Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Numeri 20


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Giunsero i figli d'Israele e tutta la moltitudine nel deserto di Sin, il mese primo, ed il popolo si fermò in Cades. Ivi morì Maria, e nello stesso luogo fu sepolta.1 Και ηλθον οι υιοι Ισραηλ, πασα συναγωγη, εις την ερημον Σιν, τον πρωτον μηνα? και εμεινεν ο λαος εν Καδης? και απεθανεν εκει η Μαριαμ και εταφη εκει.
2 Ora, trovandosi il popolo senza acqua s'assembrò contro Mosè ed Aronne,2 Και δεν ητο υδωρ δια την συναγωγην? και συνηθροισθησαν κατα του Μωυσεως και κατα του Ααρων.
3 e fatta sedizione dissero: «Meglio per noi se fossimo periti con gli altri nostri fratelli per mano del Signore!3 Και ο λαος ελοιδορει κατα του Μωυσεως και ειπον, λεγοντες, Ειθε ν' απεθνησκομεν, οτε οι αδελφοι ημων απεθανον ενωπιον του Κυριου.
4 Perchè avete condotto il popolo del Signore nel deserto, per farvi morire noi ed i nostri animali?4 Και δια τι ανεβιβασατε την συναγωγην του Κυριου εις την ερημον ταυτην, δια να αποθανωμεν εκει ημεις και τα κτηνη ημων;
5 Perchè ci faceste venir via dall'Egitto, e ci avete condotti in questo luogo disgraziato, che non si può seminare, che non dà nè fichi, nè uva, nè melagrane, e per di più non ha acqua da bere?».5 και δια τι ανεβιβασατε ημας εκ της Αιγυπτου, δια να φερητε ημας εις τον κακον τουτον τοπον; ουτος δεν ειναι τοπος σπορας η συκων η αμπελων η ροδιων? ουδε υδωρ υπαρχει δια να πιωμεν.
6 Mosè ed Aronne, congedata la moltitudine, entrarono nel tabernacolo dell'alleanza e gettatisi per terra gridarono al Signore, e dissero: «Signore Iddio, ascolta il grido di questo popolo ed apri a loro il tuo tesoro, una fonte d'acqua viva, acciò si dissetino e cessino dal mormorare». Apparve su loro la gloria del Signore,6 Και ηλθον ο Μωυσης και ο Ααρων απ' εμπροσθεν της συναγωγης εις την θυραν της σκηνης του μαρτυριου και επεσον κατα προσωπον αυτων? και εφανη εις αυτους η δοξα του Κυριου.
7 ed il Signore parlò a Mosè, e gli disse:7 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,
8 «Prendi la verga, e tu ed Aronne tuo fratello radunate il popolo; presente il popolo, comandate a quel masso, e darà acqua. Quando avrai cavato l'acqua dal masso, ne beverà tutto il popolo co' suoi animali».8 Λαβε την ραβδον και συγκαλεσον την συναγωγην συ και Ααρων ο αδελφος σου, και λαλησατε προς την πετραν ενωπιον αυτων? και θελει δωσει τα υδατα αυτης, και θελεις εκβαλει εις αυτους υδωρ εκ της πετρας? και θελεις ποτισει την συναγωγην και τα κτηνη αυτων.
9 Mosè dunque prese la verga che stava innanzi al Signore [nel tabernacolo] come gli aveva comandato,9 Και ελαβεν ο Μωυσης την ραβδον απ' εμπροσθεν του Κυριου, καθως προσεταξεν εις αυτον?
10 e radunata la moltitudine davanti al masso, disse loro: «Udite, o ribelli ed increduli: potremo noi farvi uscire dell'acqua da questo masso?».10 και συνεκαλεσαν Μωυσης και ο Ααρων την συναγωγην εμπροσθεν της πετρας? και ειπε προς αυτους, Ακουσατε τωρα, σεις οι απειθεις? να σας εκβαλωμεν υδωρ εκ της πετρας ταυτης;
11 Levata poi la mano, percosse due volte con la verga la pietra, e ne uscirono acque copiosissime, tanto che ne bevvero il popolo e gli animali.11 Και υψωσας ο Μωυσης την χειρα αυτου εκτυπησε με την ραβδον αυτου την πετραν δις? και εξηλθον υδατα πολλα? και επιεν η συναγωγη και τα κτηνη αυτων.
12 Ma il Signore disse a Mosè ed Aronne: «Poichè non m'avete creduto, nè m'avete glorificato innanzi a' figli d'Israele, non introdurrete questa gente nella terra ch'io darò loro».12 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων, Επειδη δεν με επιστευσατε, δια να με αγιασητε εμπροσθεν των υιων Ισραηλ, δια τουτο σεις δεν θελετε φερει την συναγωγην ταυτην εις την γην, την οποιαν εδωκα εις αυτους.
13 Quel luogo fu chiamato "L'acqua della contradizione", perchè ivi i figli d'Israele contesero col Signore, ed egli mostrò loro la sua grandezza.13 τουτο ειναι το υδωρ Μεριβα? διοτι οι υιοι Ισραηλ ελοιδορησαν κατα του Κυριου, και αυτος ηγιασθη εν αυτοις.
14 Mosè frattanto mandò da Cades degli ambasciatori al re di Edom, a dirgli: «Questo ti fa sapere il fratello tuo Israele: - Tu conosci tutt'i travagli che ci hanno colpiti;14 Και απεστειλε Μωυσης πρεσβεις απο Καδης προς τον βασιλεα του Εδωμ, λεγων, Ταυτα λεγει ο αδελφος σου Ισραηλ? συ εξευρεις πασαν την ταλαιπωριαν ητις μας ευρηκεν?
