Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Apocalisse 12


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 E un gran prodigio fu veduto nel cielo: una donna vestita di sole, e la luna sotto i piedi di lei, o sulla testa di lei una corona di dodici stelle:1 Και σημειον μεγα εφανη εν τω ουρανω, γυνη ενδεδυμενη τον ηλιον, και η σεληνη υποκατω των ποδων αυτης, και επι της κεφαλης αυτης στεφανος αστερων δωδεκα,
2 Ed essendo gravida gridava pe' dolori del parto, patendo travaglio nel partorire.2 και εγκυος ουσα εκραζε κοιλοπονουσα και βασανιζομενη δια να γεννηση.
3 E un altro prodigio fu veduto nel cielo: attesoché ecco che un gran dragone rosso, che avea sette teste, e dieci corna, e sette diademi sulle sue teste,3 Και εφανη αλλο σημειον εν τω ουρανω, και ιδου, δρακων μεγας κοκκινος, εχων κεφαλας επτα και κερατα δεκα, και επι τας κεφαλας αυτου διαδηματα επτα,
4 E la coda di lui traeva la terza parte delle stelle del cielo, le quali egli precipitò in terra: e questo dragone si pose davanti alla donna, che stava per partorire: per divorare il suo figliuolo, quando l'avesse dato alla luce.4 και η ουρα αυτου εσυρε το τριτον των αστερων του ουρανου και ερριψεν αυτους εις την γην. Και ο δρακων εσταθη ενωπιον της γυναικος της μελλουσης να γεννηση, δια να καταφαγη το τεκνον αυτης, οταν γεννηση.
5 Ed ella partorì un figliuolo maschio, il quale è per governare tutte le nazioni con iscettro di ferro: e il figliuolo di lei fu rapito a Dio, e al trono di lui,5 Και εγεννησε παιδιον αρρεν, το οποιον μελλει να ποιμανη παντα τα εθνη εν ραβδω σιδηρα? και το τεκνον αυτης ηρπασθη προς τον Θεον και τον θρονον αυτου.
6 E la donna scappò alla solitudine, dove aveva luogo preparatole da Dio, perché ivi la nudriscano per mille dugento sessanta giorni.6 Και η γυνη εφυγεν εις την ερημον, οπου εχει τοπον ητοιμασμενον απο του Θεου, δια να τρεφωσιν αυτην εκει ημερας χιλιας διακοσιας εξηκοντα.
7 E segui in cielo una gran battaglia: Michele co' suoi Angeli combatterono contro il dragone, e il dragone, e gli angeli di lui combatterono:7 Και εγεινε πολεμος εν τω ουρανω? ο Μιχαηλ και οι αγγελοι αυτου επολεμησαν κατα του δρακοντος? και ο Δρακων επολεμησε και οι αγγελοι αυτου,
8 Ma non la vinsero, né vi fu più luogo per essi nel cielo.8 και δεν υπερισχυσαν, ουδε ευρεθη πλεον τοπος αυτων εν τω ουρανω.
9 E fu gittate quel gran dragone, quell'antico serpente, che diavolo appellasi, e satana, il quale seduce tutta la terra: e fu gittate per terra, e con lui furon gittati i suoi angeli.9 Και ερριφθη ο δρακων ο μεγας, ο οφις ο αρχαιος, ο καλουμενος Διαβολος και ο Σατανας, ο πλανων την οικουμενην ολην, ερριφθη εις την γην, και οι αγγελοι αυτου ερριφθησαν μετ' αυτου.
10 E udii voce sonora in cielo, la qual diceva: adesso è compiuta la salute, e la potenza, e il regno del nostro Dio, e la Potestà del suo Cristo: perché o stato discacciato l'accusatore de' nostri fratelli, il quale gli accusava dinanzi al nostro Dio di, e notte.10 Και ηκουσα φωνην μεγαλην λεγουσαν εν τω ουρανω? Τωρα εγεινεν η σωτηρια και δυναμις και η βασιλεια του Θεου ημων και η εξουσια τον Χριστου αυτου, διοτι κατερριφθη ο κατηγορος των αδελφων ημων, ο κατηγορων αυτους ενωπιον του Θεου ημων ημεραν και νυκτα.
11 Ed essi lo superarono in virtù del sangue dell'Agnello, e in virtù della parola di loro testimonianza, e non amarono le anime loro sino alla morte.11 Και αυτοι ενικησαν αυτον δια το αιμα του Αρνιου και δια τον λογον της μαρτυριας αυτων, και δεν ηγαπησαν την ψυχην αυτων μεχρι θανατου.
12 Per questo rallegratevi, o cieli, e voi, che in essi abitate. Guai alla terra, e al mare, imperocché a voi scende il diavolo con ira grande, sapendo di avere poco tempo.12 Δια τουτο ευφραινεσθε οι ουρανοι και οι κατοικουντες εν αυτοις? ουαι εις τους κατοικουντας την γην και την θαλασσαν, διοτι κατεβη ο διαβολος εις εσας εχων θυμον μεγαν, επειδη γνωριζει οτι ολιγον καιρον εχει.
13 E dopo che vide il dragone, com' era stato gittato sulla terra, perseguitò la donna, che avea partorito il maschio:13 Και οτε ειδεν ο δρακων οτι ερριφθη εις την γην, εδιωξε την γυναικα, ητις εγεννησε τον αρρενα.
14 E furon date alla donna due ale di grossa aquila, perché volasse lungi dal serpente nel deserto al suo posto, dov'è nudrita per un tempo, per tempi, e per la metà d'un tempo.14 Και εδοθησαν εις την γυναικα δυο πτερυγες του αετου του μεγαλου, δια να πετα εις την ερημον εις τον τοπον αυτης, οπου τρεφεται εκει καιρον και καιρους και ημισυ καιρου απο προσωπου του οφεως.
15 E il serpente gettò fuori dalla sua bocca quasi un fiume d'acqua dietro alla donna, affin di farla portar via dalla fiumana.15 Και ερριψεν ο οφις οπισω της γυναικος εκ του στοματος αυτου υδωρ ως ποταμον, δια να καμη να συρη αυτην ο ποταμος.
16 Ma la terra die soccorso alla Donna, ed apri la terra la sua bocca, e assorbì la fiumana, che il dragone aveva gettato dalla sua bocca.16 Και εβοηθησεν την γυναικα και ηνοιξεν η γη, το στομα αυτης και κατεπιε τον ποταμον, τον οποιον ερριψεν ο δρακων εκ του στοματος αυτου.
17 E s'irritò il dragone contro la Donna: e andò a far guerra con quei, che restavano del seme di lei, i quali osservano i precetti di Dio, e ritengono la confessione di Gesù Cristo.17 Και ωργισθη ο δρακων κατα της γυναικος και υπηγε να καμη πολεμον με τους λοιπους του σπερματος αυτης, τους φυλαττοντας τας εντολας του Θεου και εχοντας την μαρτυριαν του Ιησου Χριστου.
18 Ed ei si posò sull'arena del mare.