Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Numeri 9


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Il Signore parlò a Mosè nel deserto di Sinai, il mese primo del second'anno da che erano usciti dall'Egitto, e disse:1 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην εν τη ερημω Σινα, τον πρωτον μηνα του δευτερου ετους αφου εξηλθον εκ γης Αιγυπτου, λεγων,
2 «Facciano i figli d'Israele la Pasqua al suo tempo,2 Ας καμνωσιν οι υιοι Ισραηλ το πασχα εν τω καιρω αυτου?
3 il giorno quattordicesimo di questo mese, a sera, osservando tutte le sue cerimonie e prescrizioni».3 την δεκατην τεταρτην ημεραν τουτου του μηνος προς εσπεραν θελετε καμει αυτο, κατα τον καιρον αυτου? κατα παντα τα νομιμα αυτου και κατα πασας τας τελετας αυτου θελετε καμει αυτο.
4 Mosè dunque comandò ai figli d'Israele che celebrassero la Pasqua.4 Και ελαλησεν ο Μωυσης προς τους υιους Ισραηλ δια να καμωσι το πασχα.
5 Ed essi la celebrarono al suo tempo, la sera del quattordicesimo giorno del mese, sul monte Sinai. Conforme a tutto quello che il Signore aveva comandato a Mosè, così fecero i figli d'Israele.5 Και εκαμον το πασχα την δεκατην τεταρτην του πρωτου μηνος προς εσπεραν εν τη ερημω Σινα? κατα παντα οσα προσεταξε Κυριος εις τον Μωυσην, ουτως εκαμον οι υιοι Ισραηλ.
6 Ed ecco, alcuni i quali erano immondi per aver toccato un morto, e non potevano far la Pasqua in quel giorno, vennero a Mosè ed Aronne,6 Και ευρισκοντο τινες, οιτινες ησαν ακαθαρτοι απο νεκρου σωματος ανθρωπου και δεν ηδυναντο να καμωσι το πασχα εκεινην την ημεραν? και ηλθον εμπροσθεν του Μωυσεως και εμπροσθεν του Ααρων την ημεραν εκεινην.
7 e dissero loro: «Noi siamo immondi per causa di un morto: perchè d'esser impedito a noi, tra i figli d'Israele, d'offrire al Signore l'oblazione al suo tempo?».7 Και ειπον οι ανδρες εκεινοι προς αυτον, Ημεις ειμεθα ακαθαρτοι απο νεκρου σωματος ανθρωπου? δια τι εμποδιζομεθα να προσφερωμεν το δωρον του Κυριου εν τω καιρω αυτου μεταξυ των υιων Ισραηλ;
8 Ai quali Mosè rispose: «Aspettate che io consulti il Signore su ciò che ordinerà per voi».8 Και ειπε προς αυτους ο Μωυσης, Στητε αυτου και θελω ακουσει τι θελει προσταξει ο Κυριος δια σας.
9 Ed il Signore parlò a Mosè, dicendo:9 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην, λεγων,
10 «Dirai a' figli d'Israele: - Quegli che fosse immondo a causa d'un morto, o fosse in viaggio lontano dalla vostra nazione, farà la Pasqua del Signore10 Ειπε προς τους υιους Ισραηλ λεγων, Εαν τις ανθρωπος εξ υμων η εκ των γενεων υμων γεινη ακαθαρτος απο νεκρου σωματος, η ηναι εις οδον μακραν, θελει καμει το πασχα εις τον Κυριον?
11 nel mese secondo, il quattordicesimo giorno, a sera. Là mangeranno con gli azzimi e con le lattughe selvatiche;11 την δεκατην του δευτερου μηνος προς εσπεραν θελουσι καμει αυτο και μετα αζυμων και πικραλιδων θελουσι φαγει αυτο.
12 non ne lasceranno alcun che per l'indomani, e non ne romperanno alcun osso; osserveranno tutto il rito pasquale.12 Δεν θελουσιν αφησει εξ αυτου μεχρι πρωιας ουδε θελουσι συντριψει οστουν εξ αυτου? κατα παντα τα νομιμα του πασχα θελουσι καμει αυτο.
13 Ma se uno è mondo, e non è in viaggio e tuttavia non avrà fatto la Pasqua, l'anima sua verrà sterminata di fra il suo popolo per non aver offerto al tempo dovuto il sacrifizio al Signore; porterà egli il [peso del] proprio peccato.13 Και ο ανθρωπος οστις καθαρος ων, και μη ευρισκομενος εις οδον, λειψη απο του να καμη το πασχα, θελει εξολοθρευθη η ψυχη εκεινη εκ του λαου αυτης? επειδη δεν προσεφερε το δωρον του Κυριου εν τω καιρω αυτου, ο ανθρωπος εκεινος θελει βαστασει την αμαρτιαν αυτου.
