Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Secondo libro dei Re 3


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Ioram, figlio di Acab, regnò sopra Israele in Samaria l'anno decimottavo di Giosafat re di Giuda, e regnò dodici anni.1 Ο δε Ιωραμ υιος του Αχααβ εβασιλευσεν επι τον Ισραηλ εν Σαμαρεια, το δεκατον ογδοον ετος του Ιωσαφατ βασιλεως του Ιουδα? και εβασιλευσεν ετη δωδεκα.
2 Fece il male nel cospetto del Signore, ma non come suo padre e sua madre, perchè egli tolse le statue di Baal che suo padre aveva fatte.2 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, ουχι ομως καθως ο πατηρ αυτου και η μητηρ αυτου? διοτι εσηκωσε το αγαλμα του Βααλ, το οποιον ειχε καμει ο πατηρ αυτου.
3 Però stette tenace nei peccati di Geroboamo figlio di Nabat, che fece peccare Israele, e non si allontanò da essi.3 Πλην ητο προσκεκολλημενος εις τας αμαρτιας του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ, οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση? δεν απεμακρυνθη απ' αυτων.
4 Or siccome Mesa re di Moab, che nutriva molti greggi, e doveva pagare al re d'Israele cento mila agnelli e cento mila montoni colla loro lana,4 Μησα δε ο βασιλευς του Μωαβ ειχε ποιμνια, και εδιδεν εις τον βασιλεα του Ισραηλ εκατον χιλιαδας αρνιων και εκατον χιλιαδας κριων με τα μαλλια αυτων.
5 morto Acab, ruppe il patto che egli aveva col re d'Israele;5 Αλλ' αφου απεθανεν ο Αχααβ, απεστατησεν ο βασιλευς του Μωαβ κατα του βασιλεως του Ισραηλ.
6 il re Ioram allora uscì da Samaria e fece la rassegna di tutto Israele;6 Και εξηλθεν ο βασιλευς Ιωραμ εκ της Σαμαρειας κατ' εκεινον τον καιρον και απηριθμησε παντα τον Ισραηλ.
7 e mandò a dire a Giosafat re di Giuda: « Il re di Moab mi si è ribellato: vieni meco alla guerra contro di lui ». Giosafat rispose: « Verrò: chi è mio è tuo; il mio popolo è il tuo popolo e i miei cavalli sono i tuoi cavalli ».7 Και υπηγε και απεστειλε προς Ιωσαφατ τον βασιλεα του Ιουδα, λεγων, Ο βασιλευς του Μωαβ απεστατησε κατ' εμου? ερχεσαι μετ' εμου εναντιον του Μωαβ εις πολεμον; Ο δε ειπε, Θελω αναβη? εγω ειμαι ως συ, ο λαος μου ως ο λαος σου, οι ιπποι μου ως οι ιπποι σου.
8 Poi disse: « Per quale via saliremo? » Ioram rispose: « Pel deserto d'Idumea ».8 Και ειπε, Δια ποιας οδου θελομεν αναβη; Ο δε απεκριθη, Δια της οδου της ερημου Εδωμ.
9 Si mossero adunque il re d'Israele, il re di Giuda e il re d'Edom. Dopo sette giorni di marcia mancò l'acqua per l'esercito e per le bestie che lo seguivano.9 Και υπηγεν ο βασιλευς του Ισραηλ και ο βασιλευς του Ιουδα και ο βασιλευς του Εδωμ? και περιηλθον οδον επτα ημερων? και δεν ητο υδωρ δια το στρατοπεδον και δια τα κτηνη τα ακολουθουντα αυτους.
10 Il re d'Israele esclamò: « Ahi, ahi, ahi! Il Signore ha riuniti insieme noi tre re, per darci nelle mani di Moab ».10 Και ειπεν ο βασιλευς του Ισραηλ, Ω βεβαιως συνεκαλεσεν ο Κυριος τους τρεις τουτους βασιλεις, δια να παραδωση αυτους εις την χειρα του Μωαβ.
