Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Secondo libro dei Re 1


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Dopo la morte di Acab, Moab si ribellò ad Israele.1 Μετα δε τον θανατον του Αχααβ, επανεστατησεν ο Μωαβ εναντιον του Ισραηλ.
2 Ocozia cadde dal parapetto della sua camera alta, che aveva in Samaria e ne restò ammalato; e spedì messaggeri, ai quali disse: «Andate a consultare Beelzebub, dio di Accaron, se io potrò riavermi da questa malattia».2 Και επεσεν ο Οχοζιας δια του δρυφρακτου του υπερωου αυτου, το οποιον ητο εν Σαμαρεια, και ηρρωστησε? και απεστειλε μηνυτας, ειπων προς αυτους, Υπαγετε, ερωτησατε τον Βεελ-ζεβουλ, τον θεον της Ακκαρων, αν εχω να αναλαβω απο της αρρωστιας ταυτης.
3 Ma l'angelo del Signore così parlò ad Elia Tesbite: «Levati e sali incontro ai messi del re di Samaria, e di' loro: - Non v'è forse Dio in Israele, per andar voi a consultare Beelzebub, dio di Accaron? -3 Αλλ' ο αγγελος Κυριου ειπε προς Ηλιαν τον Θεσβιτην, Σηκωθητι, αναβα εις συναντησιν των μηνυτων του βασιλεως της Σαμαρειας και ειπε προς αυτους, Επειδη δεν ειναι Θεος εν τω Ισραηλ, δια τουτο υπαγετε να ερωτησητε τον Βεελ-ζεβουλ, τον θεον της Ακκαρων;
4 Perciò così dice il Signore: - Tu non scenderai più dal letto, sul quale sei salito, ma morrai certamente -». Ed Elia se ne andò.4 Τωρα λοιπον ουτω λεγει ο Κυριος? Δεν θελεις καταβη απο της κλινης, εις την οποιαν ανεβης, αλλ' εξαπαντος θελεις αποθανει. Και ανεχωρησεν ο Ηλιας.
5 I messi fecero ritorno da Ocozia, che chiese loro: «Perchè siete ritornati?».5 Και επεστρεψαν οι μηνυται προς αυτον? ο δε ειπε προς αυτους, Δια τι επεστρεψατε;
6 E quelli risposero: «Ci è venuto incontro un uomo e ci ha detto: - Andate e ritornatevene dal re, che vi ha mandato, e dite a lui: Così parla il Signore: Forse perchè non vi è un Dio in Israele, tu mandi a consultare Beelzebub, Dio di Accaron? Perciò tu non scenderai dal letto, sul quale sei salito, ma morrai certamente -».6 Και ειπον προς αυτον, Ανθρωπος τις ανεβη εις συναντησιν ημων και ειπε προς ημας, Υπαγετε, επιστρεψατε προς τον βασιλεα, οστις σας απεστειλε, και ειπατε προς αυτον, ουτω λεγει Κυριος? Επειδη δεν ειναι Θεος εν τω Ισραηλ, δια τουτο στελλεις να ερωτησης τον Βεελ-ζεβουλ, τον θεον της Ακκαρων; δεν θελεις λοιπον καταβη απο της κλινης, εις την οποιαν ανεβης, αλλ' εξαπαντος θελεις αποθανει.
7 Il re domandò loro: «Qual aspetto, e qual abito aveva l'uomo, che vi è venuto incontro e vi ha detto queste parole?»,7 Και ειπε προς αυτους, Οποια ητο η μορφη του ανθρωπου, οστις ανεβη εις συναντησιν σας και ελαλησε προς εσας τους λογους τουτους;
8 ed essi risposero: «Era un uomo peloso e aveva una cintura di pelle stretta ai fianchi». Allora il re disse: «È Elia Tesbite».8 Και απεκριθησαν προς αυτον, Ανθρωπος δασυτριχος και περιεζωσμενος την οσφυν αυτου με ζωνην δερματινην. Και ειπεν, Ηλιας ο Θεσβιτης ειναι.
9 Mandò dunque a lui un capo di cinquanta uomini, coi cinquanta che gli eran sottoposti. E questi salì verso Elia, il quale stava sulla sommità del monte, e gli disse: «Uomo di Dio, il re comanda che tu discenda».9 Τοτε απεστειλεν ο βασιλευς προς αυτον πεντηκονταρχον μετα των πεντηκοντα αυτου. Και ανεβη προς αυτον? και ιδου, εκαθητο επι της κορυφης του ορους. Και ειπε προς αυτον, Ανθρωπε του Θεου, ο βασιλευς ειπε, Καταβα.