15 come i padri nostri migrarono in Egitto, e noi v'abitammo molto tempo, e gli Egiziani angariarono noi ed i padri nostri;15 οτι κατεβησαν οι πατερες ημων εις την Αιγυπτον και κατωκησαμεν πολυν καιρον εν Αιγυπτω? και οι Αιγυπτιοι κατεδυναστευσαν ημας και τους πατερας ημων?
16 come noi gridammo al Signore, ed egli ci esaudì mandandoci un angelo che ci cavò dall'Egitto. Ecco, trovandoci noi nella città di Cades che è agli ultimi tuoi confini,16 και ανεβοησαμεν προς τον Κυριον και αυτος εισηκουσε της φωνης ημων και απεστειλεν αγγελον και εξηγαγεν ημας εκ της Αιγυπτου? και ιδου, ειμεθα εν Καδης, πολει εις τα ακρα των οριων σου?
17 preghiamo che ci sia concesso passare attraverso alla tua terra. Non passeremo pei campi nè per le vigne, nè consumeremo l'acqua de' tuoi pozzi, ma andremo per la strada maestra, non piegando nè a destra nè a sinistra, sinchè abbiamo oltrepassato i tuoi confini -».17 ας περασωμεν, παρακαλω, δια της γης σου? δεν θελομεν περασει δια των αγρων η δια των αμπελωνων, ουδε θελομεν πιει υδωρ εκ των φρεατων? θελομεν περασει δια της βασιλικης οδου? δεν θελομεν εκκλινει δεξια η αριστερα, εωσου περασωμεν τα ορια σου.
18 Ma Edom rispose: «Non passerai attraverso le mie terre, altrimenti ti verrò incontro con le armi».18 Και ειπε προς αυτον ο Εδωμ, Δεν θελεις περασει δια της γης μου? ει δε μη, θελω εξελθει εν μαχαιρα εις συναντησιν σου.
19 Ed i figli d'Israele dissero: «Andremo per la via battuta, e se noi ed i nostri animali beveremo delle tue acque, pagheremo quello che è giusto; non faremo difficoltà per il prezzo, purchè possiamo passare speditamente».19 Και οι υιοι Ισραηλ ειπον προς αυτον, Ημεις διαβαινομεν δια της λεωφορου? και εαν εγω και τα κτηνη μου πιωμεν εκ του υδατος σου, θελω πληρωσει αυτο? θελω διαβη μονον επι ποδος, ουδεν αλλο.
20 Ma quegli rispose: «Non passerai». E subito gli si mosse contro con una sterminata moltitudine di forti armati,20 Ο δε ειπε, Δεν θελεις διαβη. Και εξηλθεν ο Εδωμ εναντιον αυτου μετα πολλου λαου και εν χειρι ισχυρα.
21 nè volle accontentare chi chiedeva gli fosse concesso di passare pei suoi confini. Laonde Israele girò lontano da lui.21 Ουτως ηρνηθη ο Εδωμ να δωση διαβασιν εις τον Ισραηλ δια των οριων αυτου? και εξεκλινεν ο Ισραηλ απ' αυτου.
22 Levati dunque gli accampamenti da Cades, vennero al monte Hor, ai confini della terra di Edom.22 Και εσηκωθησαν οι υιοι Ισραηλ, πασα η συναγωγη, απο Καδης και ηλθον εις το ορος Ωρ.
23 Ivi il Signore parlò a Mosè,23 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων εν τω ορει Ωρ πλησιον των οριων της γης Εδωμ, λεγων,
24 e disse: «Torni Aronne al popolo suo; giacchè non entrerà nella terra che ho assegnato a' figli d'Israele, essendo stato incredulo alle mie parole alle Acque della contradizione.24 Ο Ααρων θελει προστεθη εις τον λαον αυτου? διοτι δεν θελει εισελθει εις την γην, την οποιαν εδωκα εις τους υιους Ισραηλ? επειδη ηπειθησατε εις τον λογον μου εις το υδωρ Μεριβα?
25 Prendi Aronne, ed il figlio suo con lui, e conducili sul monte Hor.25 λαβε τον Ααρων και Ελεαζαρ τον υιον αυτου και αναβιβασον αυτους εις το ορος Ωρ?
26 Spogliato che avrai delle sue vesti il padre, ne vestirai Eleazaro figlio suo. Aronne morrà lì, e si riunirà [a' suoi padri]».26 και εκδυσον τον Ααρων την στολην αυτου και ενδυσον αυτην Ελεαζαρ τον υιον αυτου? και ο Ααρων θελει προστεθη εις τον λαον αυτου και θελει αποθανει εκει.
27 Fece Mosè come il Signore gli aveva comandato, e salirono sul monte Hor a vista di tutto il popolo.27 Και εκαμεν ο Μωυσης καθως προσεταξεν ο Κυριος? και ανεβησαν εις το ορος Ωρ εμπροσθεν πασης της συναγωγης.
28 Poi, avendo spogliato Aronne delle sue vesti [pontificali], ne rivestì il figlio suo Eleazaro.28 Και εξεδυσεν ο Μωυσης τον Ααρων την στολην αυτου και ενεδυσεν αυτην Ελεαζαρ τον υιον αυτου? και απεθανεν ο Ααρων εκει επι της κορυφης του ορους? και κατεβησαν Μωυσης και Ελεαζαρ απο του ορους.
29 E dopo che quegli fu morto sulla sommità del monte, discese con Eleazaro.29 Και ειδε πασα η συναγωγη οτι ετελευτησεν ο Ααρων? και επενθησαν τον Ααρων τριακοντα ημερας πας ο οικος Ισραηλ.
30 Ora tutto il popolo, visto che Aronne era morto, lo pianse in tutte le sue famiglie per trenta giorni.