Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Deuteronomio 1


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Queste son le parole che Mosè rivolse a tutto Israele di là dal Giordano, nel deserto, nella pianura di faccia al Mar Rosso, tra Faran, Tofel, Laban e Haserot, dov'è moltissimo oro.1 Ουτοι ειναι οι λογοι, τους οποιους ελαλησεν ο Μωυσης προς παντα τον Ισραηλ, εντευθεν του Ιορδανου εν τη ερημω, εν τη πεδιαδι κατεναντι Σουφ, μεταξυ Φαραν και Τοφελ και Λαβαν και Ασηρωθ και Διζααβ.
2 Dall'Oreb a Cadesbarne, per la via del monte di Seir, vi è la distanza di undici giornate di cammino.2 Ενδεκα ημεραι ειναι απο Χωρηβ, δια της οδου του ορους Σηειρ, εως Καδης-βαρνη.
3 Nell'anno quarantesimo, nell'undecimo mese, al primo del mese, Mosè disse ai figli d'Israele tutto quello che il Signore gli aveva comandato di dir loro,3 Και το τεσσαρακοστον ετος τον ενδεκατον μηνα, τη πρωτη του μηνος ελαλησεν ο Μωυσης προς τους υιους Ισραηλ, κατα παντα οσα προσεταξεν εις αυτον ο Κυριος περι αυτων?
4 e lo fece dopo avere sconfitto Sehon re degli Amorrei, che abitava in Esebon, e Og re di Basan, che, abitava in Astarot e in Edrai,4 αφου επαταξε τον Σηων βασιλεα των Αμορραιων, οστις κατωκει εν Εσεβων, και τον Ωγ βασιλεα της Βασαν, οστις κατωκει εν Ασταρωθ εν Εδρει?
5 al di là del Giordano, nella terra di Moab. E Mosè prese a spiegar la legge e disse:5 εντευθεν του Ιορδανου εν τη γη Μωαβ ηρχισεν ο Μωυσης να διασαφη τον νομον τουτον, λεγων,
6 « Il Signore Dio nostro parlò a noi sull'Oreb, dicendo: Vi siete fermati abbastanza a questo monte:6 Κυριος ο Θεος ημων ελαλησε προς ημας εν Χωρηβ λεγων, Αρκει οσον εμεινατε εν τω ορει τουτω?
7 or movetevi ed avviatevi verso il monte degli Amorrei e i luoghi vicini, verso le pianure, le montagne e le valli, e il mezzodì, e il littorale, verso la terra dei Cananei, e verso il Libano fino al gran fiume Eufrate.7 στρεψατε και ακολουθησατε την οδον σας και υπαγετε εις το ορος των Αμορραιων και εις παντας τους περιοικους αυτου εις την πεδιαδα, εις το ορος και εις την κοιλαδα και εις την μεσημβριαν και εις τα παραλια, την γην των Χαναναιων και τον Λιβανον, εως του μεγαλου ποταμου, του ποταμου Ευφρατου?
8 Ecco ve l'ho data: entratevi, e possedete la terra che il Signore giurò di dare ai vostri padri Abramo, Isacco e Giacobbe, e ai loro discendenti dopo di loro.8 ιδου, εγω παρεδωκα εμπροσθεν σας την γην? εισελθετε και κυριευσατε την γην, την οποιαν ωμοσε Κυριος προς τους πατερας σας, προς τον Αβρααμ, προς τον Ισαακ και προς τον Ιακωβ, να δωση εις αυτους και εις το σπερμα αυτων μετ' αυτους.
9 E in quel tempo io vi dissi:9 Και ειπα προς εσας κατ' εκεινον τον καιρον, λεγων, Δεν δυναμαι εγω μονος να σας βασταζω?
10 Non vi posso portare da solo, perche, avendovi il Signore Dio vostro moltiplicati, oggi siete in gran numero come le stelle del cielo,10 Κυριος ο Θεος σας σας επληθυνε και ιδου, την σημερον εισθε ως τα αστρα του ουρανου κατα το πληθος?
11 Il Signore Dio dei padri vostri vi moltiplichi ancora per migliaia, e vi benedica, come ha detto;11 Κυριος ο Θεος των πατερων σας να σας καμη χιλιακις περισσοτερους παρ' ο, τι εισθε και να σας ευλογηση, καθως ελαλησε προς εσας?
