Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

ΑΡΙΘΜΟΙ - Numeri - Numbers 31


font
LXXBIBBIA TINTORI
1 και ελαλησεν κυριος προς μωυσην λεγων1 E il Signore parlò a Mosè, dicendo:
2 εκδικει την εκδικησιν υιων ισραηλ εκ των μαδιανιτων και εσχατον προστεθηση προς τον λαον σου2 « Prima vendica i figli d'Israele da Madianiti, e poi andrai a raggiungere tuoi padri ».
3 και ελαλησεν μωυσης προς τον λαον λεγων εξοπλισατε εξ υμων ανδρας παραταξασθαι εναντι κυριου επι μαδιαν αποδουναι εκδικησιν παρα του κυριου τη μαδιαν3 E Mosè disse subito: « Arma te per la battaglia alcuni vostri uomini che possan fare la vendetta del Signore sopra i Madianiti.
4 χιλιους εκ φυλης χιλιους εκ φυλης εκ πασων φυλων ισραηλ αποστειλατε παραταξασθαι4 Da ogni tribù d'Israele siano scelti mille uominda mandarsi a questa guerra ».
5 και εξηριθμησαν εκ των χιλιαδων ισραηλ χιλιους εκ φυλης δωδεκα χιλιαδες ενωπλισμενοι εις παραταξιν5 Dettero dunque mille uomini per tribù, cioè dodici mila uomini pronti a combattere
6 και απεστειλεν αυτους μωυσης χιλιους εκ φυλης χιλιους εκ φυλης συν δυναμει αυτων και φινεες υιον ελεαζαρ υιου ααρων του ιερεως και τα σκευη τα αγια και αι σαλπιγγες των σημασιων εν ταις χερσιν αυτων6 Mosè li mandò con Finees figlio di Eleazaro sacerdote, al quale diede i vasi santi e le trombe per sonare.
7 και παρεταξαντο επι μαδιαν καθα ενετειλατο κυριος τω μωυση και απεκτειναν παν αρσενικον7 Essi combatterono contro i Madianiti, e vintili ne uccisero tutti i maschi,
8 και τους βασιλεις μαδιαν απεκτειναν αμα τοις τραυματιαις αυτων και τον ευιν και τον σουρ και τον ροκομ και τον ουρ και τον ροβοκ πεντε βασιλεις μαδιαν και τον βαλααμ υιον βεωρ απεκτειναν εν ρομφαια συν τοις τραυματιαις αυτων8 e i loro re, Evi, Becem, Sur, Hur e Rebe, cinque principi di quella nazione, e uccisero colla spada anche Balaam figlio di Beor.
9 και επρονομευσαν τας γυναικας μαδιαν και την αποσκευην αυτων και τα κτηνη αυτων και παντα τα εγκτητα αυτων και την δυναμιν αυτων επρονομευσαν9 Presero poi le loro donne, i loro fanciulli, tutti i loro bestiami ed ogni loro bene, e saccheggiarono ogni loro avere:
10 και πασας τας πολεις αυτων τας εν ταις οικιαις αυτων και τας επαυλεις αυτων ενεπρησαν εν πυρι10 Il fuoco consumò le città, i villaggi e i castelli.
11 και ελαβον πασαν την προνομην και παντα τα σκυλα αυτων απο ανθρωπου εως κτηνους11 E tolsero la preda e tutto quello che avevan preso d'uomini e di bestie,
12 και ηγαγον προς μωυσην και προς ελεαζαρ τον ιερεα και προς παντας υιους ισραηλ την αιχμαλωσιαν και τα σκυλα και την προνομην εις την παρεμβολην εις αραβωθ μωαβ η εστιν επι του ιορδανου κατα ιεριχω12 e lo condussero davanti a Mosè, ad Eleazaro sacerdote, e a tutta la moltitudine dei figli d'Israele, anche le altre cose che potevan servire le portarono agli accampamenti nelle pianure di Moab, vicino al Giordano, dirimpetto a Gerico.