11 Ma Giosafat disse: « Non vi è qui un profeta del Signore, per implorare per mezzo di lui il Signore? » Uno dei servi del re d'Israele rispose: « Vi è qui Eliseo figlio di Safat, quello che versava l'acqua sulle mani d'Elia ».11 Ο δε Ιωσαφατ ειπε, Δεν ειναι εδω προφητης του Κυριου, δια να ερωτησωμεν τον Κυριον δι' αυτου; Και απεκριθη εις εκ των δουλων του βασιλεως του Ισραηλ, και ειπεν, Ειναι εδω Ελισσαιε ο υιος του Σαφατ, οστις επεχεεν υδωρ εις τας χειρας του Ηλια.
12 Giosafat disse: « La parola del Signore è in lui ». Allora il re d'Israele, Giosafat re di Giuda e il re d'Edom andarono da lui.12 Και ειπεν ο Ιωσαφατ, Λογος Κυριου ειναι μετ' αυτου. Και κατεβησαν προς αυτον ο βασιλευς του Ισραηλ και ο Ιωσαφατ και ο βασιλευς του Εδωμ.
13 Ma Eliseo disse al re d'Israele: « Che ho io da far con te? Va dai profeti di tuo padre e di tua madre ». E il re d'Israele a lui: « Perchè il Signore ha riuniti insieme questi tre re, per darli nelle mani di Moab? »13 Και ειπεν ο Ελισσαιε προς τον βασιλεα του Ισραηλ, Τι ειναι μεταξυ εμου και σου; υπαγε προς τους προφητας του πατρος σου και προς τους προφητας της μητρος σου. Και ειπε προς αυτον ο βασιλευς του Ισραηλ, Μη? διοτι ο Κυριος συνεκαλεσε τους τρεις τουτους βασιλεις, δια να παραδωση αυτους εις την χειρα του Μωαβ.
14 Eliseo gli disse: « Viva il Signore degli eserciti, al cospetto del quale io sto, se io non avessi riguardo a Giosafat re di Giuda, non solo non t'avrei dato retta, ma nemmeno guardato.14 Και ειπεν ο Ελισσαιε, Ζη ο Κυριος των δυναμεων, ενωπιον του οποιου παρισταμαι, βεβαιως εαν δεν εσεβομην το προσωπον του Ιωσαφατ βασιλεως του Ιουδα, δεν ηθελον επιβλεψει προς σε, ουδε ηθελον σε ιδει,
15 Ma ora conducetemi un suonatore d'arpa ». Mentre il suonatore d'arpa cantava, la mano del Signore fu sopra Eliseo, che disse:15 αλλα τωρα φερετε μοι ψαλτωδον. Και ενω εψαλλεν ο ψαλτωδος, ηλθεν επ' αυτον η χειρ του Κυριου.
16 « Il Signore dice così: Fate fosse e fosse nel letto di questo torrente;16 Και ειπεν, ουτω λεγει Κυριος? Καμε την κοιλαδα ταυτην λακκους?
17 perché ecco quanto dice il Signore: Voi non vedrete vento, nè pioggia, ma questo letto sarà pieno di acqua, e berrete voi, la vostra gente e le vostre bestie.17 διοτι ουτω λεγει Κυριος, Δεν θελετε ιδει ανεμον και δεν θελετε ιδει βροχην? και αυτη η κοιλας θελει πλησθη υδατος, και θελει πιει, σεις και τα ποιμνια σας και τα κτηνη σας?
18 Di più essendo questo poco agli occhi del Signore, egli darà anche Moab nelle vostre mani;18 αλλα τουτο ειναι μικρον πραγμα εις τους οφθαλμους του Κυριου? εις την χειρα σας θελει παραδωσει και τον Μωαβ?
19 e voi distruggerete tutte le città fortificate, tutte le città importanti, ed abbatterete tutti gli alberi fruttiferi, turerete tutte le sorgenti d'acqua, ricoprirete di pietre tutti i migliori campi ».19 και θελετε παταξει πασαν οχυραν πολιν και πασαν εκλεκτην πολιν, και θελετε καταβαλει παν δενδρον καλον, και εμφραξει πασας τας πηγας των υδατων, και αχρειωσει με λιθους πασαν αγαθην μεριδα γης.
