Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

Livre des Psaumes 102


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Prière pour un malheureux qui dans son accablement répand sa plainte devant Yahvé.
1 Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου.>> Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε.
2 Yahvé, entends ma prière, que mon cri vienne jusqu'à toi;
2 Μη κρυψης το προσωπον σου απ' εμου? καθ' ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου? καθ' ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου.
3 ne cache pas loin de moi ta face au jour où l'angoisse me tient; incline vers moi ton oreille, au jouroù je t'appelle, vite, réponds-moi!
3 Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν.
4 Car mes jours s'en vont en fumée, mes os brûlent comme un brasier;
4 Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου.
5 battu comme l'herbe, mon coeur sèche et j'oublie de manger mon pain;
5 Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου.
6 à force de crier ma plainte, ma peau s'est collée à mes os.
6 Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος? εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις.
7 Je ressemble au hibou du désert, je suis pareil à la hulotte des ruines;
7 Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος.
8 je veille et je gémis, comme l'oiseau solitaire sur le toit;
8 Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου? οι μαινομενοι ομνυουσι κατ' εμου.
9 tout le jour mes ennemis m'outragent, ceux qui me louaient maudissent par moi.
9 Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου,
10 La cendre est le pain que je mange, je mêle à ma boisson mes larmes,
10 Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου? διοτι σηκωσας με ερριψας κατω.
11 devant ta colère et ta fureur, car tu m'as soulevé puis rejeté;
11 Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος.
12 mes jours sont comme l'ombre qui décline, et moi comme l'herbe je sèche.
12 Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν.
13 Mais toi, Yahvé, tu trônes à jamais; d'âge en âge, mémoire de toi!
13 Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων? διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν.
14 Toi, tu te lèveras, attendri pour Sion, car il est temps de la prendre en pitié, car l'heure est venue;
14 Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης.
15 car tes serviteurs en chérissent les pierres, pris de pitié pour sa poussière.
15 Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου.
16 Et les païens craindront le nom de Yahvé, et tous les rois de la terre, ta gloire;
16 Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου.
17 quand Yahvé rebâtira Sion, il sera vu dans sa gloire;
17 Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων.
18 il se tournera vers la prière du spolié, il n'aura pas méprisé sa prière.
18 Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην? και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον.
19 On écrira ceci pour l'âge à venir et un peuple nouveau louera Dieu:
19 Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην,
20 il s'est penché du haut de son sanctuaire, Yahvé, et des cieux a regardé sur terre,
20 δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον?
21 afin d'écouter le soupir du captif, de libérer les clients de la mort,
21 δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ,
22 pour répandre dans Sion le nom de Yahvé, sa louange dans Jérusalem,
22 οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον.
23 quand se joindront peuples et royaumes pour rendre un culte à Yahvé.
23 Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου? συνετεμε τας ημερας μου.
24 En chemin ma force a fléchi; le petit nombre de mes jours,
24 Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου? τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων.
25 fais-le-moi savoir, ne me prends pas à la moitié de mes jours, d'âge en âge vont tes années.
25 Κατ' αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι.
26 Depuis longtemps tu as fondé la terre, et les cieux sont l'ouvrage de tes mains;
26 Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις? και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη? ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη?
27 eux périssent, toi tu restes, tous comme un vêtement ils s'usent, comme un habit qu'on change, tules changes;
27 συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει.
28 mais toi, le même, sans fin sont tes années.
28 Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου.
29 Les fils de tes serviteurs auront une demeure et leur lignée subsistera devant toi.