Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Secondo libro dei Re 17


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 Nell’anno dodicesimo di Acaz, re di Giuda, Osea, figlio di Ela, divenne re su Israele a Samaria. Egli regnò nove anni.1 Εν τω δωδεκατω ετει του Αχαζ βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσεν Ωσηε ο υιος του Ηλα εν Σαμαρεια επι τον Ισραηλ, εννεα ετη.
2 Fece ciò che è male agli occhi del Signore, ma non come i re d’Israele che l’avevano preceduto.2 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, πλην ουχι ως οι βασιλεις του Ισραηλ οιτινες ησαν προ αυτου.
3 Contro di lui mosse Salmanàssar, re d’Assiria; Osea divenne suo vassallo e gli pagò un tributo.3 Επ' αυτον ανεβη Σαλμανασαρ ο βασιλευς της Ασσυριας? και εγεινεν Ωσηε δουλος αυτου και εδιδεν εις αυτον φορον.
4 Ma poi il re d’Assiria scoprì una congiura di Osea; infatti questi aveva inviato messaggeri a So, re d’Egitto, e non spediva più il tributo al re d’Assiria, come ogni anno. Perciò il re d’Assiria lo arrestò e, incatenato, lo gettò in carcere.
4 Ευρηκε δε ο βασιλευς της Ασσυριας συνωμοσιαν εν τω Ωσηε? διοτι απεστειλε μηνυτας προς τον Σω, βασιλεα της Αιγυπτου, και δεν εδωκε φορον εις τον βασιλεα της Ασσυριας, ως εκαμνε κατ' ετος? οθεν συνεκλεισεν αυτον ο βασιλευς της Ασσυριας και εδεσεν αυτον εν φυλακη.
5 Il re d’Assiria invase tutta la terra, salì a Samaria e l’assediò per tre anni.5 Και ανεβη ο βασιλευς της Ασσυριας δια πασης της γης? και ανεβη εις την Σαμαρειαν και επολιορκησεν αυτην τρια ετη.
6 Nell’anno nono di Osea, il re d’Assiria occupò Samaria, deportò gli Israeliti in Assiria, e li stabilì a Calach e presso il Cabor, fiume di Gozan, e nelle città della Media.
6 Εν τω εννατω ετει του Ωσηε, ο βασιλευς της Ασσυριας εκυριευσε την Σαμαρειαν και μετωκισε τον Ισραηλ εις την Ασσυριαν, και κατωκισεν αυτους εν Αλα και εν Αβωρ, παρα τον ποταμον Γωζαν, και εν ταις πολεσι των Μηδων.
7 Ciò avvenne perché gli Israeliti avevano peccato contro il Signore, loro Dio, che li aveva fatti uscire dalla terra d’Egitto, dalle mani del faraone, re d’Egitto. Essi venerarono altri dèi,7 Εγεινε δε τουτο, διοτι οι υιοι του Ισραηλ ημαρτησαν εις Κυριον τον Θεον αυτων, οστις ανηγαγεν αυτους εκ γης Αιγυπτου, υποκατωθεν της χειρος του Φαραω βασιλεως της Αιγυπτου, και εσεβασβησαν αλλους θεους,
8 seguirono le leggi delle nazioni che il Signore aveva scacciato davanti agli Israeliti, e quelle introdotte dai re d’Israele.8 και περιεπατησαν εις τα νομιμα των εθνων, τα οποια εξεδιωξεν ο Κυριος απεμπροσθεν των υιων Ισραηλ, και τα των βασιλεων του Ισραηλ, τα οποια εθεσπισαν.
9 Gli Israeliti riversarono contro il Signore, loro Dio, parole non giuste e si costruirono alture in ogni loro città, dalla torre di guardia alla città fortificata.9 Και επραττον οι υιοι του Ισραηλ κρυφιως πραγματα, τα οποια δεν ησαν ευθεα ενωπιον Κυριου του Θεου αυτων, και ωκοδομησαν εις εαυτους υψηλους τοπους εν πασαις ταις πολεσιν αυτων, απο πυργου φυλακων εως οχυρας πολεως.
10 Si eressero stele e pali sacri su ogni alto colle e sotto ogni albero verde.10 Και ανηγειραν εις εαυτους αγαλματα και αλση επι παντα υψηλον λοφον και υποκατω παντος δενδρου πρασινου.
11 Ivi, su ogni altura, bruciarono incenso come le nazioni che il Signore aveva scacciato davanti a loro; fecero azioni cattive, irritando il Signore.11 Και εκει εθυμιαζον επι παντας τους υψηλους τοπους, καθως τα εθνη τα οποια ο Κυριος εξεδιωξεν απεμπροσθεν αυτων? και επραττον πονηρα πραγματα δια να παροργιζωσι τον Κυριον?
