Sprichwörter 19
12345678910111213141516171819202122232425262728293031
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Besser ein Armer, der schuldlos seinen Weg geht, als einer mit verlogenen Lippen, der ein Tor ist. | 1 Καλητερος ο πτωχος ο περιπατων εν τη ακεραιοτητι αυτου, παρα τον πλουσιον τον διεστραμμενον τα χειλη αυτου και οντα αφρονα. |
2 Schon unvernünftige Begierde ist nicht gut, und wer hastig rennt, tritt fehl. | 2 Ψυχη ανευ γνωσεως βεβαιως δεν ειναι καλον? και οστις σπευδει με τους ποδας, προσκοπτει. |
3 Die Torheit verdirbt dem Menschen den Weg und dann grollt sein Herz gegen den Herrn. | 3 Η αφροσυνη του ανθρωπου διαστρεφει την οδον αυτου? και η καρδια αυτου αγανακτει κατα του Κυριου. |
4 Besitz vermehrt die Zahl der Freunde, der Arme aber wird von seinem Freund verlassen. | 4 Ο πλουτος προσθετει φιλους πολλους? ο δε πτωχος εγκαταλειπεται υπο του φιλου αυτου. |
5 Ein falscher Zeuge bleibt nicht ungestraft, wer Lügen flüstert, wird nicht entrinnen. | 5 Ο ψευδης μαρτυς δεν θελει μεινει ατιμωρητος? και ο λαλων ψευδη δεν θελει εκφυγει. |
6 Viele umschmeicheln den Vornehmen und jeder will der Freund eines freigebigen Mannes sein. | 6 Πολλοι κολακευουσι το προσωπον του αρχοντος? και πας τις ειναι φιλος του διδοντος ανθρωπου. |
7 Vom Armen wollen alle seine Brüder nichts wissen, erst recht bleiben ihm seine Freunde fern. [Gute Einsicht ist denen nahe, die sich um sie kümmern, ein verständiger Mann findet sie. Wer viel redet, versündigt sich.] Wer Worten nachjagt, wird nicht entrinnen. | 7 Τον πτωχον μισουσι παντες οι αδελφοι αυτου? ποσω μαλλον θελουσιν αποφευγει αυτον οι φιλοι αυτου; αυτος ακολουθει φωναζων? αλλ' εκεινοι δεν αποκρινονται. |
8 Wer Verstand erwirbt, liebt sich selbst, wer Einsicht bewahrt, findet sein Glück. | 8 Οστις αποκτα σοφιαν, αγαπα την ψυχην αυτου? οστις φυλαττει φρονησιν, θελει ευρει καλον. |
9 Ein falscher Zeuge bleibt nicht ungestraft, wer Lügen flüstert, geht zugrunde. | 9 Ο ψευδης μαρτυς δεν θελει μεινει ατιμωρητος? και ο λαλων ψευδη θελει απολεσθη. |
10 Wohlleben steht dem Toren nicht an, noch weniger einem Knecht, über Fürsten zu herrschen. | 10 Η τρυφη δεν αρμοζει εις αφρονα? πολυ ολιγωτερον εις δουλον, να εξουσιαζη επ' αρχοντων. |
11 Einsicht macht den Menschen langmütig, sein Ruhm ist es, über Verfehlungen hinwegzugehen. | 11 Η φρονησις του ανθρωπου συστελλει τον θυμον αυτου? και ειναι δοξα αυτου να παραβλεπη την παραβασιν. |
12 Wie das Knurren des Löwen ist der Zorn des Königs, doch wie Tau auf dem Gras ist seine Gunst. | 12 Η οργη του βασιλεως ειναι ως βρυχηθμος λεοντος? η δε ευνοια αυτου ως δροσος επι τον χορτον. |
13 Ein Unglück für den Vater ist ein törichter Sohn und wie ein ständig tropfendes Dach das Gezänk einer Frau. | 13 Ο αφρων υιος ειναι ολεθρος εις τον πατερα αυτου? και αι εριδες της γυναικος ειναι ακαταπαυστον σταξιμον. |
