Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Primo libro di Samuele 13


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Saul era figlio d un anno, quando cominciò a regnare e regnò due anni sopra Israele.1 Ο Σαουλ ητο βασιλευς ενος ετους? αφου δε εβασιλευσε δυο ετη επι τον Ισραηλ,
2 E poi si scelse tremila Israeliti, due nella dei quali stavano con Saul in Macmas e sul monte di Betel, mille con Gionata, in Gabaa di Beniamino; tutto il resto del popolo lo rimandò, ognuno a casa sua.2 εξελεξεν ο Σαουλ εις εαυτον τρεις χιλιαδας εκ του Ισραηλ? και ησαν μετα του Σαουλ δυο χιλιαδες εν Μιχμας και εν τω ορει Βαιθηλ, και χιλιοι ησαν μετα του Ιωναθαν εν Γαβαα του Βενιαμιν? το δε υπολοιπον του λαου εξαπεστειλεν εκαστον εις την σκηνην αυτου.
3 Or Gionata percosse il presidio dei Filistei che era in Gabaa. Quando ciò fu risaputo dai Filistei, Saul fece sonar la tromba per tutto il paese e dire: « Lo sappiano gli Ebrei ».3 Και επαταξεν ο Ιωναθαν την φρουραν των Φιλισταιων την εν τω βουνω? και ηκουσαν οι Φιλισταιοι. Και εσαλπισεν ο Σαουλ δια της σαλπιγγος εν παση τη γη, λεγων, Ας ακουσωσιν οι Εβραιοι.
4 E tutto Israele, udita questa nuova: Saul ha percosso il presidio dei Filistei, si levò contro i Filistei, e il popolo si mosse ad alte grida dietro a Saul in Galgala.4 Και πας ο Ισραηλ ηκουσε να λεγωσιν, Επαταξεν ο Σαουλ την φρουραν των Φιλισταιων, και μαλιστα ο Ισραηλ μισειται υπο των Φιλισταιων. Και συνηχθη ο λαος κατοπιν του Σαουλ εν Γαλγαλοις.
5 Ma i Filistei s'adunarono per combattere contro Israele: essi con trenta mila carri, sei mila cavalieri ed altra turba innumerabile come la rena che è sul lido del mare, salirono e posero il campo a Macmas, a oriente di Betaven.5 Οι δε Φιλισταιοι συνηθροισθησαν δια να πολεμησωσι μετα του Ισραηλ, τριακοντα χιλιαδες αμαξων και εξ χιλιαδες ιππεων και λαος ως η αμμος η επι του χειλους της θαλασσης κατα το πληθος? και ανεβησαν και εστρατοπεδευσαν εν Μιχμας, προς ανατολας της Βαιθ-αυεν.
6 Gli uomini d'Israele, vedendosi ridotti alle strette (il popolo era scoraggiato), si nascosero nelle caverne, nelle grotte, e nei massi e negli antri e nelle cisterne.6 Οτε οι ανδρες του Ισραηλ ειδον οτι ησαν εν αμηχανια, διοτι ο λαος εμικροψυχει, τοτε εκρυπτετο ο λαος εις τα σπηλαια και εις τα πυκνοφυτα και εις τους βραχους και εις τα οχυρα μερη και εις τους λακκους.
7 Gli Ebrei poi passarono di là dal Giordano, nella terra di Gad e di Galaad. Saul era sempre in Galgala e il popolo che lo seguiva era impaurito.7 Και τινες εκ των Εβραιων διεβησαν τον Ιορδανην προς την γην Γαδ και Γαλααδ. Ο δε Σαουλ αυτος ητο ακομη εν Γαλγαλοις? και πας ο λαος τρεμων κατοπιν αυτου.
8 Or avendo aspettato setto giorni, secondo l'ordine di Samuele, siccome Samuele non veniva a Galgala e il popolo si sbandava da lui,8 Και περιεμεινεν επτα ημερας, κατα τον διωρισμενον καιρον υπο του Σαμουηλ? αλλ' ο Σαμουηλ δεν ηρχετο εις Γαλγαλα? και ο λαος διεσκορπιζετο απο πλησιον αυτου.
9 Saul disse: « Portatemi l'olocausto e le ostie pacifiche ». E offerse l'olocausto.9 Και ειπεν ο Σαουλ, Φερετε εδω προς εμε το ολοκαυτωμα, και τας ειρηνικας προσφορας. Και προσεφερε το ολοκαυτωμα.
10 Mentre finiva d'offrir l'olocausto, ecco Samuele. Saul gli andò incontro per salutarlo;10 Και ως ετελειωσε προσφερων το ολοκαυτωμα, ιδου, ηλθεν ο Σαμουηλ? και εξηλθεν ο Σαουλ εις συναντησιν αυτου, δια να χαιρετηση αυτον.
11 Ma Samuele gli disse: « Che hai fatto? » Saul rispose: « Vedendo che il popolo si sbandava, che tu non eri giunto dentro i giorni stabiliti e che i Filistei s'erano radunati a Macmas,11 Και ειπεν ο Σαμουηλ, Τι εκαμες; Και απεκριθη ο Σαουλ, Επειδη ειδον οτι ο λαος διεσκορπιζετο απ' εμου, και συ δεν ηλθες την διωρισμενην ημεραν, οι δε Φιλισταιοι συνηθροιζοντο εις Μιχμας,
12 ho detto: Ora i Filistei discenderanno contro di me in Galgala, avanti che io abbia placato la feccia del Signore, e spinto dalla necessità ho offerto l'olocausto ».12 δια τουτο ειπα, Τωρα θελουσι καταβη οι Φιλισταιοι εναντιον μου εις Γαλγαλα, και εγω δεν εκαμα δεησιν προς τον Κυριον? ετολμησα λοιπον, και προσεφερα το ολοκαυτωμα.
