Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Giona 3


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Il Signore parlò di nuovo a Giona e gli disse:1 Και εγεινε λογος Κυριου προς Ιωναν εκ δευτερου, λεγων,
2 « Alzati, va a Ninive, la gran città, a predicarvi quello che ti dico io ».2 Σηκωθητι, υπαγε εις Νινευη, την πολιν την μεγαλην, και κηρυξον προς αυτην το κηρυγμα, το οποιον εγω λαλω προς σε.
3 Giona si mosse e andò a Ninive, secondo l'ordine del Signore. Or Ninive era una città grande, di tre giorni di cammino.3 Και εσηκωθη ο Ιωνας και υπηγεν εις Νινευη κατα τον λογον του Κυριου. Η δε Νινευνη ητο πολις μεγαλη σφοδρα, οδου τριων ημερων?
4 Giona cominciò a penetrare in città, camminando per una giornata e si m se a gridare e a dire: « Ancor quaranta giorni, e Ninive sarà distrutta ».4 Και ηρχισεν ο Ιωνας να διερχηται εις την πολιν οδον μιας ημερας και εκηρυξε και ειπεν, Ετι τεσσαρακοντα ημεραι και η Νινευη θελει καταστραφη.
5 I Niniviti credettero a Dio, e ordinarono il digiuno, e si vestiron di sacco, dal più grande al più piccolo.5 Και οι ανδρες της Νινευη επιστευσαν εις τον Θεον και εκηρυξαν νηστειαν και ενεδυθησαν σακκους απο μεγαλου αυτων εως μικρου αυτων?
6 Giunta la cosa al re di Ninive, egli si alzò dal suo trono, depose le sue vesti, indossò il sacco e si gettò sulla cenere.6 διοτι ο λογος ειχε φθασει προς τον βασιλεα της Νινευη και εσηκωθη απο του θρονου αυτου και αφηρεσε την στολην αυτου επανωθεν εαυτου και εσκεπασθη με σακκον και εκαθησεν επι σποδου.
7 E fu pubblicato e imposto in Ninive quest'ordine, fatto dal re e dai suoi principi: « Uomini e bestie, bovi e pecore, non tocchino niente, non vadano al pascolo, non bevano acqua.7 Και διεκηρυχθη και εγνωστοποιηθη εν τη Νινευη δια ψηφισματος του βασιλεως και των μεγιστανων αυτου και ελαληθη, οι ανθρωποι και τα κτηνη, οι βοες και τα προβατα, να μη γευθωσι μηδεν, μηδε να βοσκησωσι, μηδε υδωρ να πιωσιν?
8 Si copran di sacco gli uomini e gli animali, e gridino con tutta forza al Signore; si converta ciascuno dalla sua cattiva vita e dalle sue opere malvage.8 αλλ' ανθρωπος και κτηνος να σκεπασθωσι με σακκους και να φωναξωσιν ισχυρως προς τον Θεον? και ας επιστρεψωσιν εκαστος απο της οδου αυτου της πονηρας και απο της αδικιας, ητις ειναι εν ταις χερσιν αυτων.
9 Chi sa che Dio non muti sentenza e ci perdoni; e, cessata l'ira sua furibonda, non ci faccia perire?».9 Τις εξευρει αν επιστρεψη και μεταμεληθη ο Θεος και επιστρεψη απο της οργης του θυμου αυτου και δεν απολεσθωμεν;
10 Dio, visto quanto facevano, e come s'erano convertiti dalla loro cattiva vita, n'ebbe compassione, e il male che aveva detto di far loro non, lo fece.10 Και ειδεν ο Θεος τα εργα αυτων, οτι επεστρεψαν απο της οδου αυτων της πονηρας? και μετεμεληθη ο Θεος περι του κακου, το οποιον ειπε να καμη εις αυτους? και δεν εκαμεν αυτο.