13 και εξηλθεν μωυσης και ελεαζαρ ο ιερευς και παντες οι αρχοντες της συναγωγης εις συναντησιν αυτοις εξω της παρεμβολης13 Mosè, il sommo sacerdote Eleazaro e tutti i principi della sinagoga andarono loro incontro fuor degli accampamenti.
14 και ωργισθη μωυσης επι τοις επισκοποις της δυναμεως χιλιαρχοις και εκατονταρχοις τοις ερχομενοις εκ της παραταξεως του πολεμου14 E Mosè, sdegnato contro i capi dell esercito, i tribuni e i centurioni che tornavano dalla guerra,
15 και ειπεν αυτοις μωυσης ινα τι εζωγρησατε παν θηλυ15 disse: « Perchè avete risparmiato le donne?
16 αυται γαρ ησαν τοις υιοις ισραηλ κατα το ρημα βαλααμ του αποστησαι και υπεριδειν το ρημα κυριου ενεκεν φογωρ και εγενετο η πληγη εν τη συναγωγη κυριου16 Non sono forse state esse che, a suggestione di Balaam, sedussero i figli d Israele, e vi fecero prevaricar contro il Signore col peccato di Fogor, che fu causa di flagelli anche al popolo?
17 και νυν αποκτεινατε παν αρσενικον εν παση τη απαρτια και πασαν γυναικα ητις εγνωκεν κοιτην αρσενος αποκτεινατε17 Or dunque uccidete tutti i maschi anche di tenera età, e tutte le donne che han conosciuto l'uomo,
18 πασαν την απαρτιαν των γυναικων ητις ουκ οιδεν κοιτην αρσενος ζωγρησατε αυτας18 serbate invece per voi le fanciulle e tutte le donne vergini.
19 και υμεις παρεμβαλετε εξω της παρεμβολης επτα ημερας πας ο ανελων και ο απτομενος του τετρωμενου αγνισθησεται τη ημερα τη τριτη και τη ημερα τη εβδομη υμεις και η αιχμαλωσια υμων19 Restate per sette giorni fuori degli accampamenti; e chi avrà ucciso un uomo o toccato un cadavere si purifichi il terzo e il settimo giorno.
20 και παν περιβλημα και παν σκευος δερματινον και πασαν εργασιαν εξ αιγειας και παν σκευος ξυλινον αφαγνιειτε20 E di ciò che avete preso sarà purificata ogni veste, ogni vaso, ogni utensile fatto di pelli di capra, o di peli, o di legno ».
21 και ειπεν ελεαζαρ ο ιερευς προς τους ανδρας της δυναμεως τους ερχομενους εκ της παραταξεως του πολεμου τουτο το δικαιωμα του νομου ο συνεταξεν κυριος τω μωυση21 Parlò ai soldati che erano stati alla battaglia anche il sommo sacerdote Eleazaro, e disse: « Ecco l'ordine della legge data dal Signore a Mosè:
22 πλην του χρυσιου και του αργυριου και χαλκου και σιδηρου και μολιβου και κασσιτερου22 L'oro, l'argento, il rame, il ferro, il piombo, lo stagno,
23 παν πραγμα ο διελευσεται εν πυρι και καθαρισθησεται αλλ' η τω υδατι του αγνισμου αγνισθησεται και παντα οσα εαν μη διαπορευηται δια πυρος διελευσεται δι' υδατος23 e tutto ciò che può passar per le fiamme, sia purificato col fuoco; ma tutto ciò che non può reggere al fuoco sia purificato coll'acqua di espiazione.
24 και πλυνεισθε τα ιματια τη ημερα τη εβδομη και καθαρισθησεσθε και μετα ταυτα εισελευσεσθε εις την παρεμβολην24 Vi laverete le vesti al settimo giorno e, purificati, entrerete negli accampamenti ».
