Ijob 11
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Da antwortete Zofar von Naama und sprach: | 1 Και απεκριθη ο Σωφαρ ο Νααμαθιτης και ειπε? |
2 Soll dieser Wortschwall ohne Antwort bleiben und soll der Maulheld Recht behalten? | 2 Δεν διδεται αποκρισις εις το πληθος των λογων; και ο πολυλογος θελει δικαιωθη; |
3 Dein Geschwätz lässt Männer schweigen, du darfst spotten, ohne dass einer dich beschämt. | 3 Αι φλυαριαι σου θελουσιν αποστομωσει τους ανθρωπους; και οταν περιγελας, δεν θελει σε καταισχυνει τις; |
4 Du sagtest: Rein ist meine Lehre und lauter war ich stets in deinen Augen. | 4 Διοτι ειπες, Η ομιλια μου ειναι καθαρα, και ειμαι καθαρος ενωπιον σου. |
5 O, dass Gott doch selber spräche, seine Lippen öffnete gegen dich. | 5 Αλλ' ειθε να ελαλει ο Θεος και να ηνοιγε τα χειλη αυτου εναντιον σου. |
6 Er würde dich der Weisheit Tiefen lehren, dass sie wie Wunder sind für den klugen Verstand. Wisse, dass Gott dich zur Rechenschaft zieht in deiner Schuld. | 6 Και να σοι εφανερονε τα κρυφια της σοφιας, οτι ειναι διπλασια των οσα γνωριζονται. Εξευρε λοιπον, οτι ο Θεος απαιτει απο σου ολιγωτερον της ανομιας σου. |
7 Die Tiefen Gottes willst du finden, bis zur Vollkommenheit des Allmächtigen vordringen? | 7 Δυνασαι να εξιχνιασης τα βαθη του Θεου; δυνασαι να εξιχνιασης τον Παντοδυναμον με εντελειαν; |
8 Höher als der Himmel ist sie, was machst du da? Tiefer als die Unterwelt, was kannst du wissen? | 8 Ταυτα ειναι ως τα υψη του ουρανου? τι δυνασαι να καμης; ειναι βαθυτερα του αδου? τι δυνασαι να γνωρισης; |
9 Länger als die Erde ist ihr Maß, breiter ist sie als das Meer. | 9 Το μετρον αυτων ειναι μακροτερον της γης, και πλατυτερον της θαλασσης. |
10 Wenn er daherfährt und gefangen nimmt, wenn er zusammentreibt, wer hält ihn ab? | 10 Εαν θεληση να χαλαση και να κλειση, η να συναξη, τοτε τις δυναται να εμποδιση αυτον; |
11 Denn er kennt die falschen Leute, sieht das Unrecht und nimmt es wahr. | 11 Διοτι αυτος γνωριζει την ματαιοτητα των ανθρωπων, και βλεπει την ασεβειαν? και δεν θελει εξετασει; |
12 Kommt denn ein Hohlkopf zur Besinnung, wird ein Wildesel als ein Mensch geboren? | 12 Ο δε ματαιος ανθρωπος υπερηφανευεται, και γενναται ο ανθρωπος αγριον οναριον. |
13 Wenn du selbst dein Herz in Ordnung bringst und deine Hände zu ihm ausbreitest - | 13 Εαν συ ετοιμασης την καρδιαν σου και εκτεινης τας χειρας σου προς αυτον? |
14 wenn Unrecht klebt an deiner Hand, entfern es und lass nicht Schlechtigkeit in deinem Zelte wohnen! -, | 14 εαν την ανομιαν, την εν χερσι σου, απομακρυνης και δεν αφινης να κατοικηση ασεβεια εν ταις σκηναις σου? |
15 dann kannst du makellos deine Augen erheben, fest stehst du da und brauchst dich nicht zu fürchten. | 15 τοτε βεβαιως θελεις υψωσει το προσωπον σου ακηλιδωτον? μαλιστα θελεις εισθαι σταθερος και δεν θελεις φοβεισθαι. |
16 Dann wirst du auch das Ungemach vergessen, du denkst daran wie an Wasser, das verlief. | 16 Διοτι συ θελεις λησμονησει την θλιψιν? θελεις ενθυμηθη αυτην ως υδατα διαρρευσαντα? |
17 Heller als der Mittag erhebt sich dann dein Leben, die Dunkelheit wird wie der Morgen sein. | 17 και ο καιρος σου θελει ανατειλει λαμπροτερος της μεσημβριας? και εαν επελθη σκοτος επι σε, παλιν θελεις γεινει ως η αυγη? |
18 Du fühlst dich sicher, weil noch Hoffnung ist; geborgen bist du, du kannst in Ruhe schlafen. | 18 και θελεις εισθαι ασφαλης, διοτι υπαρχει ελπις εις σε? ναι, θελεις σκαπτει δια την σκηνην σου και θελεις κοιμασθαι εν ασφαλεια? |
19 Du kannst dich lagern, ohne dass jemand dich schreckt, und viele mühen sich um deine Gunst. | 19 θελεις πλαγιαζει, και ουδεις θελει σε τρομαζει? και πολλοι θελουσιν ικετευει το προσωπον σου. |
20 Doch der Frevler Augen verschmachten, jede Zuflucht schwindet ihnen; ihr Hoffen ist, das Leben auszuhauchen. | 20 Των δε ασεβων οι οφθαλμοι θελουσι μαρανθη, και καταφυγιον θελει λειψει απ' αυτων, και η ελπις αυτων θελει εισθαι να εκπνευσωσι. |