10 E per risposta Elia disse al capo dei cinquanta soldati: «Se sono uomo di Dio, scenda fuoco dal cielo e divori te e i tuoi cinquanta». Scese pertanto del fuoco dal cielo e divorò lui e i cinquanta che lo accompagnavano.10 Και αποκριθεις ο Ηλιας ειπε προς τον πεντηκονταρχον, Εαν εγω ημαι ανθρωπος του Θεου, ας καταβη πυρ εξ ουρανου και ας καταφαγη σε και τους πεντηκοντα σου. Και κατεβη πυρ εκ του ουρανου και κατεφαγεν αυτον και τους πεντηκοντα αυτου.
11 Il re mandò di nuovo a lui un capo di cinquanta coi suoi cinquanta uomini, il quale disse ad Elia: «Uomo di Dio, il re dice questo: - Affrettati a discendere -».11 Και απεστειλε προς αυτον παλιν αλλον πεντηκονταρχον μετα των πεντηκοντα αυτου. Και ελαλησε και ειπε προς αυτον, Ανθρωπε του Θεου, ουτω λεγει ο βασιλευς? Ταχεως καταβα.
12 Ma Elia rispose: «Se sono un uomo di Dio, scenda fuoco dal cielo e divori te e i tuoi cinquanta». E dal cielo scese del fuoco e divorò lui e i suoi cinquanta uomini.12 Και αποκριθεις ο Ηλιας ειπε προς αυτους, Εαν εγω ημαι ανθρωπος του Θεου, ας καταβη πυρ εξ ουρανου και ας καταφαγη σε και τους πεντηκοντα σου. Και κατεβη πυρ Θεου εξ ουρανου και κατεφαγεν αυτον και τους πεντηκοντα αυτου.
13 Il re mandò di nuovo un terzo capo di cinquanta coi suoi cinquanta uomini. Arrivato costui, si inginocchiò dinanzi ad Elia e lo scongiurò, dicendo: «Uomo di Dio, non disprezzare la mia vita e quella dei tuoi servi che stanno con me.13 Και παλιν απεστειλε τριτον πεντηκονταρχον μετα των πεντηκοντα αυτου. Και αναβας ο τριτος πεντηκονταρχος ηλθε και εγονατισεν εμπροσθεν του Ηλια και παρεκαλεσεν αυτον και ειπε προς αυτον; Ανθρωπε του Θεου, ας σταθη, δεομαι, αξιοτιμητος εις τους οφθαλμους σου ζωη μου και η ζωη των δουλων σου τουτων των πεντηκοντα?
14 Discese già del fuoco dal cielo e divorò i due primi capi di cinquanta uomini coi cinquanta ch'eran con loro. Ma ora ti scongiuro di aver pietà della mia vita».14 ιδου, κατεβη πυρ εξ ουρανου και κατεκαυσε τους δυο πρωτους πεντηκονταρχους μετα των πεντηκοντα αυτων? ας σταθη λοιπον η ζωη μου αξιοτιμητος εις τους οφθαλμους σου.
15 E l'angelo del Signore disse ad Elia: «Discendi con lui e non temere». Ed Elia si levò e discese con lui dal re15 Και ειπεν ο αγγελος του Κυριου προς τον Ηλιαν, Καταβα μετ' αυτου? μη φοβηθης απ' αυτου. Και εσηκωθη και κατεβη μετ' αυτου προς τον βασιλεα.
16 e disse a lui: «Così parla il Signore: - Perchè tu hai mandato messaggeri a consultare Beelzebub, dio di Accaron, quasi non vi fosse un Dio in Israele, da cui potessi avere un responso, per questo non discenderai più dal letto sul quale sei salito e morrai certamente -».16 Και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος? Επειδη απεστειλας μηνυτας να ερωτησωσι τον Βεελ-ζεβουλ, τον θεον της Ακκαρων, ως εαν δεν ητο Θεος εν τω Ισραηλ δια να ζητησης τον λογον αυτου, δια τουτο δεν θελεις καταβη απο της κλινης, εις την οποιαν ανεβης, αλλ' εξαπαντος θελεις αποθανει.
17 E Ocozia morì, secondo la parola del Signore proferita da Elia e, in suo luogo, regnò Joram, fratello di lui, nel secondo anno di Joram figlio di Josafat, re di Giuda, giacchè Ocozia non aveva figliuoli.17 Και απεθανε κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησεν ο Ηλιας? εβασιλευσε δε αντ' αυτου ο Ιωραμ, εν τω δευτερω ετει του Ιωραμ, υιου του Ιωσαφατ, βασιλεως του Ιουδα? επειδη δεν ειχεν υιον.
18 Il resto delle azioni compiute da Ocozia non è forse scritto nel libro delle Cronache dei re d'Israele?18 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Οχοζιου, οσας εκαμε, δεν ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;