25 και ελαλησεν κυριος προς μωυσην λεγων25 Disse poi il Signore a Mosè:
26 λαβε το κεφαλαιον των σκυλων της αιχμαλωσιας απο ανθρωπου εως κτηνους συ και ελεαζαρ ο ιερευς και οι αρχοντες των πατριων της συναγωγης26 « Tu, il sacerdote Eleazaro e i principi del popolo fate il conto di ciò che è stato preso, della gente e del bestiame;
27 και διελειτε τα σκυλα ανα μεσον των πολεμιστων των εκπορευομενων εις την παραταξιν και ανα μεσον πασης συναγωγης27 poi dividi la preda in parti uguali tra quelli cne sono andati alla guerra a combattere e tutto il resto della moltitudine.
28 και αφελειτε τελος κυριω παρα των ανθρωπων των πολεμιστων των εκπεπορευμενων εις την παραταξιν μιαν ψυχην απο πεντακοσιων απο των ανθρωπων και απο των κτηνων και απο των βοων και απο των προβατων και απο των αιγων28 E dalla parte di coloro che arndarono alla guerra a combattere sepaerai la parte del Signore: un capo ogni cinquecento, sia degli uomini che dei buoi, degli asini e delle pecore,
29 και απο του ημισους αυτων λημψεσθε και δωσεις ελεαζαρ τω ιερει τας απαρχας κυριου29 e la darai al sacerdote Eleazaro, perchè queste son le primizie del Signore.
30 και απο του ημισους του των υιων ισραηλ λημψη ενα απο των πεντηκοντα απο των ανθρωπων και απο των βοων και απο των προβατων και απο των ονων και απο παντων των κτηνων και δωσεις αυτα τοις λευιταις τοις φυλασσουσιν τας φυλακας εν τη σκηνη κυριου30 Dell'altra parte poi che appartiene ai figli d'Israele prenderai un capo ogni cinquanta, degli uomini, dei buoi, degli asini, delle pecore e di tutti gli animali, e lo darai ai leviti che vegliano alla custodia del Tabernacolo del Signore ».
31 και εποιησεν μωυσης και ελεαζαρ ο ιερευς καθα συνεταξεν κυριος τω μωυση31 E Mosè ed Eleazaro fecero come il Signore aveva comandato.
32 και εγενηθη το πλεονασμα της προνομης ο επρονομευσαν οι ανδρες οι πολεμισται απο των προβατων εξακοσιαι χιλιαδες και εβδομηκοντα και πεντε χιλιαδες32 Or la preda che l'esercito aveva fatta fu di seicentosettanta cinque mila pecore,
33 και βοες δυο και εβδομηκοντα χιλιαδες33 settantadue mila buoi,
34 και ονοι μια και εξηκοντα χιλιαδες34 sessant'un mila asini,
35 και ψυχαι ανθρωπων απο των γυναικων αι ουκ εγνωσαν κοιτην ανδρος πασαι ψυχαι δυο και τριακοντα χιλιαδες35 trentadue mila donne che non avevan conosciuto uomo.
36 και εγενηθη το ημισευμα η μερις των εκπεπορευμενων εις τον πολεμον εκ του αριθμου των προβατων τριακοσιαι και τριακοντα χιλιαδες και επτακισχιλια και πεντακοσια36 La metà fu data a chi era stato alla battaglia: delle trecentotrentasette mila cinquecento pecore
37 και εγενετο το τελος κυριω απο των προβατων εξακοσια εβδομηκοντα πεντε37 ne furon messe a parte pel Signore seicentosettantacinque;
38 και βοες εξ και τριακοντα χιλιαδες και το τελος κυριω δυο και εβδομηκοντα38 dei trentasei mila buoi, settantadue;
39 και ονοι τριακοντα χιλιαδες και πεντακοσιοι και το τελος κυριω εις και εξηκοντα39 dei trenta mila cinquecento asini, sessant'uno;
40 και ψυχαι ανθρωπων εκκαιδεκα χιλιαδες και το τελος αυτων κυριω δυο και τριακοντα ψυχαι40 delle sedici mila persone toccarono trentadue alla parte del Signore.
