SCRUTATIO

Venerdi, 19 dicembre 2025 - Santi Dario, Zosimo, Paolo e Secondo di Nicea ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 21


font
LXXBiblia Tysiąclecia
1 υπολαβων δε ιωβ λεγει1 Hiob na to odpowiedział, i rzekł:
2 ακουσατε ακουσατε μου των λογων ινα μη η μοι παρ' υμων αυτη η παρακλησις2 Słuchajcie, słuchajcie mej mowy, może mnie tym pocieszycie.
3 αρατε με εγω δε λαλησω ειτ' ου καταγελασετε μου3 Dopuśćcie i mnie też do słowa, potem pozwalam wam szydzić.
4 τι γαρ μη ανθρωπου μου η ελεγξις η δια τι ου θυμωθησομαι4 A czyż ja do ludzi mam żal? Czy niesłusznie duch mój jest wzburzony?
5 εισβλεψαντες εις εμε θαυμασατε χειρα θεντες επι σιαγονι5 Spójrzcie na mnie, zdziwieni, i ręką przymknijcie swe usta!
6 εαν τε γαρ μνησθω εσπουδακα εχουσιν δε μου τας σαρκας οδυναι6 Jest myśl, co mnie tak przeraża, że drżę na całym ciele:
7 δια τι ασεβεις ζωσιν πεπαλαιωνται δε και εν πλουτω7 Czemuż to żyją grzesznicy? Wiekowi są i potężni.
8 ο σπορος αυτων κατα ψυχην τα δε τεκνα αυτων εν οφθαλμοις8 Trwałe jest u nich potomstwo i dano oglądać im wnuki.
9 οι οικοι αυτων ευθηνουσιν φοβος δε ουδαμου μαστιξ δε παρα κυριου ουκ εστιν επ' αυτοις9 Ich domy są bezpieczne, bez strachu, gdyż nie sięga ich Boża rózga.
10 η βους αυτων ουκ ωμοτοκησεν διεσωθη δε αυτων εν γαστρι εχουσα και ουκ εσφαλεν10 Ich buhaj jest zawsze płodny, krowa im rodzi, nie roni.
11 μενουσιν δε ως προβατα αιωνια τα δε παιδια αυτων προσπαιζουσιν11 Swych chłopców puszczają jak owce: niech dzieci biegają radośnie,
12 αναλαβοντες ψαλτηριον και κιθαραν και ευφραινονται φωνη ψαλμου12 chwytają za miecz i harfę i tańczą do wtóru piszczałki.
13 συνετελεσαν δε εν αγαθοις τον βιον αυτων εν δε αναπαυσει αδου εκοιμηθησαν13 Pędzą swe dni w dobrobycie, w spokoju zstępują do Szeolu.
14 λεγει δε κυριω αποστα απ' εμου οδους σου ειδεναι ου βουλομαι14 Oddal się - mówili do Boga - nie chcemy znać Twoich dróg.
15 τι ικανος οτι δουλευσομεν αυτω και τις ωφελεια οτι απαντησομεν αυτω15 Po cóż służyć Wszechmogącemu? Co da nam modlitwa do Niego?
16 εν χερσιν γαρ ην αυτων τα αγαθα εργα δε ασεβων ουκ εφορα16 Czyż w ich rękach nie ma szczęścia, choć ich myśli od Niego daleko?
17 ου μην δε αλλα και ασεβων λυχνος σβεσθησεται επελευσεται δε αυτοις η καταστροφη ωδινες δε αυτους εξουσιν απο οργης17 Czy często gaśnie lampa niewiernych, czy na nich klęska spada? Gniew Boży rujnuje nieprawych?
18 εσονται δε ωσπερ αχυρα προ ανεμου η ωσπερ κονιορτος ον υφειλατο λαιλαψ18 Czyż są podobni do słomy na wietrze lub do plew pędzonych przez wicher?
19 εκλιποι υιους τα υπαρχοντα αυτου ανταποδωσει προς αυτον και γνωσεται19 Bóg chowa cierpienia dla synów. Trzeba je zadać samemu, niech pozna,
20 ιδοισαν οι οφθαλμοι αυτου την εαυτου σφαγην απο δε κυριου μη διασωθειη20 niech ujrzy oczami swą klęskę, niech gniew Wszechmocnego wypije!
21 οτι τι θελημα αυτου εν οικω αυτου μετ' αυτον και αριθμοι μηνων αυτου διηρεθησαν21 Czy mu po śmierci zależy na domu, gdy liczba miesięcy skończona?
22 ποτερον ουχι ο κυριος εστιν ο διδασκων συνεσιν και επιστημην αυτος δε φονους διακρινει22 Czy Boga chcesz uczyć mądrości, Tego, co sądzi mocarzy?
23 ουτος αποθανειται εν κρατει απλοσυνης αυτου ολος δε ευπαθων και ευθηνων23 Jeden umiera szczęśliwy, ze wszech miar bezpieczny, beztroski.
24 τα δε εγκατα αυτου πληρη στεατος μυελος δε αυτου διαχειται24 Naczynia ma pełne mleka, szpik jego kości jest świeży.
25 ο δε τελευτα υπο πικριας ψυχης ου φαγων ουδεν αγαθον25 Drugi zaś kończy w boleści i szczęścia nigdy nie zaznał.
26 ομοθυμαδον δε επι γης κοιμωνται σαπρια δε αυτους εκαλυψεν26 A w ziemi leżą razem, obydwu pokrywa robactwo.
27 ωστε οιδα υμας οτι τολμη επικεισθε μοι27 Wasze myśli są mi już znane i plany, jak chcecie mnie dręczyć.
28 οτι ερειτε που εστιν οικος αρχοντος και που εστιν η σκεπη των σκηνωματων των ασεβων28 Mówicie: A gdzie dom bogacza lub namiot mieszkalny złoczyńców?
29 ερωτησατε παραπορευομενους οδον και τα σημεια αυτων ουκ απαλλοτριωσετε29 Czy nie pytacie podróżnych? Co mówią - nie wiecie dokładnie?
30 οτι εις ημεραν απωλειας κουφιζεται ο πονηρος εις ημεραν οργης αυτου απαχθησονται30 Grzesznik ocalał w dni grozy i w czasie, gdy nadciąga kara.
31 τις απαγγελει επι προσωπου αυτου την οδον αυτου και αυτος εποιησεν τις ανταποδωσει αυτω31 Więc kto mu wypomni złe życie i któż zapłaci za czyny?
32 και αυτος εις ταφους απηνεχθη και επι σορω ηγρυπνησεν32 Takiego grzebią uroczyście i straże stawiają przy grobie.
33 εγλυκανθησαν αυτω χαλικες χειμαρρου και οπισω αυτου πας ανθρωπος απελευσεται και εμπροσθεν αυτου αναριθμητοι33 Toteż przyjemne są mu grudy ziemi, bo tłum ludzi jest za nim, jak i przed nim bez liku.
34 πως δε παρακαλειτε με κενα το δε εμε καταπαυσασθαι αφ' υμων ουδεν34 Więc czemu mnie próżno cieszycie, gdy prawdzie odpowiedź zaprzecza?