12 ma io non posso da solo reggere ai vostri affari, alla fatica, alle liti.12 πως θελω δυνηθη εγω μονος να βαστασω την ενοχλησιν σας και το φορτιον σας και τας αντιλογιας σας;
13 Sceglietemi tra voi degli uomini saggi e sperimentati e di ottima fama nelle vostre tribù, che li costituisca vostri capi.13 λαβετε ανδρας σοφους και συνετους και γνωστους μεταξυ των φυλων σας, και θελω καταστησει αυτους αρχηγους εφ' υμας.
14 Allora voi mi rispondeste: Tu proponi un'ottima cosa.14 Και απεκριθητε προς εμε λεγοντες, Καλος ο λογος, τον οποιον ελαλησας, δια να καμωμεν αυτον.
15 Ed io presi dalle vostre tribù degli uomini saggi e nobili, e li costituii principi, tribuni, capi di cento, di cinquanta, di dieci uomini, perchè v'insegnassero ogni cosa.15 Τοτε ελαβον τους αρχηγους των φυλων σας, ανδρας σοφους και γνωστους και κατεστησα αυτους αρχηγους εφ' υμας, χιλιαρχους και εκατονταρχους και πεντηκονταρχους και δεκαρχους και επιστατας των φυλων σας.
16 E diedi loro quest'ordine: Ascoltateli e giudicate secondo il giusto, tanto se si tratta d'un cittadino che d'un forestiero.16 Και προσεταξα εις τους κριτας σας κατ' εκεινον τον καιρον λεγων, Ακουετε αναμεσον των αδελφων σας και κρινετε δικαιως αναμεσον ανθρωπου και του αδελφου αυτου και του ξενου αυτου.
17 Non abbiate riguardi personali; ascoltate il piccolo come il grande, senza accettazione di persone, perchè è il giudizio di Dio. Le cose più difficili deferitele a me, e le sentirò io.17 Εν τη κρισει δεν θελετε αποβλεπει εις προσωπα? θελετε ακουει τον μικρον ως τον μεγαλον? δεν θελετε φοβεισθαι προσωπον ανθρωπου? διοτι η κρισις ειναι του Θεου? και πασαν υποθεσιν, ητις ηθελεν εισθαι πολυ δυσκολος δια σας, αναφερετε αυτην εις εμε, και εγω θελω ακουει αυτην.
18 E ordinai allora ciò che dovevate fare.18 Και προσεταξα εις εσας κατα τον καιρον εκεινον παντα οσα επρεπε να πραττητε.
19 Partiti poi dall'Oreb, attraversammo quel terribile e grandissimo deserto che avete veduto, e, andando verso il monte degli Amorrei, come il Signore Dio nostro ei aveva comandato, giungemmo a Cadesbarne.19 Και σηκωθεντες απο Χωρηβ, διεπερασαμεν πασαν την ερημον την μεγαλην και φοβεραν εκεινην, την οποιαν ειδετε, οδοιπορουντες προς το ορος των Αμορραιων, καθως Κυριος ο Θεος ημων προσεταξεν εις ημας, και ηλθομεν εως Καδης-βαρνη.
20 Ove io vi dissi: Siete giunti al monte degli Amorrei che il Signore Dio nostro sta per darci.20 Και ειπα προς εσας, Ηλθετε εις το ορος των Αμορραιων, το οποιον διδει εις ημας Κυριος ο Θεος ημων?
21 Mira la terra che ti dà il Signore Dio tuo: sali e prendine possesso, come disse il Signore Dio nostro ai tuoi padri: non temere e non aver paura di nulla.21 ιδου, Κυριος ο Θεος σου παρεδωκε την γην εμπροσθεν σου? αναβα, κυριευσον, καθως ελαλησε προς σε Κυριος ο Θεος των πατερων σου? μη φοβηθης μηδε δειλιασης.
22 Allora, accostandovi tutti a me, diceste: Mandiamo degli uomini che esplorino la terra e ci riferiscano per qual via dovremo salire e verso quali città incamminarci.22 Και ηλθετε προς εμε παντες υμεις και ειπετε, Ας αποστειλωμεν ανδρας εμπροσθεν ημων και ας κατασκοπευσωσιν εις ημας την γην και ας απαγγειλωσι προς ημας την οδον δι' ης πρεπει να αναβωμεν? και τας πολεις εις τας οποιας θελομεν υπαγει.