12 Servirono gli idoli, dei quali il Signore aveva detto: «Non farete una cosa simile!».
12 και ελατρευσαν τα ειδωλα, περι των οποιων ο Κυριος ειπε προς αυτους, Δεν θελετε καμει το πραγμα τουτο.
13 Eppure il Signore, per mezzo di tutti i suoi profeti e dei veggenti, aveva ordinato a Israele e a Giuda: «Convertitevi dalle vostre vie malvagie e osservate i miei comandi e i miei decreti secondo tutta la legge che io ho prescritto ai vostri padri e che ho trasmesso a voi per mezzo dei miei servi, i profeti».13 Και διεμαρτυρηθη ο Κυριος κατα του Ισραηλ και κατα του Ιουδα, δια χειρος παντων των προφητων, παντων των βλεποντων, λεγων, Επιστρεψατε απο των οδων υμων των πονηρων και φυλαττετε τας εντολας μου, τα διαταγματα μου, κατα παντα τον νομον τον οποιον προσεταξα εις τους πατερας σας και τον οποιον απεστειλα εις εσας δια μεσου των δουλων μου των προφητων.
14 Ma essi non ascoltarono, anzi resero dura la loro cervice, come quella dei loro padri, i quali non avevano creduto al Signore, loro Dio.14 Πλην αυτοι δεν υπηκουσαν, αλλ' εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων, ως τον τραχηλον των πατερων αυτων, οιτινες δεν επιστευσαν εις Κυριον τον Θεον αυτων.
15 Rigettarono le sue leggi e la sua alleanza, che aveva concluso con i loro padri, e le istruzioni che aveva dato loro; seguirono le vanità e diventarono vani, seguirono le nazioni intorno a loro, pur avendo il Signore proibito di agire come quelle.15 Και απερριψαν τα διαταγματα αυτου και την διαθηκην αυτου, την οποιαν εκαμε μετα των πατερων αυτων, και τας διαμαρτυρησεις αυτου, τας οποιας διεμαρτυρηθη εναντιον αυτων? και υπηγαν οπισω της ματαιοτητος, και εματαιωθησαν, και οπισω των εθνων των περιξ αυτων, περι των οποιων ο Κυριος προσεταξεν αυτους, να μη πραξωσιν ως εκεινα.
16 Abbandonarono tutti i comandi del Signore, loro Dio; si eressero i due vitelli in metallo fuso, si fecero un palo sacro, si prostrarono davanti a tutta la milizia celeste e servirono Baal.16 Και εγκατελιπον πασας ταις εντολας Κυριου του Θεου αυτων, και εκαμον εις εαυτους χωνευτα, δυο μοσχους, και εκαμον αλση και προσεκυνησαν πασαν την στρατιαν του ουρανου και ελατρευσαν τον Βααλ.
17 Fecero passare i loro figli e le loro figlie per il fuoco, praticarono la divinazione e trassero presagi; si vendettero per compiere ciò che è male agli occhi del Signore, provocandolo a sdegno.17 Και διεβιβαζον τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων δια του πυρος, και μετεχειριζοντο μαντειας και οιωνισμους, και επωλησαν εαυτους εις το να πραττωσι πονηρα ενωπιον του Κυριου, δια να παροργιζωσιν αυτον.
18 Il Signore si adirò molto contro Israele e lo allontanò dal suo volto e non rimase che la sola tribù di Giuda.18 Δια ταυτα ο Κυριος ωργισθη σφοδρα κατα του Ισραηλ και απεβαλεν αυτους απο προσωπου αυτου? δεν εναπελειφθη, παρα μονη η φυλη του Ιουδα.
19 Neppure quelli di Giuda osservarono i comandi del Signore, loro Dio, ma seguirono le leggi d’Israele.19 Και ο Ιουδας ετι δεν εφυλαξε τας εντολας Κυριου του Θεου αυτου, αλλα περιεπατησαν εις τα διαταγματα του Ισραηλ, τα οποια εκαμον.
20 Il Signore rigettò tutta la discendenza d’Israele; li umiliò e li consegnò in mano a predoni, finché non li scacciò dal suo volto.20 Και απεβαλεν ο Κυριος παν το σπερμα του Ισραηλ και κατεθλιψεν αυτους, και παρεδωκεν αυτους εις την χειρα των διαρπαζοντων, εωσου απερριψεν αυτους απο προσωπου αυτου.
