Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Livre des Psaumes 104


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Bénis Yahvé, mon âme. Yahvé, mon Dieu, tu es si grand! Vêtu de faste et d'éclat,
1 Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Κυριε Θεε μου, εμεγαλυνθης σφοδρα? τιμην και μεγαλοπρεπειαν εισαι ενδεδυμενος?
2 drapé de lumière comme d'un manteau, tu déploies les cieux comme une tente,
2 ο περιτυλιττομενος το φως ως ιματιον, ο εκτεινων τον ουρανον ως καταπετασμα?
3 tu bâtis sur les eaux tes chambres hautes; faisant des nuées ton char, tu t'avances sur les ailes duvent;
3 ο στεγαζων με υδατα τα υπερωα αυτου? ο ποιων τα νεφη αμαξαν αυτου? ο περιπατων επι πτερυγων ανεμων?
4 tu prends les vents pour messagers, pour serviteurs un feu de flammes.
4 ο ποιων τους αγγελους αυτου πνευματα, τους λειτουργους αυτου πυρος φλογα?
5 Tu poses la terre sur ses bases, inébranlable pour les siècles des siècles.
5 ο θεμελιων την γην επι την βασιν αυτης, δια να μη σαλευθη εις τον αιωνα του αιωνος.
6 De l'abîme tu la couvres comme d'un vêtement, sur les montagnes se tenaient les eaux.
6 Με την αβυσσον, ως με ιματιον, εκαλυψας αυτην? τα υδατα εσταθησαν επι των ορεων?
7 A ta menace, elles prennent la fuite, à la voix de ton tonnerre, elles s'échappent;
7 απο επιτιμησεως σου εφυγον? απο της φωνης της βροντης σου εσυρθησαν εν βια?
8 elles sautent les montagnes, elles descendent les vallées vers le lieu que tu leur as assigné;
8 ανεβησαν εις τα ορη, κατεβησαν εις τας κοιλαδας, εις τοπον, τον οποιον διωρισας δι' αυτα?
9 tu mets une limite à ne pas franchir, qu'elles ne reviennent couvrir la terre.
9 εθεσας οριον, το οποιον δεν θελουσιν υπερβη ουδε θελουσιν επιστρεψει δια να σκεπασωσι την γην.
10 Dans les ravins tu fais jaillir les sources, elles cheminent au milieu des montagnes;
10 Ο εξαποστελλων πηγας εις τας φαραγγας, δια να ρεωσιν αναμεσον των ορεων?
11 elles abreuvent toutes les bêtes des champs, les onagres y calment leur soif;
11 ποτιζουσι παντα τα θηρια του αγρου? οι αγριοι ονοι σβυνουσι την διψαν αυτων?
12 l'oiseau des cieux séjourne près d'elles, sous la feuillée il élève la voix.
12 πλησιον αυτων τα πετεινα του ουρανου κατασκηνουσι, και αναμεσον των κλαδων κελαδουσιν.
13 De tes chambres hautes, tu abreuves les montagnes; la terre se rassasie du fruit de tes oeuvres;
13 Ο ποτιζων τα ορη εκ των υπερωων αυτου? απο του καρπου των εργων σου χορταινει η γη.
14 tu fais croître l'herbe pour le bétail et les plantes à l'usage des humains, pour qu'ils tirent le painde la terre
14 Ο αναδιδων χορτον δια τα κτηνη και βοτανην προς χρησιν του ανθρωπου, δια να εξαγη τροφην εκ της γης,
15 et le vin qui réjouit le coeur de l'homme, pour que l'huile fasse luire les visages et que le painfortifie le coeur de l'homme.
15 και οινον ευφραινοντα την καρδιαν του ανθρωπου, ελαιον δια να λαμπρυνη το προσωπον αυτου, και αρτον στηριζοντα την καρδιαν του ανθρωπου.
16 Les arbres de Yahvé se rassasient, les cèdres du Liban qu'il a plantés;
16 Εχορτασθησαν τα δενδρα του Κυριου? αι κεδροι του Λιβανου, τας οποιας εφυτευσεν?
17 c'est là que nichent les passereaux, sur leur cime la cigogne a son gîte;
17 Οπου τα πετεινα καμνουσι φωλεας? αι πευκαι ειναι η κατοικια του πελαργου.