13 E Samuele disse a Saul: « Hai agito stoltamente, e non hai osservati gli ordini che il Signore Dio tuo ti aveva prescritti. Se tu non avessi fatto questo, ora il Signore avrebbe già stabilito in sempiterno il tuo regno sopra Israele;13 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον Σαουλ, Συ επραξας αφρονως? δεν εφυλαξας το προσταγμα Κυριου του Θεου σου, το οποιον προσεταξεν εις σε? διοτι τωρα ο Κυριος ηθελε στερεωσει την βασιλειαν σου επι τον Ισραηλ εως του αιωνος?
14 ma invece il tuo regno non sussisterà più in avvenire. Il Signore s'c cercato un uomo secondo il suo cuore, il Signore l'ha destinato ad essere capo del suo popolo, perchè tu non hai osservato ciò che aveva comandato il Signore ».14 αλλα τωρα η βασιλεια σου δεν θελει στηριχθη? ο Κυριος εζητησεν εις εαυτον ανθρωπον κατα την καρδιαν αυτου, και διωρισεν ο Κυριος αυτον να ηναι αρχων επι τον λαον αυτου, επειδη δεν εφυλαξας εκεινο το οποιον προσεταξεν εις σε ο Κυριος.
15 Samuele se ne andò e sali da Galgala a Gabaa di Beniamino, e il resto del popolo salì dietro a Saul contro la turba dei Filistei che li assaliva mentre da Galgala andavano a Gabaa sul colle di Beniamino. Saul, fatta la rassegna della gente che si trovava con lui, si trovò con circa seicento uomini.15 Και εσηκωθη ο Σαμουηλ και ανεβη απο Γαλγαλων εις Γαβαα του Βενιαμιν. Ο δε Σαουλ ηριθμησε τον λαον τον ευρεθεντα μετ' αυτου, περιπου εξακοσιους ανδρας.
16 Or Saul, Gionata suo figlio e la gente che era con essi stavano in Gabaa di Beniamino; i Filistei erano a Macmas.16 Και ο Σαουλ και Ιωναθαν ο υιος αυτου και ο λαος ο ευρεθεις μετ' αυτων, εκαθηντο εν Γαβαα του Βενιαμιν? οι δε Φιλισταιοι ησαν εστρατοπεδευμενοι εν Μιχμας.
17 Dai campi dei Filistei uscirono tre schiere per andare al saccheggio; una schiera prese la via di Efra verso la terra di Saul;17 Και εξηλθον λεηλαται εκ του στρατοπεδου των Φιλισταιων εις τρια σωματα? το εν σωμα εστραφη εις την οδον Οφρα, προς την γην Σωγαλ?
18 la seconda prese la strada di Bethoron; la terza andava verso il territorio che domina la valle di Seboim, di faccia al deserto.18 και το αλλο σωμα εστραφη εις την οδον Βαιθ-ωρων? και το αλλο σωμα εστραφη εις την οδον του οριου, το οποιον βλεπει προς την κοιλαδα Σεβωειμ, κατα την ερημον.
19 Ma in tutto il paese d'Israele non si trovava un fabbro ferraio: l'avevano impedito i Filistei, perchè temevano che gli Ebrei facessero delle spade e delle lance.19 Και σιδηρουργος δεν ευρισκετο εν παση τη γη Ισραηλ? διοτι οι Φιλισταιοι ειπον, Μηποτε οι Εβραιοι κατασκευασωσι ρομφαιας η λογχας?
20 Perquesto ciascuno d'Israele doveva scendere dai Filistei, per fare aggiustare il suo vomere, la zappa, la scure, il sarshiello.20 αλλα κατεβαινον παντες οι Ισραηλιται προς τους Φιλισταιους, δια να ακονωσιν εκαστος το υνιον αυτου και την δικελλαν αυτου και την αξινην αυτου, και την σκαπανην αυτου,
21 Eran quindi smussate le punte dei vomeri, delle zappe, dei tridenti e delle scuri, non avendo nemmeno come acuminare un pungolo.21 οσακις ηθελον αμβλυνθη αι σκαπαναι και αι δικελλαι και τα τρικρανα και αι αξιναι αυτων? και δια να οξυνωσι τα βουκεντρα αυτων.
22 Venuto adunque il dì della battaglia, nessuno di tutta la gente che era con Saul e Gionata aveva spada, o lancia; l'avevan soltanto Saul e Gionata suo figlio.22 Δια τουτο εν τη ημερα της μαχης, δεν ευρισκετο ουτε μαχαιρα ουτε λογχη εις την χειρα τινος εκ του λαου του οντος μετα του Σαουλ και Ιωναθαν? εις τον Σαουλ ομως και εις τον Ιωναθαν τον υιον αυτου ευρεθησαν.
23 Intanto un presidio dei Filistei era uscito per andare verso Macmas.23 Η δε φρουρα των Φιλισταιων εξηλθε προς το περασμα Μιχμας.