20 Infatti la mattina, nell'ora in cui si suole offrire il sacrifizio, ecco venire le acque per la via di Edom, e la terra fu ripiena d'aqua.20 Και το πρωι, ενω ετελειτο η προσφορα, ιδου, ηλθον υδατα απο της οδου Εδωμ, και επλησθη η γη υδατων.
21 Or tutti i Moabiti, avendo saputo che quei re eran saliti per combattere contro di loro, adunarono tutti quelli che portavan balteo, ed anche al di sopra, e si fermarono ai confini.21 Και οτε ηκουσαν παντες οι Μωαβιται οτι ανεβησαν οι βασιλεις δια να πολεμησωσιν αυτους, συνηθροισθησαν παντες οι μαχαιραν περιζωννυμενοι και επανω, και εσταθησαν επι των συνορων.
22 Alzatisi di gran mattino quando il sole spuntò di faccia alle acque, i Moabiti, vedendo davanti le acque rosse come sangue,22 Και εξηγερθησαν το πρωι, και καθως ανετειλεν ο ηλιος επι τα υδατα, ειδον οι Μωαβιται εκ του απεναντι τα υδατα κοκκινα ως αιμα?
23 dissero: « E' sangue di spada; i re son venuti a battaglia tra di loro: si son fatti a pezzi l'un l'altro. Ed ora, Moab, alla preda! »23 και ειπον, Τουτο ειναι αιμα? βεβαιως οι βασιλεις επολεμησαν και εκτυπηθησαν μετ' αλληλων? τωρα λοιπον εις τα λαφυρα, Μωαβ.
24 Si avanzarono verso il campo d'Israele; ma Israele, levatosi, percosse Moab che fuggì davanti a loro. Allora i vincitori andarono a percuoter Moab,24 Και οτε ηλθον εις το στρατοπεδον του Ισραηλ, εσηκωθησαν οι Ισραηλιται και επαταξαν τους Μωαβιτας, ωστε εφυγον απο προσωπου αυτων? και κτυπωντες τους Μωαβιτας εισηλθον εις την γην αυτων.
25 e distrussero le città, gettando ciascuno la sua pietra nei campi migliori, li riempirono, e turarono tutte le sorgenti d'acqua, e abbatterono tutte le piante fruttifere: non fecero rimanere altro che le mura di mattone; e la città fu circondata dai frombolieri e in gran parte atterrata.25 Και κατεστρεψαν τας πολεις? και εις πασαν αγαθην μεριδα γης ερριψαν εκαστος την πετραν αυτου, και εγεμισαν αυτην? και πασας τας πηγας των υδατων ενεφραξαν, και παν δενδρον καλον κατεβαλον? ωστε εν Κιρ-αρασεθ εμειναν οι λιθοι αυτης, και κυκλωσαντες οι σφενδονισται επαταξαν αυτην.
26 Quando il re di Moab vide che i nemici avevan prevalso, prese con sè settecento uomini che menavan la spada, e tentò d'irrompere verso il re di Edom; ma non fu possibile.26 Και οτε βασιλευς του Μωαβ ειδεν οτι η μαχη υπερισχυεν εναντιον αυτου, ελαβε μεθ' αυτου επτακοσιους ανδρας ξιφηρεις, δια να διακοψωσι το στρατευμα, μεχρι του βασιλεως Εδωμ? πλην δεν ηδυνηθησαν.
27 Allora, preso il suo figlio primogenito che doveva succedergli nel regno, l'offerse in olocausto sopra le mura. Vi fu una grande indignazione in Israele, e subito si ritiraron da lui e se ne tornarono al loro paese.27 Τοτε ελαβε τον πρωτοτοκον αυτου υιον, οστις εμελλε να βασιλευση αντ' αυτου, και προσεφερεν αυτον ολοκαυτωμα επι του τειχους? και εγεινεν αγανακτησις μεγαλη εν τω Ισραηλ? και αναχωρησαντες απ' αυτου, επεστρεψαν εις την γην αυτων.