: Perchè la sua misericordia è eterna, e cantavano gli inni di David sui loro strumenti, mentre i sacerdoti sonavano le trombe di faccia ad essi, e tutto Israele stava in piedi.6 Και ισταντο οι ιερεις εις τας υπηρεσιας αυτων, και οι Λευιται μετα των μουσικων οργανων του Κυριου, τα οποια Δαβιδ ο βασιλευς εκαμε δια να δοξαζωσι τον Κυριον, Οτι εις τον αιωνα το ελεος αυτου, εχοντες εν ταις χερσιν αυτων τους υμνους του Δαβιδ? και εσαλπιζον οι ιερεις κατεναντι αυτων, και πας ο Ισραηλ ιστατο.
7 Salomone consacrò anche il mezzo dell'atrio, dinanzi al tempio del Signore, ove aveva offerti gli olocausti e il grasso delle ostie pacifiche, perchè l'altare di rame, da lui fatto, non poteva contenere gli olocausti, i sacrifizi e i grassi:7 Καθιερωσεν ετι ο Σολομων το μεσον της αυλης, της κατα προσωπον του οικου του Κυριου? διοτι εκει προσεφερε τα ολοκαυτωματα και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων? επειδη το θυσιαστηριον το χαλκινον, το οποιον ο Σολομων εκαμε, δεν ηδυνατο να χωρεση τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ.
8 in quel tempo Salomone celebrò la festa per sette giorni con tutto Israele, assemblea grandissima venuta dal l'entrata di Emat fino al torrente d'Egitto.8 Και κατ' εκεινον τον καιρον εκαμεν ο Σολομων την εορτην επτα ημερας, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, συναξις μεγαλη σφοδρα, απο της εισοδου Αιμαθ μεχρι του ποταμου της Αιγυπτου.
9 L'ottavo giorno fece una riunione, perchè aveva dedicato l'altare durante sette giorni, ed aveva celebrata la festa per sette giorni.9 Και εν τη ογδοη ημερα εκαμον συναξιν πανδημον? διοτι εκαμον τον εγκαινιασμον του θυσιαστηριου επτα ημερας, και την εορτην επτα ημερας.
10 Poi ai ventitré del settimo mese, rimandò alle sue tende il popolo lieto e pieno di giubilo per il bene che il Signore aveva fatto a David, a Salomone e al suo popolo Israele.10 Και εν τη εικοστη τριτη ημερα του εβδομου μηνος απελυσε τον λαον εις τας σκηνας αυτων, ευφραινομενους και αγαλλομενους την καρδιαν δια τα αγαθα οσα εκαμεν ο Κυριος προς τον Δαβιδ και προς τον Σολομωντα και προς τον Ισραηλ τον λαον αυτου.
11 Salomone condusse a fine la casa del Signore, la casa del re, e tutto quello che aveva proposto nel cuore di fare nella casa del Signore e nella sua. E prosperò.11 Και ετελειωσεν ο Σολομων τον οικον του Κυριου και τον οικον του βασιλεως? και παν ο, τι ηλθεν εις την καρδιαν του Σολομωντος να καμη εν τω οικω του Κυριου και εν τω οικω αυτου ευωδωθη.
12 Il Signore gli apparve di notte e disse: « Ho udita la tua orazione, mi sono scelto questo luogo come casa di sacrifizio.12 Και εφανη ο Κυριος εις τον Σολομωντα δια νυκτος, και ειπε προς αυτον, Ηκουσα της προσευχης σου και εξελεξα τον τοπον τουτον εις εμαυτον δια οικον θυσιας.
13 Se io chiuderò il cielo e non cadrà pioggia, se comanderò e ordinerò alle locuste di divorar la terra, se manderò la pestilenza nel mio popolo,13 Εαν κλεισω τον ουρανον και δεν γινηται βροχη, και εαν προσταξω την ακριδα να καταφαγη την γην, και εαν αποστειλω θανατικον μεταξυ του λαου μου,
14 quando il mio popolo, sul quale fu invocato il mio nome, si converta, mi preghi, cerchi la mia faccia, e faccia penitenza del suo agire pessimo, io li esaudirò dal cielo, sarò propizio ai loro peccati, sanerò il loro paese.14 και ο λαος μου, επι τον οποιον εκληθη το ονομα μου, ταπεινωσωσιν εαυτους και προσευχηθωσι και εκζητησωσι το προσωπον μου και επιστρεψωσιν απο των οδων αυτων των πονηρων, τοτε εγω θελω επακουσει εκ του ουρανου και θελω συγχωρησει την αμαρτιαν αυτων και θεραπευσει την γην αυτων.
