Lettera agli Ebrei 10
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NOVA VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Umbram enim habens lex bonorum futurorum, non ip sam imaginem rerum, per singulos annos iisdem ipsis hostiis, quas offerunt indesinenter, numquam potest accedentes perfectos facere. | 1 Διοτι ο νομος, εχων σκιαν των μελλοντων αγαθων, ουχι αυτην την εικονα των πραγματων, δεν δυναται ποτε δια των αυτων θυσιων, τας οποιας προσφερουσι κατ' ενιαυτον παντοτε να τελειοποιηση τους προσερχομενους? |
2 Alioquin nonne cessassent offerri, ideo quod nullam haberent ultra conscientiam peccatorum cultores semel mundati? | 2 επειδη τοτε δεν ηθελον παυσει να προσφερωνται, διοτι οι λατρευται απαξ καθαρισθεντες, δεν ηθελον εχει πλεον ουδεμιαν συνειδησιν αμαρτιων? |
3 Sed in ipsis commemoratio peccatorum per singulos annos fit. | 3 αλλ' εν αυταις γινεται κατ' ενιαυτον αναμνησις αμαρτιων? |
4 Impossibile enim est sanguinem taurorum et hircorum auferre peccata. | 4 διοτι αδυνατον ειναι αιμα ταυρων και τραγων να αφαιρη αμαρτιας. |
5 Ideo ingrediens mundum dicit: “ Hostiam et oblationem noluisti, corpus autem aptasti mihi; | 5 Δια τουτο εισερχομενος εις τον κοσμον, λεγει? Θυσιαν και προσφοραν δεν ηθελησας, αλλ' ητοιμασας εις εμε σωμα? |
6 holocautomata et sacrificia pro peccato non tibi placuerunt. | 6 εις ολοκαυτωματα και προσφορας περι αμαρτιας δεν ευηρεστηθης? |
7 Tunc dixi: Ecce venio, in capitulo libri scriptum est de me, ut faciam, Deus, voluntatem tuam ”. | 7 τοτε ειπον? Ιδου, ερχομαι, εν τω τομω του βιβλιου ειναι γεγραμμενον περι εμου, δια να καμω, ω Θεε, το θελημα σου. |
8 Superius dicens: “ Hostias et oblationes et holocautomata et sacrificia pro peccato noluisti, nec placuerunt tibi ”, quae secundum legem offeruntur, | 8 Αφου ειπεν ανωτερω οτι θυσιαν και προσφοραν και ολοκαυτωματα και προσφορας περι αμαρτιας δεν ηθελησας ουδε ευηρεστηθης εις αυτας, αιτινες προσφερονται κατα τον νομον, |
9 tunc dixit: “ Ecce venio, ut faciam voluntatem tuam ”. Aufert primum, ut secundum statuat; | 9 τοτε ειπεν? Ιδου, ερχομαι δια να καμω, ω Θεε, το θελημα σου. Αναιρει το πρωτον, δια να συστηση το δευτερον. |
10 in qua voluntate sanctificati sumus per oblationem corporis Christi Iesu in semel. | 10 Με το οποιον θελημα ειμεθα ηγιασμενοι δια της προσφορας του σωματος του Ιησου Χριστου απαξ γενομενης. |
11 Et omnis quidem sacerdos stat cotidie ministrans et easdem saepe offerens hostias, quae numquam possunt auferre peccata. | 11 Και πας μεν ιερευς ισταται καθ' ημεραν λειτουργων και τας αυτας πολλακις προσφερων θυσιας, αιτινες ποτε δεν δυνανται να αφαιρεσωσιν αμαρτιας? |
12 Hic autem, una pro peccatis oblata hostia, in sempiternum consedit in dextera Dei, | 12 αλλ' αυτος αφου προσεφερε μιαν θυσιαν υπερ αμαρτιων, εκαθησε διαπαντος εν δεξια του Θεου, |
13 de cetero exspectans, donec ponantur inimici eius scabellum pedum eius; | 13 προσμενων του λοιπου εωσου τεθωσιν οι εχθροι αυτου υποποδιον των ποδων αυτου. |
14 una enim oblatione consummavit in sempiternum eos, qui sanctificantur. | 14 Διοτι με μιαν προσφοραν ετελειοποιησε δια παντος τους αγιαζομενους. |
15 Testificatur autem nobis et Spiritus Sanctus; postquam enim dixit: | 15 Μαρτυρει δε εις ημας και το Πνευμα το Αγιον? διοτι αφου ειπε προτερον, |
16 “ Hoc est testamentum, quod testabor ad illos post dies illos, dicit Dominus, dando leges meas in cordibus eorum, et in mente eorum superscribam eas; | 16 Αυτη ειναι η διαθηκη, την οποιαν θελω καμει προς αυτους μετα τας ημερας εκεινας, λεγει ο Κυριος? Θελω δωσει τους νομους μου εις τας καρδιας αυτων και θελω γραψει αυτους επι των διανοιων αυτων, προσθετει, |
17 et peccatorum eorum et iniquitatum eorum iam non recordabor amplius ”. | 17 Και τας αμαρτιας αυτων και τας ανομιας αυτων δεν θελω ενθυμεισθαι πλεον. |
18 Ubi autem horum remissio, iam non oblatio pro peccato. | 18 Οπου δε ειναι αφεσις τουτων, δεν ειναι πλεον προσφορα περι αμαρτιας. |
19 Habentes itaque, fratres, fiduciam in introitum Sanctorum in sanguine Iesu, | 19 Εχοντες λοιπον, αδελφοι, παρρησιαν να εισελθωμεν εις τα αγια δια του αιματος του Ιησου, |
20 quam initiavit nobis viam novam et viventem per velamen, id est carnem suam, | 20 δια νεας και ζωσης οδου, την οποιαν καθιερωσεν εις ημας δια του καταπετασματος, τουτεστι της σαρκος αυτου, |