18 aux chamois, les hautes montagnes, aux damans, l'abri des rochers.
18 Τα ορη τα υψηλα ειναι δια τας δορκαδας? αι πετραι καταφυγη εις τους δασυποδας.
19 Il fit la lune pour marquer les temps, le soleil connaît son coucher.
19 Εκαμε την σεληνην δια τους καιρους? ο ηλιος γνωριζει την δυσιν αυτου.
20 Tu poses la ténèbre, c'est la nuit, toutes les bêtes des forêts s'y remuent.
20 Φερεις σκοτος, και γινεται νυξ? εν αυτη περιφερονται παντα τα θηρια του δασους?
21 Les lionceaux rugissent après la proie et réclament à Dieu leur manger.
21 οι σκυμνοι βρυχωνται δια να αρπασωσι, και να ζητησωσι παρα του Θεου την τροφην αυτων.
22 Quand se lève le soleil, ils se retirent et vont à leurs repaires se coucher;
22 Ο ηλιος ανατελλει? συναγονται και πλαγιαζουσιν εν τοις σπηλαιοις αυτων?
23 l'homme sort pour son ouvrage, faire son travail jusqu'au soir.
23 εξερχεται ο ανθρωπος εις το εργον αυτου και εις την εργασιαν αυτου εως εσπερας.
24 Que tes oeuvres sont nombreuses, Yahvé! toutes avec sagesse tu les fis, la terre est remplie de tarichesse.
24 Ποσον μεγαλα ειναι τα εργα σου, Κυριε? τα παντα εν σοφια εποιησας? η γη ειναι πληρης των ποιηματων σου?
25 Voici la grande mer aux vastes bras, et là le remuement sans nombre des animaux petits etgrands,
25 αυτη η θαλασσα η μεγαλη και ευρυχωρος. Εκει ειναι ερπετα αναριθμητα, ζωα μικρα μετα μεγαλων?
26 là des navires se promènent et Léviathan que tu formas pour t'en rire.
26 εκει διατρεχουσι τα πλοια? εκει ο Λευιαθαν ουτος, τον οποιον επλασας δια να παιζη εν αυτη.
27 Tous ils espèrent de toi que tu donnes en son temps leur manger;
27 Παντα ταυτα επι σε ελπιζουσι, δια να δωσης εν καιρω την τροφην αυτων.
28 tu leur donnes, eux, ils ramassent, tu ouvres la main, ils se rassasient.
28 Διδεις εις αυτα, συναγουσιν? ανοιγεις την χειρα σου, χορταινουσιν αγαθα.
29 Tu caches ta face, ils s'épouvantent, tu retires leur souffle, ils expirent, à leur poussière ilsretournent.
29 Αποστρεφεις το προσωπον σου, ταραττονται? σηκονεις την πνοην αυτων, αποθνησκουσι και εις το χωμα αυτων επιστρεφουσιν?
30 Tu envoies ton souffle, ils sont créés, tu renouvelles la face de la terre.
30 εξαποστελλεις το πνευμα σου, κτιζονται, και ανανεονεις το προσωπον της γης.
31 A jamais soit la gloire de Yahvé, que Yahvé se réjouisse en ses oeuvres!
31 Η δοξα του Κυριου εστω εις τον αιωνα? ας ευφραινεται ο Κυριος εις τα εργα αυτου?
32 Il regarde la terre, elle tremble, il touche les montagnes, elles fument!
32 ο επιβλεπων επι την γην και καμνων αυτην να τρεμη? εγγιζει τα ορη, και καπνιζουσι.
33 Je veux chanter à Yahvé tant que je vis, je veux jouer pour mon Dieu tant que je dure.
33 Θελω ψαλλει εις τον Κυριον ενοσω ζω? θελω ψαλμωδει εις τον Θεον μου ενοσω υπαρχω.
34 Puisse mon langage lui plaire, moi, j'ai ma joie en Yahvé!
34 Η εις αυτον μελετη μου θελει εισθαι γλυκεια? εγω θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον.
35 Que les pécheurs disparaissent de la terre, les impies, qu'il n'en soit jamais plus! Bénis Yahvé,mon âme.
35 Ας εκλειψωσιν οι αμαρτωλοι απο της γης και οι ασεβεις ας μη υπαρχωσι πλεον. Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Αλληλουια.