Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Jó 34


font
VULGATALXX
1 Pronuntians itaque Eliu, etiam hæc locutus est :1 υπολαβων δε ελιους λεγει
2 Audite, sapientes, verba mea :
et eruditi, auscultate me.
2 ακουσατε μου σοφοι επισταμενοι ενωτιζεσθε το καλον
3 Auris enim verba probat,
et guttur escas gustu dijudicat.
3 οτι ους λογους δοκιμαζει και λαρυγξ γευεται βρωσιν
4 Judicium eligamus nobis,
et inter nos videamus quid sit melius.
4 κρισιν ελωμεθα εαυτοις γνωμεν ανα μεσον εαυτων ο τι καλον
5 Quia dixit Job : Justus sum,
et Deus subvertit judicium meum.
5 οτι ειρηκεν ιωβ δικαιος ειμι ο κυριος απηλλαξεν μου το κριμα
6 In judicando enim me mendacium est :
violenta sagitta mea absque ullo peccato.
6 εψευσατο δε τω κριματι μου βιαιον το βελος μου ανευ αδικιας
7 Quis est vir ut est Job,
qui bibit subsannationem quasi aquam :
7 τις ανηρ ωσπερ ιωβ πινων μυκτηρισμον ωσπερ υδωρ
8 qui graditur cum operantibus iniquitatem,
et ambulat cum viris impiis ?
8 ουχ αμαρτων ουδε ασεβησας η οδου κοινωνησας μετα ποιουντων τα ανομα του πορευθηναι μετα ασεβων
9 Dixit enim : Non placebit vir Deo,
etiam si cucurrerit cum eo.
9 μη γαρ ειπης οτι ουκ εσται επισκοπη ανδρος και επισκοπη αυτω παρα κυριου
10 Ideo, viri cordati, audite me :
absit a Deo impietas,
et ab Omnipotente iniquitas.
10 διο συνετοι καρδιας ακουσατε μου μη μοι ειη εναντι κυριου ασεβησαι και εναντι παντοκρατορος ταραξαι το δικαιον
11 Opus enim hominis reddet ei,
et juxta vias singulorum restituet eis.
11 αλλα αποδιδοι ανθρωπω καθα ποιει εκαστος αυτων και εν τριβω ανδρος ευρησει αυτον
12 Vere enim Deus non condemnabit frustra,
nec Omnipotens subvertet judicium.
12 οιη δε τον κυριον ατοπα ποιησειν η ο παντοκρατωρ ταραξει κρισιν
13 Quem constituit alium super terram ?
aut quem posuit super orbem quem fabricatus est ?
13 ος εποιησεν την γην τις δε εστιν ο ποιων την υπ' ουρανον και τα ενοντα παντα
14 Si direxerit ad eum cor suum,
spiritum illius et flatum ad se trahet.
14 ει γαρ βουλοιτο συνεχειν και το πνευμα παρ' αυτω κατασχειν
15 Deficiet omnis caro simul,
et homo in cinerem revertetur.
15 τελευτησει πασα σαρξ ομοθυμαδον πας δε βροτος εις γην απελευσεται οθεν και επλασθη
16 Si habes ergo intellectum, audi quod dicitur,
et ausculta vocem eloquii mei :
16 ει δε μη νουθετη ακουε ταυτα ενωτιζου φωνην ρηματων
17 numquid qui non amat judicium sanari potest ?
et quomodo tu eum qui justus est in tantum condemnas ?
17 ιδε συ τον μισουντα ανομα και τον ολλυντα τους πονηρους οντα αιωνιον δικαιον
18 Qui dicit regi : Apostata ;
qui vocat duces impios ;
18 ασεβης ο λεγων βασιλει παρανομεις ασεβεστατε τοις αρχουσιν
19 qui non accipit personas principum,
nec cognovit tyrannum cum disceptaret contra pauperem :
opus enim manuum ejus sunt universi.
19 ος ουκ επησχυνθη προσωπον εντιμου ουδε οιδεν τιμην θεσθαι αδροις θαυμασθηναι προσωπα αυτων
20 Subito morientur, et in media nocte turbabuntur populi :
et pertransibunt, et auferent violentum absque manu.