21 et sacerdotem magnum super domum Dei, | 21 και εχοντες ιερεα μεγαν επι τον οικον του Θεου, |
22 accedamus cum vero corde in plenitudine fidei, aspersi corda a conscientia mala et abluti corpus aqua munda; | 22 ας πλησιαζωμεν μετα αληθινης καρδιας εν πληροφορια πιστεως, εχοντες τας καρδιας ημων κεκαθαρμενας απο συνειδησεως πονηρας και λελουμενοι το σωμα με υδωρ καθαρον? |
23 teneamus spei confessionem indeclinabilem, fidelis enim est, qui repromisit; | 23 ας κρατωμεν την ομολογιαν της ελπιδος ασαλευτον? διοτι πιστος ο υποσχεθεις? |
24 et consideremus invicem in provocationem caritatis et bonorum operum, | 24 και ας φροντιζωμεν περι αλληλων, παρακινουντες εις αγαπην και καλα εργα, |
25 non deserentes congregationem nostram, sicut est consuetudinis quibusdam, sed exhortantes, et tanto magis quanto videtis appropinquantem diem. | 25 μη αφινοντες το να συνερχωμεθα ομου, καθως ειναι συνηθεια εις τινας, αλλα προτρεποντες αλληλους, και τοσουτω μαλλον, οσον βλεπετε πλησιαζουσαν την ημεραν. |
26 Voluntarie enim peccantibus nobis, post acceptam notitiam veritatis, iam non relinquitur pro peccatis hostia, | 26 Διοτι εαν ημεις αμαρτανωμεν εκουσιως, αφου ελαβομεν την γνωσιν της αληθειας, δεν απολειπεται πλεον θυσια περι αμαρτιων, |
27 terribilis autem quaedam exspectatio iudicii, et ignis aemulatio, quae consumptura est adversarios. | 27 αλλα φοβερα τις απεκδοχη κρισεως και εξαψις πυρος, το οποιον μελλει να κατατρωγη τους εναντιους. |
28 Irritam quis faciens legem Moysis, sine ulla miseratione duobus vel tribus testibus moritur; | 28 Εαν τις αθετηση τον νομον του Μωυσεως, επι δυο η τριων μαρτυρων αποθνησκει χωρις ελεος? |
29 quanto deteriora putatis merebitur supplicia, qui Filium Dei conculcaverit et sanguinem testamenti communem duxerit, in quo sanctificatus est, et Spiritui gratiae contumeliam fecerit? | 29 ποσον στοχαζεσθε χειροτερας τιμωριας θελει κριθη αξιος ο καταπατησας τον Υιον του Θεου και νομισας κοινον το αιμα της διαθηκης, με το οποιον ηγιασθη, και υβρισας το Πνευμα της χαριτος; |
30 Scimus enim eum, qui dixit: “ Mihi vindicta, ego retribuam ”; et iterum: “ Iudicabit Dominus populum suum ”. | 30 Διοτι εξευρομεν τον ειποντα? Εις εμε ανηκει η εκδικησις, εγω θελω καμει ανταποδοσιν, λεγει Κυριος? και παλιν? Ο Κυριος θελει κρινει τον λαον αυτου. |
31 Horrendum est incidere in manus Dei viventis. | 31 Φοβερον ειναι το να πεση τις εις χειρας Θεου ζωντος. |
32 Rememoramini autem pristinos dies, in quibus illuminati magnum certamen sustinuistis passionum, | 32 Αναφερετε δε εις την μνημην σας τας προτερας ημερας, εν αις αφου εφωτισθητε, υπεμεινατε μεγαν αγωνα παθηματων? |
33 in altero quidem opprobriis et tribulationibus spectaculum facti, in altero autem socii taliter conversantium effecti; | 33 ποτε μεν θεατριζομενοι με ονειδισμους και θλιψεις, ποτε δε γινομενοι κοινωνοι των τα τοιαυτα παθοντων. |
34 nam et vinctis compassi estis et rapinam bonorum vestrorum cum gaudio suscepistis, cognoscentes vos habere meliorem substantiam et manentem. | 34 Διοτι εδειξατε συμπαθειαν εις τα δεσμα μου και εδεχθητε μετα χαρας την αρπαγην των υπαρχοντων σας, εξευροντες οτι εχετε εις εαυτους περιουσιαν εν ουρανοις καλητεραν και διαμενουσαν. |
35 Nolite itaque abicere confidentiam vestram, quae magnam habet remunerationem; | 35 Μη αποβαλητε λοιπον την παρρησιαν σας, ητις εχει μισθαποδοσιαν μεγαλην. |
36 patientia enim vobis necessaria est, ut voluntatem Dei facientes reportetis promissionem. | 36 Διοτι εχετε χρειαν υπομονης, δια να καμητε το θελημα του Θεου και να λαβητε την επαγγελιαν. |
37 Adhuc enim modicum quantulum, qui venturus est, veniet et non tardabit. | 37 Διοτι ετι ολιγον καιρον, και θελει ελθει ο ερχομενος και δεν θελει βραδυνει. |
38 Iustus autem meus ex fide vivet; quod si subtraxerit se, non sibi complacet in eo anima mea. | 38 Ο δε δικαιος θελει ζησει εκ πιστεως? και εαν τις συρθη οπισω, η ψυχη μου δεν ευαρεστειται εις αυτον. |
39 Nos autem non sumus subtractionis in perditionem, sed fidei in acquisitionem animae. | 39 ημεις ομως δεν ειμεθα εκ των συρομενων οπισω προς απωλειαν, αλλ' εκ των πιστευοντων προς σωτηριαν της ψυχης. |