41 και εδωκεν μωυσης το τελος κυριω το αφαιρεμα του θεου ελεαζαρ τω ιερει καθα συνεταξεν κυριος τω μωυση41 E Mosè, come gli era stato comandato, diede al sacerdote Eleazaro il numero delle primizie del Signore,
42 απο του ημισευματος των υιων ισραηλ ους διειλεν μωυσης απο των ανδρων των πολεμιστων42 prelevandolo su quella metà che era stata assegnata ai figli d'Israele stati alla guerra.
43 και εγενετο το ημισευμα το της συναγωγης απο των προβατων τριακοσιαι χιλιαδες και τριακοντα χιλιαδες και επτακισχιλια και πεντακοσια43 E sull'altra metà toccata al restante della moltitudine, cioè sulle trecentotrentasette mila cinquecento pecore,
44 και βοες εξ και τριακοντα χιλιαδες44 sui trentasei mila buoi,
45 ονοι τριακοντα χιλιαδες και πεντακοσιοι45 sui trenta mila cinquecento asini,
46 και ψυχαι ανθρωπων εξ και δεκα χιλιαδες46 e sulle sedici mila persone,
47 και ελαβεν μωυσης απο του ημισευματος των υιων ισραηλ το εν απο των πεντηκοντα απο των ανθρωπων και απο των κτηνων και εδωκεν αυτα τοις λευιταις τοις φυλασσουσιν τας φυλακας της σκηνης κυριου ον τροπον συνεταξεν κυριος τω μωυση47 Mosè tolse un capo ogni cinquanta e li diede ai leviti, che vegliavano nel Tabernacolo del Signore, come il Signore aveva ordinato.
48 και προσηλθον προς μωυσην παντες οι καθεσταμενοι εις τας χιλιαρχιας της δυναμεως χιλιαρχοι και εκατονταρχοι48 E i capi dell'esercito, i tribuni e i centurioni s'avvicinarono a Mosè e gli dissero:
49 και ειπαν προς μωυσην οι παιδες σου ειληφασιν το κεφαλαιον των ανδρων των πολεμιστων των παρ' ημων και ου διαπεφωνηκεν απ' αυτων ουδε εις49 « Noi tuoi servi abbiamo fatto il conto dei combattenti che avevamo sotto di noi: non ne manca nemmeno uno.
50 και προσενηνοχαμεν το δωρον κυριω ανηρ ο ευρεν σκευος χρυσουν χλιδωνα και ψελιον και δακτυλιον και περιδεξιον και εμπλοκιον εξιλασασθαι περι ημων εναντι κυριου50 E quindi offriamo in dono al Signore ciascuno ciò che ha trovato d'oro nella preda: catenelle, braccialetti, anelli, orecchini e vezzi, affinchè tu preghi il Signore per noi ».
51 και ελαβεν μωυσης και ελεαζαρ ο ιερευς το χρυσιον παρ' αυτων παν σκευος ειργασμενον51 E Mosè e il sacerdote Eleazaro ricévettero l'oro in diverse specie:
52 και εγενετο παν το χρυσιον το αφαιρεμα ο αφειλον κυριω εξ και δεκα χιλιαδες και επτακοσιοι και πεντηκοντα σικλοι παρα των χιλιαρχων και παρα των εκατονταρχων52 quello ricevuto dai tribuni e dai centurioni pesava sedici mila settecento cinquanta sicli.
53 και οι ανδρες οι πολεμισται επρονομευσαν εκαστος εαυτω53 Ciascuno poi tenne per sè le altre cose predate nel saccheggio.
54 και ελαβεν μωυσης και ελεαζαρ ο ιερευς το χρυσιον παρα των χιλιαρχων και παρα των εκατονταρχων και εισηνεγκεν αυτα εις την σκηνην του μαρτυριου μνημοσυνον των υιων ισραηλ εναντι κυριου54 L'oro fu preso e portato nel Tabernacolo della testimonianza, come un monumento dei figli d'Israele davanti al Signore.