20 κενα δε αυτοις αποβησεται το κεκραγεναι και δεισθαι ανδρος εχρησαντο γαρ παρανομως εκκλινομενων αδυνατων
21 Oculi enim ejus super vias hominum,
et omnes gressus eorum considerat.
21 αυτος γαρ ορατης εστιν εργων ανθρωπων λεληθεν δε αυτον ουδεν ων πρασσουσιν
22 Non sunt tenebræ, et non est umbra mortis,
ut abscondantur ibi qui operantur iniquitatem,
22 ουδε εσται τοπος του κρυβηναι τους ποιουντας τα ανομα
23 neque enim ultra in hominis potestate est,
ut veniat ad Deum in judicium.
23 οτι ουκ επ' ανδρα θησει ετι ο γαρ κυριος παντας εφορα
24 Conteret multos, et innumerabiles,
et stare faciet alios pro eis.
24 ο καταλαμβανων ανεξιχνιαστα ενδοξα τε και εξαισια ων ουκ εστιν αριθμος
25 Novit enim opera eorum,
et idcirco inducet noctem, et conterentur.
25 ο γνωριζων αυτων τα εργα και στρεψει νυκτα και ταπεινωθησονται
26 Quasi impios percussit eos
in loco videntium :
26 εσβεσεν δε ασεβεις ορατοι δε εναντιον αυτου
27 qui quasi de industria recesserunt ab eo,
et omnes vias ejus intelligere noluerunt :
27 οτι εξεκλιναν εκ νομου θεου δικαιωματα δε αυτου ουκ επεγνωσαν
28 ut pervenire facerent ad eum clamorem egeni,
et audiret vocem pauperum.
28 του επαγαγειν επ' αυτον κραυγην πενητος και κραυγην πτωχων εισακουσεται
29 Ipso enim concedente pacem, quis est qui condemnet ?
ex quo absconderit vultum, quis est qui contempletur eum,
et super gentes, et super omnes homines ?
29 και αυτος ησυχιαν παρεξει και τις καταδικασεται και κρυψει προσωπον και τις οψεται αυτον και κατα εθνους και κατα ανθρωπου ομου
30 Qui regnare facit hominem hypocritam
propter peccata populi.
30 βασιλευων ανθρωπον υποκριτην απο δυσκολιας λαου
31 Quia ergo ego locutus sum ad Deum,
te quoque non prohibebo.
31 οτι προς τον ισχυρον ο λεγων ειληφα ουκ ενεχυρασω
32 Si erravi, tu doce me ;
si iniquitatem locutus sum, ultra non addam.
32 ανευ εμαυτου οψομαι συ δειξον μοι ει αδικιαν ηργασαμην ου μη προσθησω
33 Numquid a te Deus expetit eam, quia displicuit tibi ?
tu enim cœpisti loqui, et non ego :
quod si quid nosti melius, loquere.
33 μη παρα σου αποτεισει αυτην οτι απωση οτι συ εκλεξη και ουκ εγω και τι εγνως λαλησον
34 Viri intelligentes loquantur mihi,
et vir sapiens audiat me.
34 διο συνετοι καρδιας ερουσιν ταυτα ανηρ δε σοφος ακηκοεν μου το ρημα
35 Job autem stulte locutus est,
et verba illius non sonant disciplinam.
35 ιωβ δε ουκ εν συνεσει ελαλησεν τα δε ρηματα αυτου ουκ εν επιστημη
36 Pater mi, probetur Job usque ad finem :
ne desinas ab homine iniquitatis :
36 ου μην δε αλλα μαθε ιωβ μη δως ετι ανταποκρισιν ωσπερ οι αφρονες
37 quia addit super peccata sua blasphemiam,
inter nos interim constringatur :
et tunc ad judicium provocet sermonibus suis Deum.
37 ινα μη προσθωμεν εφ' αμαρτιαις ημων ανομια δε εφ' ημιν λογισθησεται πολλα λαλουντων ρηματα εναντιον του κυριου