Scrutatio

Giovedi, 2 maggio 2024 - Sant´ Atanasio ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco 2


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Dopo alcuni giorni, Gesù tornò a Cafarnao;1 Και μεθ' ημερας παλιν εισηλθεν εις Καπερναουμ και ηκουσθη οτι ειναι εις οικον.
2 e quando si seppe ch'era in casa, vi si radunò molta gente in modo che non c'era più posto neppure davanti alla porta. Ed egli annunciava loro la parola.2 Και ευθυς συνηχθησαν πολλοι, ωστε δεν εχωρουν πλεον αυτους ουδε τα προθυρα? και εκηρυττεν εις αυτους τον λογον.
3 Allora gli venne condotto un paralitico, portato da quattro uomini.3 Και ερχονται προς αυτον φεροντες παραλυτικον, βασταζομενον υπο τεσσαρων?
4 Ma siccome non potevano presentarglielo per la folla, scoprirono il tetto dalla parte dov'egli era e, fattasi un'apertura, calarono il lettuccio in cui giaceva il paralitico.4 και μη δυναμενοι να πλησιασωσιν εις αυτον εξ αιτιας του οχλου, εχαλασαν την στεγην οπου ητο, και διατρυπησαντες καταβιβαζουσι τον κραββατον, εφ' ου κατεκειτο ο παραλυτικος.
5 Gesù vedendo la loro fede, disse al paralitico: «Figliuolo, i tuoi peccati ti son rimessi».5 Ιδων δε ο Ιησους την πιστιν αυτων, λεγει προς τον παραλυτικον? Τεκνον, συγκεχωρημεναι ειναι εις σε αι αμαρτιαι σου.
6 Ora alcuni Scribi che stavano a sedere, pensavano:6 Ησαν δε τινες των γραμματεων εκει καθημενοι και διαλογιζομενοι εν ταις καρδιαις αυτων?
7 «Come mai costui parla così? Egli bestemmia! Chi può rimettere i peccati se non il solo Dio?».7 Δια τι ουτος λαλει τοιαυτας βλασφημιας; τις δυναται να συγχωρη αμαρτιας ειμη εις, ο Θεος;
8 Gesù, avendo subito conosciuto nel suo spirito che essi la pensavano così, disse: «Perchè fate questi pensieri?8 Και ευθυς νοησας ο Ιησους δια του πνευματος αυτου οτι ουτω διαλογιζονται καθ' εαυτους, ειπε προς αυτους? Δια τι διαλογιζεσθε ταυτα εν ταις καρδιαις σας;
9 Cos'è più facile, dire al paralitico: - Ti son rimessi i tuoi peccati, - oppure dirgli: - Levati, prendi il tuo lettuccio e cammina -?9 τι ειναι ευκολωτερον, να ειπω προς τον παραλυτικον, Συγκεχωρημεναι ειναι αι αμαρτιαι σου, η να ειπω, Σηκωθητι και επαρε τον κραββατον σου και περιπατει;
10 Ora, perchè voi sappiate che il Figlio dell'uomo ha sulla terra il potere di rimettere i peccati», disse al paralitico:10 αλλα δια να γνωρισητε οτι εξουσιαν εχει ο Υιος του ανθρωπου επι της γης να συγχωρη αμαρτιας λεγει προς τον παραλυτικον?
11 «Dico a te: - Levati, prendi il tuo lettuccio e vattene a casa -».11 Προς σε λεγω, Σηκωθητι και επαρε τον κραββατον σου και υπαγε εις τον οικον σου.
12 Costui si levò subito e, preso il suo lettuccio, se ne andò in presenza della folla, tanto che tutti, sbigottiti, glorificavan Dio, dicendo: «Non abbiamo mai veduto una cosa simile».12 Και ηγερθη ευθυς και σηκωσας τον κραββατον, εξηλθεν ενωπιον παντων, ωστε εξεπληττοντο παντες και εδοξαζον τον Θεον, λεγοντες οτι ουδεποτε ειδομεν τοιαυτα.
13 Gesù uscì di nuovo verso il mare; e tutto il popolo andava a lui ed egli li ammaestrava.13 Και εξηλθε παλιν παρα την θαλασσαν? και πας ο οχλος ηρχετο προς αυτον, και εδιδασκεν αυτους.
14 Nel passare, vide Levi, figlio d'Alfeo, seduto al banco della gabella e gli disse: «Seguimi». Ed egli, alzatosi lo seguì.14 Και διαβαινων ειδε Λευιν τον του Αλφαιου καθημενον εις το τελωνιον, και λεγει προς αυτον? Ακολουθει με. Και σηκωθεις ηκολουθησεν αυτον.
15 Mentre Gesù si trovava a tavola in casa di quest'uomo, molti pubblicani e peccatori sedevano a mensa con lui e co' suoi discepoli, ch'eran molti e l'avevan seguìto.15 Και ενω εκαθητο εις την τραπεζαν εν τη οικια αυτου, συνεκαθηντο και πολλοι τελωναι και αμαρτωλοι μετα του Ιησου και των μαθητων αυτου? διοτι ησαν πολλοι, και ηκολουθησαν αυτον.