14 Haus und Habe sind das Erbe der Väter, doch eine verständige Frau kommt vom Herrn. | 14 Οικος και πλουτη κληρονομουνται εκ των πατερων? αλλ' η φρονιμος γυνη παρα Κυριου διδεται. |
15 Faulheit versenkt in Schlaf, ein träger Mensch muss hungern. | 15 Η οκνηρια ριπτει εις βαθυν υπνον? και η αεργος ψυχη θελει πεινα. |
16 Wer (Gottes) Gebot bewahrt, bewahrt sein Leben, wer seine Wege verachtet, muss sterben. | 16 Ο φυλαττων την εντολην φυλαττει την ψυχην αυτου? ο δε καταφρονων τας οδους αυτου θελει απολεσθη. |
17 Wer Erbarmen hat mit dem Elenden, leiht dem Herrn; er wird ihm seine Wohltat vergelten. | 17 Ο ελεων πτωχον δανειζει εις τον Κυριον? και θελει γεινει εις αυτον η ανταποδοσις αυτου. |
18 Züchtige deinen Sohn, solange noch Hoffnung ist, doch lass dich nicht hinreißen, ihn zu töten. | 18 Παιδευε τον υιον σου ενοσω ειναι ελπις? αλλα μη διεγειρης την ψυχην σου, ωστε να θανατωσης αυτον. |
19 Der maßlos Jähzornige muss büßen; denn willst du schlichten, machst du es noch ärger. | 19 Ο οργιλος θελει λαβει ποινην? διοτι και αν ελευθερωσης αυτον, παλιν θελεις καμει το αυτο. |
20 Hör auf guten Rat und nimm Zucht an, damit du weise wirst für die Zukunft. | 20 Ακουε συμβουλην και δεχου διδασκαλιαν δια να γεινης σοφος εις τα εσχατα σου. |
21 Viele Pläne fasst das Herz des Menschen, doch nur der Ratschluss des Herrn hat Bestand. | 21 Ειναι πολλοι λογισμοι εν τη καρδια του ανθρωπου? η βουλη ομως του Κυριου, εκεινη θελει μενει. |
22 Die Menschen streben nach Gewinn, doch besser ein Armer als ein Betrüger. | 22 Τιμη του ανθρωπου ειναι η αγαθοτης αυτου? και καλητερος ο πτωχος παρα τον ψευστην. |
23 Die Gottesfurcht führt zum Leben; gesättigt geht man zur Ruhe, von keinem Übel heimgesucht. | 23 Ο φοβος του Κυριου φερει ζωην, και ο φοβουμενος αυτον θελει πλαγιαζει κεχορτασμενος? κακον δεν θελει συναπαντησει. |
24 Greift der Faule mit der Hand in die Schüssel, bringt er sie nicht einmal zum Mund zurück. | 24 Ο οκνηρος εμβαπτει την χειρα αυτου εις το τρυβλιον, και δεν θελει ουδε εις το στομα αυτου να επιστρεψη αυτην. |
25 Schlägst du den Zuchtlosen, so wird der Unerfahrene klug; weist man den Verständigen zurecht, gewinnt er Einsicht. | 25 Εαν μαστιγωσης τον χλευαστην, ο απλους θελει γεινει προσεκτικος? και εαν ελεγξης τον φρονιμον, θελει εννοησει γνωσιν. |
26 Wer den Vater misshandelt, die Mutter wegjagt, ist ein verkommener, schändlicher Sohn. | 26 Οστις ατιμαζει τον πατερα και απωθει την μητερα, ειναι υιος προξενων αισχυνην και ονειδος. |
27 Gibst du es auf, mein Sohn, auf Mahnung zu hören, so entziehst du dich den Worten der Einsicht. | 27 Παυσον, υιε μου, να ακουης διδασκαλιαν παρεκτρεπουσαν απο των λογων της γνωσεως. |
28 Ein nichtsnutziger Zeuge verspottet das Recht, der Mund der Frevler sprudelt Unheil hervor. | 28 Ο ασεβης μαρτυς χλευαζει το δικαιον? και το στομα των ασεβων καταπινει ανομιαν. |
29 Für die Zuchtlosen stehen Ruten bereit und Schläge für den Rücken der Toren. | 29 Κρισεις ετοιμαζονται δια τους χλευαστας, και ραβδισμοι δια την ραχιν των αφρονων. |