14 Anche il pellegrino ed il forestiero che saranno presso di voi, immoleranno al Signore la Pasqua, secondo le sue cerimonie e prescrizioni. Sarà eguale presso di voi il precetto, tanto per il forestiero quanto per il cittadino -».14 Εαν δε παροικη ξενος μεταξυ σας και καμη το πασχα εις τον Κυριον κατα τα νομιμα του πασχα και κατα τας τελετας αυτου, ουτω θελει καμει αυτο? τον αυτον νομον θελετε εχει και δια τον ξενον και δια τον αυτοχθονα.
15 Il giorno dunque nel quale fu rizzato il tabernacolo, la nube lo ricoprì. Dalla sera poi sino alla mattina, era sul tabernacolo come una specie di fuoco.15 Και την ημεραν καθ' ην εστηθη η σκηνη, εκαλυψεν η νεφελη την σκηνην, τον οικον του μαρτυριου? και απο εσπερας εως πρωι ητο επι της σκηνης ως ειδος πυρος.
16 Così era sempre: il giorno lo ricopriva la nube; e la notte, quella specie di fuoco.16 Ουτως εγινετο παντοτε? η νεφελη εκαλυπτεν αυτην την ημεραν και ειδος πυρος την νυκτα.
17 Quando la nube avvolgente il tabernacolo si moveva, allora i figli d'Israele partivano; nel luogo dove la nube si fermava, s'accampavano.17 Και οτε ανεβαινεν η νεφελη απο της σκηνης, τοτε εσηκονοντο οι υιοι Ισραηλ? και εν τω τοπω, οπου ιστατο η νεφελη, εκει εστρατοπεδευον οι υιοι Ισραηλ.
18 Al comando del Signore partivano, ed al comando di lui fermavano il tabernacolo. Per tutt'i giorni nei quali la nube stava ferma sul tabernacolo, rimanevano fermi nello stesso luogo;18 Κατα την προσταγην του Κυριου εσηκονοντο οι υιοι Ισραηλ και κατα την προσταγην του Κυριου εστρατοπεδευον? πασας τας ημερας καθ' ας η νεφελη εκειτο επι της σκηνης, εμενον εστρατοπεδευμενοι.
19 se avveniva che quella vi restasse sopra per molto tempo, i figli d'Israele erano come guardie agli ordini del Signore, e non partivano,19 Και οτε η νεφελη διεμενεν επι της σκηνης πολλας ημερας, τοτε οι υιοι Ισραηλ εφυλαττον τας φυλακας του Κυριου και δεν εσηκονοντο.
20 per tutti que' giorni nei quali la nube restava sul tabernacolo. Al comando del Signore piantavan le tende, ed al suo comando le levavano.20 Και οποτε μεν η νεφελη ιστατο επι της σκηνης οσασδηποτε ημερας, κατα την προσταγην του Κυριου εμενον εστρατοπεδευμενοι και κατα την προσταγην του Κυριου εσηκονοντο.
21 Se la nube si fermava dalla sera alla mattina, e subito al far del giorno lasciava il tabernacolo, partivano; se si moveva dopo un giorno e una notte, disfacevano l'accampamento.21 Οποτε δε η νεφελη ιστατο απο εσπερας εως πρωι, το δε πρωι ανεβαινεν η νεφελη, τοτε αυτοι εσηκονοντο? ειτε την ημεραν ειτε την νυκτα ανεβαινεν η νεφελη, τοτε αυτοι εσηκονοντο.
22 Se stava sul tabernacolo per due giorni, o per un mese, o per più tempo, rimanevano i figli d'Israele in quel luogo, e non partivano; appena però quella si moveva, levavano il campo.22 Δυο ημερας η ενα μηνα η εν ετος εαν διεμενεν η νεφελη επι της σκηνης, ισταμενη επ' αυτης, εμενον εστρατοπεδευμενοι οι υιοι Ισραηλ και δεν εσηκονοντο? οτε δε αυτη ανεβαινεν, εσηκονοντο.
23 Alla parola del Signore fermavano le tende, ed alla sua parola si mettevano in cammino; erano come guardie del Signore, secondo gli ordini che aveva dato per mezzo di Mosè.23 Κατα την προσταγην του Κυριου εστρατοπεδευον και κατα την προσταγην του Κυριου εσηκονοντο? εφυλαττον τας φυλακας του Κυριου, καθως προσεταξεν ο Κυριος δια χειρος του Μωυσεως.