16 Gli Scribi e i Farisei, vedendolo mangiare coi peccatori e coi pubblicani, chiedevano a' suoi discepoli: «Come mai il vostro maestro mangia e beve coi pubblicani e coi peccatori?».16 Οι δε γραμματεις και Φαρισαιοι, ιδοντες αυτον τρωγοντα μετα των τελωνων και αμαρτωλων, ελεγον προς τους μαθητας αυτου? Δια τι μετα των τελωνων και αμαρτωλων τρωγει και πινει;
17 Gesù, udito questo, rispose loro: «Non hanno bisogno del medico i sani, ma i malati; io non sono venuto a chiamare i giusti, ma i peccatori».17 Και ακουσας ο Ιησους, λεγει προς αυτους? Δεν εχουσι χρειαν ιατρου οι υγιαινοντες, αλλ' οι πασχοντες? δεν ηλθον δια να καλεσω δικαιους αλλα αμαρτωλους εις μετανοιαν.
18 I discepoli di Giovanni e i Farisei digiunavano. Essi dunque vennero da Gesù e gli domandarono: «Perchè i discepoli di Giovanni e de' Farisei digiunano e invece i tuoi discepoli no?».18 Οι μαθηται δε του Ιωαννου και οι των Φαρισαιων ενηστευον. Και ερχονται και λεγουσι προς αυτον? Δια τι οι μαθηται του Ιωαννου και οι των Φαρισαιων νηστευουσιν, οι δε μαθηται σου δεν νηστευουσι;
19 Gesù rispose loro: «Possono i compagni dello sposo digiunare, mentre lo sposo è con loro? Finchè lo sposo è con essi, non posson digiunare.19 Και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Μηπως δυνανται οι υιοι του νυμφωνος, ενοσω ο νυμφιος ειναι μετ' αυτων, να νηστευωσιν; οσον καιρον εχουσι τον νυμφιον μεθ' εαυτων, δεν δυνανται να νηστευωσι?
20 Ma verranno i giorni nei quali sarà ad essi tolto lo sposo e allora, in quei giorni, digiuneranno.20 θελουσιν ομως ελθει ημεραι, οταν αφαιρεθη απ' αυτων ο νυμφιος, και τοτε θελουσι νηστευσει εν εκειναις ταις ημεραις.
21 Nessuno cuce un pezzo di stoffa nuova sopra un vestito usato; altrimenti la pezza nuova porta via un po' del vecchio e lo strappo si fa più grande.21 Και ουδεις ραπτει επιρραμμα αγναφου πανιου επι ιματιον παλαιον? ει δε μη, το αναπληρωμα αυτου το νεον αφαιρει απο του παλαιου, και γινεται σχισμα χειροτερον.
22 Così nessuno mette il vino nuovo in otri vecchi, altrimenti il vino farà scoppiare gli otri e il vino si verserà e gli otri saran perduti. Ma il vino nuovo va messo in otri nuovi».22 Και ουδεις βαλλει οινον νεον εις ασκους παλαιους? ει δε μη, ο οινος ο νεος διασχιζει τους ασκους, και ο οινος εκχεεται και οι ασκοι φθειρονται? αλλα πρεπει οινος νεος να βαλληται εις ασκους νεους.
23 In giorno di sabato Gesù attraversava campi seminati e i suoi discepoli, cammin facendo, si misero a coglier delle spighe.23 Και οτε διεβαινεν εν σαββατω δια των σπαρτων, οι μαθηται αυτου, ενω ωδευον, ηρχισαν να ανασπωσι τα ασταχυα.
24 Gli dissero i Farisei: «Vedi! Perchè fanno di sabato ciò che non è permesso?».24 Και οι Φαρισαιοι ελεγον προς αυτον? Ιδου, δια τι πραττουσιν εν τοις σαββασιν εκεινο, το οποιον δεν συγχωρειται;
25 Egli rispose loro: «Non avete mai letto quanto fece David quando fu nel bisogno ed ebbero fame lui e quanti eran con lui?25 Και αυτος ελεγε προς αυτους? Ποτε δεν ανεγνωσατε τι επραξεν ο Δαβιδ, οτε ελαβε χρειαν και επεινασεν αυτος και οι μετ' αυτου;
26 Com'egli entrò nella casa di Dio, essendo sommo sacerdote Abiatar, e mangiò i pani della Proposizione, dei quali a nessuno è lecito cibarsi se non ai sacerdoti, e ne diede anche a quelli che eran con lui?».26 πως εισηλθεν εις τον οικον του Θεου επι Αβιαθαρ του αρχιερεως, και εφαγε τους αρτους της προθεσεως, τους οποιους δεν ειναι συγκεχωρημενον ειμη εις τους ιερεις να φαγωσι, και εδωκε και εις τους οντας μετ' αυτου;
27 E soggiunse: «Il sabato è stato fatto per l'uomo e non l'uomo per il sabato.27 Και ελεγε προς αυτους? το σαββατον εγεινε δια τον ανθρωπον, ουχι ο ανθρωπος δια το σαββατον?
28 Perciò il Figlio dell'uomo è padrone anche del sabato».28 ωστε ο Υιος του ανθρωπου κυριος ειναι και του σαββατου.