23 Essendomi piaciuto tale discorso, mandai dodici uomini di tra voi, uno per tribù.23 Και ηρεσεν εις εμε ο λογος και ελαβον εξ υμων δωδεκα ανδρας, ανδρα ενα κατα φυλην.
24 Quelli andarono, e traversati i monti, giunsero fin nella Valle del Grappolo; ed esplorato il paese24 Και στραφεντες ανεβησαν εις το ορος, και ηλθον μεχρι της φαραγγος Εσχωλ και κατεσκοπευσαν αυτην.
25 ne presero dei frutti per mostrarne la fecondità, li portarono a noi e dissero: È buona davvero la terra che il Signore Dio nostro sta per darci.25 Και λαβοντες εις τας χειρας αυτων εκ των καρπων της γης, εφεραν προς ημας, και απηγγειλαν προς ημας, λεγοντες, Καλη ειναι η γη, την οποιαν Κυριος ο Θεος ημων διδει εις ημας.
26 Ma voi non voleste salire, e, increduli alle parole del Signore Dio nostro,26 Αλλα σεις δεν ηθελησατε να αναβητε, αλλ' ηπειθησατε εις την προσταγην Κυριου του Θεου σας.
27 vi metteste a mormorare nelle vostre tende e a dire: Perchè ci odia, il Signore ci ha tratti dalla terra d'Egitto, per darci nelle mani degli Amorrei e sterminarci.27 Και εγογγυσατε εις τας σκηνας σας, λεγοντες, Επειδη εμισει ημας ο Κυριος, εξεβαλεν ημας εκ της γης Αιγυπτου, δια να παραδωση ημας εις την χειρα των Αμορραιων, ωστε να εξολοθρευθωμεν?
28 Dove dobbiamo salire? Gli esploratori hanno atterrito il nostro cuore col dire: Quella gente, è numerosa e più alta di noi; le città sono grandi e fortificate fino al cielo; vi abbiamo veduto i figli di Enac.28 που αναβαινομεν ημεις; οι αδελφοι ημων εδειλιασαν την καρδιαν ημων, λεγοντες, Ο λαος ειναι μεγαλητερος και υψηλοτερος ημων? αι πολεις μεγαλαι και τετειχισμεναι εως του ουρανου? αλλα και υιους των Ανακειμ ειδομεν εκει.
29 E io vi dissi: Non temete: non abbiate paura di loro:29 Εγω δε ειπα προς εσας, Μη τρομαξητε μηδε φοβηθητε απ' αυτων?
30 il Signore Dio, che è la vostra guida, combatterà lui per voi, come fece in Egitto a vista di tutti,30 Κυριος ο Θεος σας, οστις προπορευεται εμπροσθεν σας, αυτος θελει πολεμησει υπερ υμων κατα παντα οσα εκαμεν υπερ υμων εν Αιγυπτω ενωπιον των οφθαλμων υμων?
31 e nel deserto, dove, come tu stesso hai veduto, il Signore Dio tuo ti ha portato come un uomo sul portare il suo bambino, per tutto il cammino che avete fatto fino a questo luogo.31 και εν τη ερημω, οπου ειδες τινι τροπω Κυριος ο Θεος σου σε εβαστασε, καθως βασταζει ανθρωπος τον υιον αυτου, κατα πασαν την οδον την οποιαν περιεπατησατε εωσου ηλθετε εις τουτον τον τοπον.
32 Ma nemmeno dopo tutto questo voi credeste al Signore Dio vostro,32 κατα τουτο ομως δεν επιστευσατε εις Κυριον τον Θεον σας,
33 che vi precedette nel cammino, e vi preparò il luogo ove dovevate piantar le tende, e vi mostrò la strada, di notte col fuoco, di giorno colla colonna di nube.33 οστις προεπορευετο εμπροσθεν σας εν τη οδω, δια να σας ευρισκη τοπον στρατοπεδευσεως, την μεν νυκτα δια πυρος, δια να δεικνυη εις εσας την οδον καθ' ην επρεπε να βαδιζητε, την δε ημεραν δια νεφελης.