21 Quando aveva strappato Israele dalla casa di Davide, avevano fatto re Geroboamo, figlio di Nebat; poi Geroboamo aveva spinto Israele a staccarsi dal Signore e gli aveva fatto commettere un grande peccato.21 Διοτι απεσχισθη ο Ισραηλ απο του οικου Δαβιδ, και εκαμον βασιλεα τον Ιεροβοαμ υιον του Ναβατ? και ο Ιεροβοαμ απεσπασε τον Ισραηλ εξοπισθεν του Κυριου, και εκαμεν αυτους να αμαρτησωσιν αμαρτιαν μεγαλην.
22 Gli Israeliti imitarono tutti i peccati che Geroboamo aveva commesso; non se ne allontanarono,22 Διοτι οι υιοι Ισραηλ περιεπατησαν εν πασαις ταις αμαρτιαις του Ιεροβοαμ, τας οποιας επραξε? δεν απεμακρυνθησαν απ' αυτων,
23 finché il Signore non allontanò Israele dal suo volto, come aveva detto per mezzo di tutti i suoi servi, i profeti. Israele fu deportato dalla sua terra in Assiria, fino ad oggi.
23 εωσου ο Κυριος απεβαλε τον Ισραηλ απο προσωπου αυτου, καθως ελαλησε δια χειρος παντων των δουλων αυτου των προφητων. Και μετωκισθη ο Ισραηλ απο της γης αυτου εις την Ασσυριαν, εως της ημερας ταυτης.
24 Il re d’Assiria mandò gente da Babilonia, da Cuta, da Avva, da Camat e da Sefarvàim e la stabilì nelle città della Samaria al posto degli Israeliti. E quelli presero possesso della Samaria e si stabilirono nelle sue città.24 Και εφερεν ο βασιλευς της Ασσυριας ανθρωπους εκ Βαβυλωνος και απο Χουθα και απο Αυα και απο Αιμαθ και απο Σεφαρουιμ, και κατωκισεν εν ταις πολεσι της Σαμαρειας αντι των υιων Ισραηλ, και εκληρονομησαν την Σαμαρειαν και κατωκησαν εν ταις πολεσιν αυτης.
25 All’inizio del loro insediamento non veneravano il Signore ed egli inviò contro di loro dei leoni, che ne facevano strage.25 Και εν τη αρχη της εκει κατοικησεως αυτων, δεν εφοβηθησαν τον Κυριον? και απεστειλεν ο Κυριος τους λεοντας μεταξυ αυτων, και εθανατονον εξ αυτων.
26 Allora dissero al re d’Assiria: «Le popolazioni che tu hai trasferito e stabilito nelle città della Samaria non conoscono il culto del dio locale ed egli ha mandato contro di loro dei leoni, i quali seminano morte tra loro, perché esse non conoscono il culto del dio locale».26 Και ειπον προς τον βασιλεα της Ασσυριας, λεγοντες, Τα εθνη, τα οποια μετωκισας και εκαθισας εν ταις πολεσι της Σαμαρειας, δεν γνωριζουσι τον νομον του Θεου της γης? δια τουτο απεστειλε τους λεοντας μεταξυ αυτων, και ιδου, θανατονουσιν αυτους, επειδη δεν γνωριζουσι τον νομον του Θεου της γης.
27 Il re d’Assiria ordinò: «Mandate laggiù uno dei sacerdoti che avete deportato di là: vada, vi si stabilisca e insegni il culto del dio locale».27 Τοτε ο βασιλευς της Ασσυριας προσεταξε, λεγων, Φερετε εκει ενα των ιερεων, τους οποιους μετωκισατε εκειθεν? και ας υπαγωσι και ας κατοικησωσιν εκει? και ας διδαξη αυτους τον νομον του Θεου της γης.
28 Venne uno dei sacerdoti deportati da Samaria, che si stabilì a Betel e insegnava loro come venerare il Signore.
28 Και εις των ιερεων, τους οποιους μετωκισαν εκ της Σαμαρειας, ηλθε και κατωκησεν εν Βαιθηλ, και εδιδασκεν αυτους πως να φοβωνται τον Κυριον.
29 Ogni popolazione si fece i suoi dèi e li mise nei templi delle alture costruite dai Samaritani, ognuna nella città dove dimorava.29 Εκαστον ομως εθνος εκαμον θεους εις εαυτους και εθεσαν εις τους οικους των υψηλων τοπων, τους οποιους οι Σαμαρειται εκαμον, εκαστον εθνος εν ταις πολεσιν αυτων, οπου κατωκουν.
