Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Primo libro di Samuele 10


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 Samuele prese allora l’ampolla dell’olio e gliela versò sulla testa, poi lo baciò dicendo: «Non ti ha forse unto il Signore come capo sulla sua eredità?1 Τοτε ελαβεν ο Σαμουηλ την φιαλην του ελαιου, και εχυσεν επι την κεφαλην αυτου, και εφιλησεν αυτον και ειπε, Δεν σε εχρισε Κυριος αρχοντα επι της κληρονομιας αυτου;
2 Oggi, quando sarai partito da me, troverai due uomini presso la tomba di Rachele, sul confine con Beniamino, a Selsach. Essi ti diranno: “Sono state ritrovate le asine che sei andato a cercare, ed ecco che tuo padre non bada più alla faccenda delle asine, ma è preoccupato di voi e va dicendo: Che cosa devo fare per mio figlio?”.2 Αφου αναχωρησης απ' εμου σημερον, θελεις ευρει δυο ανθρωπους πλησιον του ταφου της Ραχηλ, κατα το οριον του Βενιαμιν εν Σελσα? και θελουσιν ειπει προς σε, Ευρεθησαν αι ονοι, τας οποιας υπηγες να ζητησης? και ιδου, ο πατηρ σου, αφησας την φροντιδα των ονων, υπερλυπειται δια σας, λεγων, Τι να καμω περι του υιου μου;
3 Passerai di là e andrai oltre; quando arriverai alla Quercia di Tabor, vi troverai tre uomini che salgono a onorare Dio a Betel: uno porterà tre capretti, l’altro porterà tre pani rotondi, il terzo porterà un otre di vino.3 Και προχωρησας εκειθεν, θελεις ελθει εως της δρυος του Θαβωρ, και εκει θελουσι σε ευρει τρεις ανθρωποι αναβαινοντες προς τον Θεον εις Βαιθηλ, ο εις φερων τρια εριφια, και ο αλλος φερων τρεις αρτους, και ο αλλος φερων ασκον οινου?
4 Ti domanderanno se stai bene e ti daranno due pani, che tu prenderai dalle loro mani.4 και θελουσι σε χαιρετησει και σοι δωσει δυο αρτους, τους οποιους θελεις δεχθη εκ των χειρων αυτων.
5 Giungerai poi a Gàbaa di Dio, dove c’è una guarnigione di Filistei ed entrando in città incontrerai un gruppo di profeti che scenderanno dall’altura preceduti da arpe, tamburelli, flauti e cetre, che agiranno da profeti.5 Μετα ταυτα θελεις υπαγει εις το βουνον του Θεου, οπου ειναι η φρουρα των Φιλισταιων? και οταν υπαγης εκει εις την πολιν, θελεις απαντησει αθροισμα προφητων καταβαινοντων απο του υψηλου τοπου εν ψαλτηριω και τυμπανω και αυλω και κιθαρα εμπροσθεν αυτων, και προφητευοντων.
6 Lo spirito del Signore irromperà anche su di te e ti metterai a fare il profeta insieme con loro, e sarai trasformato in un altro uomo.6 Και θελει επελθει επι σε πνευμα Κυριου, και θελεις προφητευσει μετ' αυτων και θελεις μεταβληθη εις αλλον ανθρωπον.
7 Quando questi segni che ti riguardano saranno accaduti, farai quanto vorrai, perché Dio sarà con te.7 Και οταν τα σημεια ταυτα ελθωσιν επι σε, καμνε ο, τι δυνασαι διοτι ο Θεος ειναι μετα σου.
8 Scenderai a Gàlgala, precedendomi, ed ecco, io ti raggiungerò per offrire olocausti e immolare sacrifici di comunione. Sette giorni aspetterai, finché io verrò da te e ti indicherò quello che dovrai fare».
8 Και θελεις καταβη προ εμου εις Γαλγαλα? και ιδου, εγω θελω καταβη προς σε, δια να προσφερω ολοκαυτωματα, να θυσιασω θυσιας ειρηνικας? προσμενε επτα ημερας, εωσου ελθω προς σε και σοι αναγγειλω τι εχεις να καμης.
