Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 37


font
LXXVULGATA
1 ψαλμος τω δαυιδ εις αναμνησιν περι σαββατου1 Psalmus David, in rememorationem de sabbato.
2 κυριε μη τω θυμω σου ελεγξης με μηδε τη οργη σου παιδευσης με2 Domine, ne in furore tuo arguas me,
neque in ira tua corripias me :
3 οτι τα βελη σου ενεπαγησαν μοι και επεστηρισας επ' εμε την χειρα σου3 quoniam sagittæ tuæ infixæ sunt mihi,
et confirmasti super me manum tuam.
4 ουκ εστιν ιασις εν τη σαρκι μου απο προσωπου της οργης σου ουκ εστιν ειρηνη τοις οστεοις μου απο προσωπου των αμαρτιων μου4 Non est sanitas in carne mea, a facie iræ tuæ ;
non est pax ossibus meis, a facie peccatorum meorum :
5 οτι αι ανομιαι μου υπερηραν την κεφαλην μου ωσει φορτιον βαρυ εβαρυνθησαν επ' εμε5 quoniam iniquitates meæ supergressæ sunt caput meum,
et sicut onus grave gravatæ sunt super me.
6 προσωζεσαν και εσαπησαν οι μωλωπες μου απο προσωπου της αφροσυνης μου6 Putruerunt et corruptæ sunt cicatrices meæ,
a facie insipientiæ meæ.
7 εταλαιπωρησα και κατεκαμφθην εως τελους ολην την ημεραν σκυθρωπαζων επορευομην7 Miser factus sum et curvatus sum usque in finem ;
tota die contristatus ingrediebar.
8 οτι αι ψυαι μου επλησθησαν εμπαιγμων και ουκ εστιν ιασις εν τη σαρκι μου8 Quoniam lumbi mei impleti sunt illusionibus,
et non est sanitas in carne mea.
9 εκακωθην και εταπεινωθην εως σφοδρα ωρυομην απο στεναγμου της καρδιας μου9 Afflictus sum, et humiliatus sum nimis ;
rugiebam a gemitu cordis mei.
10 κυριε εναντιον σου πασα η επιθυμια μου και ο στεναγμος μου απο σου ουκ εκρυβη10 Domine, ante te omne desiderium meum,
et gemitus meus a te non est absconditus.
11 η καρδια μου εταραχθη εγκατελιπεν με η ισχυς μου και το φως των οφθαλμων μου και αυτο ουκ εστιν μετ' εμου11 Cor meum conturbatum est ;
dereliquit me virtus mea, et lumen oculorum meorum,
et ipsum non est mecum.
12 οι φιλοι μου και οι πλησιον μου εξ εναντιας μου ηγγισαν και εστησαν και οι εγγιστα μου απο μακροθεν εστησαν12 Amici mei et proximi mei adversum me appropinquaverunt, et steterunt ;
et qui juxta me erant, de longe steterunt :
et vim faciebant qui quærebant animam meam.
13 και εξεβιασαντο οι ζητουντες την ψυχην μου και οι ζητουντες τα κακα μοι ελαλησαν ματαιοτητας και δολιοτητας ολην την ημεραν εμελετησαν13 Et qui inquirebant mala mihi, locuti sunt vanitates,
et dolos tota die meditabantur.
14 εγω δε ωσει κωφος ουκ ηκουον και ωσει αλαλος ουκ ανοιγων το στομα αυτου14 Ego autem, tamquam surdus, non audiebam ;
et sicut mutus non aperiens os suum.
15 και εγενομην ωσει ανθρωπος ουκ ακουων και ουκ εχων εν τω στοματι αυτου ελεγμους15 Et factus sum sicut homo non audiens,
et non habens in ore suo redargutiones.
16 οτι επι σοι κυριε ηλπισα συ εισακουση κυριε ο θεος μου16 Quoniam in te, Domine, speravi ;
tu exaudies me, Domine Deus meus.
17 οτι ειπα μηποτε επιχαρωσιν μοι οι εχθροι μου και εν τω σαλευθηναι ποδας μου επ' εμε εμεγαλορρημονησαν17 Quia dixi : Nequando supergaudeant mihi inimici mei ;
et dum commoventur pedes mei, super me magna locuti sunt.
18 οτι εγω εις μαστιγας ετοιμος και η αλγηδων μου ενωπιον μου δια παντος18 Quoniam ego in flagella paratus sum,
et dolor meus in conspectu meo semper.
19 οτι την ανομιαν μου εγω αναγγελω και μεριμνησω υπερ της αμαρτιας μου19 Quoniam iniquitatem meam annuntiabo,
et cogitabo pro peccato meo.
20 οι δε εχθροι μου ζωσιν και κεκραταιωνται υπερ εμε και επληθυνθησαν οι μισουντες με αδικως20 Inimici autem mei vivunt, et confirmati sunt super me :
et multiplicati sunt qui oderunt me inique.
21 οι ανταποδιδοντες κακα αντι αγαθων ενδιεβαλλον με επει κατεδιωκον δικαιοσυνην και απερριψαν με τον αγαπητον ωσει νεκρον εβδελυγμενον21 Qui retribuunt mala pro bonis detrahebant mihi,
quoniam sequebar bonitatem.
22 μη εγκαταλιπης με κυριε ο θεος μου μη αποστης απ' εμου22 Ne derelinquas me, Domine Deus meus ;
ne discesseris a me.
23 προσχες εις την βοηθειαν μου κυριε της σωτηριας μου23 Intende in adjutorium meum,
Domine Deus salutis meæ.