30 Gli uomini di Babilonia si fecero Succot-Benòt, gli uomini di Cuta si fecero Nergal, gli uomini di Camat si fecero Asimà.30 Και οι ανδρες της Βαβυλωνος εκαμον την Σοκχωθ-βενωθ, οι δε ανδρες της Χουθα εκαμον την Νεργαλ, και οι ανδρες της Αιμαθ εκαμον την Ασιμα,
31 Gli Avviti si fecero Nibcaz e Tartak; i Sefarvei bruciavano nel fuoco i propri figli in onore di Adrammèlec e di Anammèlec, divinità di Sefarvàim.31 και οι Αυιται εκαμον την Νιβαζ και τον Ταρτακ, και οι Σεφαρουιται εκαιον τους υιους αυτων δια του πυρος εις τον Αδραμμελεχ και Αναμμελεχ, θεους των Σεφαρουιτων.
32 Veneravano anche il Signore; si fecero sacerdoti per le alture, scegliendoli tra di loro: prestavano servizio per loro nei templi delle alture.32 Ουτως εφοβουντο τον Κυριον? εκαμον δε εις εαυτους εκ των εσχατων μεταξυ αυτων ιερεις των υψηλων τοπων, οιτινες εθυσιαζον υπερ αυτων εν τοις οικοις των υψηλων τοπων.
33 Veneravano il Signore e servivano i loro dèi, secondo il culto delle nazioni dalle quali li avevano deportati.33 Εφοβουντο μεν τον Κυριον, ελατρευον ομως τους ιδιους αυτων θεους, κατα τον τροπον των εθνων, οθεν μετωκισθησαν.
34 Fino ad oggi essi agiscono secondo i culti antichi: non venerano il Signore e non agiscono secondo le loro norme e il loro culto, né secondo la legge e il comando che il Signore ha dato ai figli di Giacobbe, a cui impose il nome d’Israele.34 Εως της ημερας ταυτης καμνουσι κατα τους προτερους τροπους? δεν φοβουνται τον Κυριον και δεν πραττουσι κατα τα διαταγματα αυτων και κατα τας κρισεις αυτων και κατα τον νομον και την εντολην, την οποιαν προσεταξεν ο Κυριος εις τους υιους Ιακωβ, τον οποιον ωνομασεν Ισραηλ?
35 Il Signore aveva concluso con loro un’alleanza e aveva loro ordinato: «Non venerate altri dèi, non prostratevi davanti a loro, non serviteli e non sacrificate a loro,35 και εκαμε προς αυτους ο Κυριος διαθηκην και προσεταξεν αυτους, λεγων, Δεν θελετε φοβηθη αλλους θεους, και δεν θελετε προσκυνησει αυτους ουδε λατρευσει αυτους ουδε θυσιασει εις αυτους?
36 ma venerate solo il Signore, che vi ha fatto salire dalla terra d’Egitto con grande potenza e con braccio teso: a lui prostratevi e a lui sacrificate.36 αλλα τον Κυριον, οστις σας ανηγαγεν εκ γης Αιγυπτου μετα δυναμεως μεγαλης και εν βραχιονι εξηπλωμενω, αυτον θελετε φοβεισθαι και αυτον θελετε προσκυνει και εις αυτον θελετε θυσιαζει,
37 Osservate le norme, i precetti, la legge e il comando che egli ha scritto per voi, mettendoli in pratica tutti i giorni; non venerate altri dèi.37 και τα διαταγματα και τας κρισεις και τον νομον και την εντολην, την οποιαν εγραψε δια σας, θελετε προσεχει να εκτελητε παντοτε? αλλους δε θεους δεν θελετε φοβηθη?
38 Non dimenticate l’alleanza che ho concluso con voi e non venerate altri dèi,38 και την διαθηκην, την οποιαν εκαμα προς εσας, δεν θελετε λησμονησει και δεν θελετε φοβηθη αλλους θεους?
39 ma venerate soltanto il Signore, vostro Dio, ed egli vi libererà dal potere di tutti i vostri nemici».39 αλλα Κυριον τον Θεον σας θελετε φοβεισθαι και αυτος θελει σας ελευθερωσει εκ χειρος παντων των εχθρων σας.
40 Essi però non ascoltarono, ma continuano ad agire secondo il loro culto antico.
40 Πλην δεν υπηκουσαν, αλλ' εκαμνον κατα τους προτερους τροπους αυτων.
41 Così quelle popolazioni veneravano il Signore e servivano i loro idoli, e così pure i loro figli e i figli dei loro figli: come fecero i loro padri essi fanno ancora oggi.41 Και τα εθνη ταυτα εφοβουντο μεν τον Κυριον, ελατρευον ομως τα γλυπτα αυτων? και οι υιοι αυτων και των υιων αυτων οι υιοι, καθως οι πατερες αυτων εκαμνον, ουτω καμνουσιν εως της ημερας ταυτης.