9 Appena egli ebbe voltato le spalle per partire da Samuele, Dio gli mutò il cuore e tutti questi segni si verificarono il giorno stesso.9 Και οτε εστρεψε τα νωτα αυτου δια να αναχωρηση απο του Σαμουηλ, ο Θεος εδωκεν εις αυτον αλλην καρδιαν? και ηλθον παντα εκεινα τα σημεια εν τη ημερα εκεινη.
10 Arrivarono là, a Gàbaa, ed ecco una schiera di profeti di fronte a loro; lo spirito di Dio irruppe su di lui e si mise a fare il profeta in mezzo a loro.
10 Και οτε ηλθον εκει εις το βουνον, ιδου, αθροισμα προφητων συνηντησεν αυτον? και επηλθεν επ' αυτον Πνευμα Θεου, και επροφητευσε μεταξυ αυτων.
11 Quanti lo avevano conosciuto prima, vedendolo d’un tratto fare il profeta con i profeti, si dissero l’un l’altro: «Che è accaduto al figlio di Kis? È dunque anche Saul tra i profeti?».11 Και ως ειδον οι γνωριζοντες αυτον προτερον, και ιδου, προεφητευε μετα των προφητων, τοτε ελεγεν ο λαος, εκαστος προς τον πλησιον αυτου, Τι ειναι τουτο, το οποιον εγεινεν εις τον υιον του Κεις; και Σαουλ εν προφηταις;
12 Uno del luogo disse: «E chi è il loro padre?». Per questo passò in proverbio l’espressione: «È dunque anche Saul tra i profeti?».12 Εις δε εκ των εκει απεκριθη και ειπεν, Και τις ειναι ο πατηρ αυτων; Δια τουτο εγεινε παροιμια, Και Σαουλ εν προφηταις;
13 Quando ebbe terminato di profetare andò sull’altura.13 Και αφου ετελειωσε προφητευων, ηλθεν εις τον υψηλον τοπον.
14 Lo zio di Saul chiese poi a lui e al suo domestico: «Dove siete andati?». Rispose: «A cercare le asine e, vedendo che non c’erano, ci siamo recati da Samuele».14 Και ειπεν ο θειος του Σαουλ προς αυτον και προς τον υπηρετην αυτου, Που υπηγετε; Και ειπε, να ζητησωμεν τας ονους. και οτε ειδομεν οτι δεν ησαν, ηλθομεν προς τον Σαμουηλ.
15 Lo zio di Saul soggiunse: «Raccontami quello che vi ha detto Samuele».15 Και ειπεν ο θειος του Σαουλ, Αναγγειλον μοι, σε παρακαλω, τι σας ειπεν ο Σαμουηλ.
16 Saul rispose allo zio: «Ci ha assicurato che le asine erano state ritrovate». Ma non gli riferì il discorso del regno, che gli aveva tenuto Samuele.
16 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον θειον αυτου, Μας ειπε μετα βεβαιοτητος οτι ευρεθησαν αι ονοι? τον λογον ομως περι της βασιλειας, τον οποιον ο Σαμουηλ ειπε, δεν εφανερωσεν εις αυτον.
17 Samuele convocò il popolo davanti a Dio a Mispa17 Και συνηγαγεν ο Σαμουηλ τον λαον προς τον Κυριον εις Μισπα?
18 e disse agli Israeliti: «Dice il Signore, Dio d’Israele: Io ho fatto salire Israele dall’Egitto e l’ho liberato dalla mano degli Egiziani e dalla mano di tutti i regni che vi affliggevano.18 και ειπε προς τους υιους Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Εγω ανεβιβασα τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου, και σας ηλευθερωσα εκ χειρος των Αιγυπτιων και εκ χειρος πασων των βασιλειων, αιτινες σας κατεθλιβον?