15 Inoltre i miei occhi saranno aperti, le mie orecchie intente alla preghiera di chiunque m'invocherà in questo luogo:15 Τωρα οι οφθαλμοι μου θελουσιν εισθαι ανεωγμενοι και τα ωτα μου προσεκτικα εις την προσευχην την γινομενην εν τω τοπω τουτω.
16 infatti l'ho eletto e santificato, perchè vi sia in eterno il mio nome e vi dimorino per sempre i miei occhi e il mio cuore.16 Διοτι τωρα εξελεξα και ηγιασα τον οικον τουτον, δια να ηναι το ονομα μου εκει εως αιωνος? και οι οφθαλμοι μου και η καρδια μου θελουσιν εισθαι εκει πασας τας ημερας.
17 Riguardo a te, se camminerai dinanzi a me come camminò David tuo padre, se farai secondo tutto quello che io ti ho comandato, e se osserverai le mie leggi e i miei precetti,17 Και συ, εαν περιπατης ενωπιον μου, καθως περιεπατησε Δαβιδ ο πατηρ σου, και καμνης κατα παντα οσα προσεταξα εις σε, και φυλαττης τα διαταγματα μου και τας κρισεις μου,
18 io stabilirò il trono del tuo regno, come promisi a David tuo padre, dicendo: Non mancherà della tua stirpe un uomo che sia principe in Israele.18 τοτε θελω στερεωσει τον θρονον της βασιλειας σου, καθως υπεσχεθην προς Δαβιδ τον πατερα σου, λεγων, Δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ ηγεμονευων επι τον Ισραηλ.
19 Ma se voi, rivolgendovi indietro e abbandonando le mie leggi e i miei precetti da me proposti, andrete a servire gli dèi stranieri, ad adorarli.19 Αλλ' εαν σεις αποστρεψητε και εγκαταλειψητε τα διαταγματα μου και τας εντολας μου, τας οποιας εθεσα εμπροσθεν σας, και υπαγητε και λατρευσητε αλλους θεους και προσκυνησητε αυτους,
20 Io vi estirperò dalla mia terra che vi diedi; questa casa, che consacrai al mio nome, la rigetterò dal mio cospetto, l'abbandonerò in proverbio ed esempio di tutti i popoli.20 τοτε θελω εκριζωσει αυτους απο της γης μου, την οποιαν εδωκα εις αυτους? και τον οικον τουτον, τον οποιον ηγιασα δια το ονομα μου, θελω απορριψει απο προσωπου μου και θελω καμει αυτον παροιμιαν και εμπαιγμον μεταξυ παντων των λαων.
21 Questa casa sarà lo scherno di tutti quelli che passano, i quali con stupore diranno: Perchè il Signore ha fatto così a questo paese e a questa casa?21 Και ο οικος ουτος, οστις εγεινε τοσον υψηλος, θελει εισθαι εκστασις εις παντας τους διαβαινοντας παρ' αυτον? και θελουσι λεγει, Δια τι ο Κυριος εκαμεν ουτως εις την γην ταυτην και εις τον οικον τουτον;
22 Sarà loro risposto: Perchè hanno abbandonato il Si­gnore Dio dei loro padri, che li trasse dall'Egitto, ed hanno abbracciati, adorati, onorati gli dèi stranieri: per questo son caduti sopra di essi tutti questi mali ».22 Και θελουσιν αποκρινεσθαι, Επειδη εγκατελιπον Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων, οστις εξηγαγεν αυτους εξ Αιγυπτου, και προσεκολληθησαν εις αλλους θεους και προσεκυνησαν αυτους και ελατρευσαν αυτους? δια τουτο επεφερεν επ' αυτους απαν τουτο το κακον.