34 Ma avendo il Signore udite le vostre parole, sdegnato giurò e disse:34 Και ηκουσεν ο Κυριος την φωνην των λογων σας και ωργισθη, και ωμοσε λεγων,
35 Nessuno degli uomini di questa generazione perversa vedrà quell'ottima terra da me promessa con giuramento ai padri vostri,35 Ουδεις εκ των ανθρωπων τουτων της κακης ταυτης γενεας θελει ιδει την γην την καλην, την οποιαν ωμοσα να δωσω εις τους πατερας σας,
36 Eeccetto Caleb figlio di Iefone. Egli la vedrà: a lui ed ai suoi figli darò la terra che egli ha calcato, perchè è stato fedele al Signore.36 εκτος Χαλεβ υιου του Ιεφοννη? ουτος θελει ιδει αυτην, και εις τουτον θελω δωσει την γην, εις την οποιαν επατησε και εις τους υιους αυτου, διοτι ουτος εντελως ηκολουθησε τον Κυριον.
37 Nè deve far maraviglia questo sdegno contro il popolo, perchè il Signore, sdegnatosi contro di me per causa vostra, disse: Neanche tu c'entrerai:37 Και κατ' εμου εθυμωθη ο Κυριος δια σας, λεγων, Ουδε συ θελεις εισελθει εκει?
38 v'entrerà in vece tua Giosuè figlio di Nun, tuo ministro: esortalo e fagli coraggio, chè egli dividerà a sorte la terra a Israele.38 Ιησους ο υιος του Ναυη, ο παρισταμενος ενωπιον σου, ουτος θελει εισελθει εκει? ενισχυσον αυτον, διοτι αυτος θελει κληροδοτησει αυτην εις τον Ισραηλ?
39 I vostri bambini, dei quali avete detto che sarebbero menati schiavi, i vostri figli che oggi non distinguono il bene dal male, essi c'entreranno, a loro la darò, e la possederanno;39 και τα παιδια σας, τα οποια ελεγετε οτι θελουσι γεινει λαφυρον, και οι υιοι σας, οιτινες την σημερον δεν γνωριζουσι καλον η κακον, αυτοι θελουσιν εισελθει εκει και εις αυτους θελω δωσει αυτην, και αυτοι θελουσι κληρονομησει αυτην?
40 ma voi tornate indietro, andate nel deserto, verse il Mar Rosso.40 σεις ομως επιστρεψατε και υπαγετε εις την ερημον, κατα την οδον της Ερυθρας θαλασσης.
41 E voi mi rispondeste: Abbiamo pecato contro il Signore; ma ora saliremo e combatteremo, come il Signore Dio nostro ha ordinato. Mentre però, prese le armi, vi mettevate in marcia verso il monte,41 Τοτε απεκριθητε και ειπετε προς εμε, Ημαρτησαμεν εις τον Κυριον? ημεις θελομεν αναβη και πολεμησει κατα παντα οσα προσεταξεν εις ημας Κυριος ο Θεος ημων. Και ζωσθεντες εκαστος τα πολεμικα οπλα αυτου, ησθε προπετεις να αναβητε εις το ορος.
42 il Signore mi disse: Di' loro: Non salite, non combattete; perchè io non son con voi, non vogliate cadere davanti ai vostri nemici.42 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ειπε προς αυτους, Μη αναβητε μηδε πολεμησητε, διοτι εγω δεν ειμαι εν μεσω υμων, δια να μη συντριφθητε εμπροσθεν των εχθρων σας.
43 Io ve lo dissi, ma non deste retta; anzi, contro l'ordine del Signore, gonfi di superbia saliste sul monte.43 ουτως ελαλησα προς εσας? και δεν εισηκουσατε, αλλ' ηπειθησατε εις την προσταγην του Κυριου, και θρασυνομενοι ανεβητε εις το ορος.
44 Allora l'Amorreo che abitava quei monti vi uscì incontro e v'inseguì come fanno le api, e vi tagliò a pezzi da Seir ad Dorma.44 Και εξηλθον οι Αμορραιοι, οι κατοικουντες εν τω ορει εκεινω, εις συναντησιν υμων και κατεδιωξαν υμας, καθως καμνουσιν αι μελισσαι, και επαταξαν υμας εν Σηειρ, εως Ορμα.
45 Il vostro ritorno voi piangeste dinanzi al Signore: ma egli non vi diè ascolto nè volle arrendersi alla, vostra, vare.45 Τοτε επιστρεψαντες εκλαυσατε ενωπιον του Κυριου? αλλ' ο Κυριος δεν εισηκουσε της φωνης υμων ουδε εδωκεν εις υμας ακροασιν.
46 Così rimaneste a Cadesbarne por lungo tempo,46 Και εμεινατε εν Καδης ημερας πολλας, οσασδηποτε ημερας εμεινατε.