19 Ma voi oggi avete ripudiato il vostro Dio, il quale solo vi salva da tutti i vostri mali e da tutte le tribolazioni. E gli avete detto: “Costituisci un re sopra di noi!”. Ora mettetevi davanti a Dio distinti per tribù e per casati».19 και σεις την ημεραν ταυτην απεβαλετε τον Θεον σας, οστις σας εσωσεν απο παντων των κακων σας και των θλιψεων σας, και ειπετε προς αυτον, Ουχι, αλλα καταστησον βασιλεα εφ' ημας. Τωρα λοιπον παρουσιασθητε ενωπιον του Κυριου, κατα τας φυλας σας και κατα τας χιλιαδας σας.
20 Samuele fece accostare ogni tribù d’Israele e fu sorteggiata la tribù di Beniamino.20 Και οτε εκαμεν ο Σαμουηλ πασας τας φυλας του Ισραηλ να πλησιασωσιν, επιασθη η φυλη του Βενιαμιν.
21 Fece poi accostare la tribù di Beniamino distinta per casati e fu sorteggiato il casato di Matrì e fu sorteggiato Saul figlio di Kis. Si misero a cercarlo, ma non lo si trovò.21 Και αφου εκαμε την φυλην του Βενιαμιν να πλησιαση κατα τας οικογενειας αυτων, επιασθη η οικογενεια του Ματρει, και επιασθη ο Σαουλ ο υιος του Κεις? εζητησαν δε αυτον και δεν ευρεθη.
22 Allora consultarono di nuovo il Signore: «È venuto qui quell’uomo?». Disse il Signore: «Eccolo nascosto in mezzo ai bagagli».22 Οθεν εζητησαν ετι παρα του Κυριου, αν ο ανθρωπος ερχηται ετι εκει. Και ειπε Κυριος, Ιδου, αυτος ειναι κεκρυμμενος μεταξυ της αποσκευης.
23 Corsero a prenderlo di là ed egli si collocò in mezzo al popolo: sopravanzava dalla spalla in su tutto il popolo.23 Τοτε εδραμον και ελαβον αυτον εκειθεν? και οτε εσταθη μεταξυ του λαου, εξειχεν υπερ παντα τον λαον, απο τους ωμους αυτου και επανω.
24 Samuele disse a tutto il popolo: «Vedete dunque chi il Signore ha eletto, perché non c’è nessuno in tutto il popolo come lui». Tutto il popolo proruppe in un grido: «Viva il re!».24 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς παντα τον λαον, Βλεπετε εκεινον, τον οποιον εξελεξεν ο Κυριος, οτι δεν ειναι ομοιος αυτου μεταξυ παντος του λαου; Και πας ο λαος ηλαλαξε και ειπε, Ζητω ο βασιλευς.
25 Samuele espose a tutto il popolo il diritto del regno e lo scrisse in un libro, che depositò davanti al Signore. Poi Samuele congedò tutto il popolo, perché ognuno tornasse a casa sua.25 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον τον τροπον της βασιλειας, και εγραψεν αυτον εν βιβλιω και εθεσεν εμπροσθεν του Κυριου. Και απελυσεν ο Σαμουηλ παντα τον λαον, εκαστον εις τον οικον αυτου.
26 Anche Saul tornò a casa, a Gàbaa, e lo seguirono uomini valorosi, ai quali Dio aveva toccato il cuore.26 Και ο Σαουλ ομοιως ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου εις Γαβαα? και υπηγε μετ' αυτου εκει ταγμα πολεμιστων, των οποιων τας καρδιας ειχε διαθεσει ο Θεος.
27 Ma degli uomini perversi dissero: «Potrà forse salvarci costui?». Così lo disprezzarono e non vollero portargli alcun dono. Ma egli rimase in silenzio.27 Ανθρωποι ομως κακοι ειπον, Πως θελει σωσει ημας ουτος; Και κατεφρονησαν αυτον και δεν προσεφεραν προς αυτον δωρα? εκεινος ομως εκαμνε τον κωφον.