Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - Geremia - Jeremiah 3


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 εαν εξαποστειλη ανηρ την γυναικα αυτου και απελθη απ' αυτου και γενηται ανδρι ετερω μη ανακαμπτουσα ανακαμψει προς αυτον ετι ου μιαινομενη μιανθησεται η γυνη εκεινη και συ εξεπορνευσας εν ποιμεσιν πολλοις και ανεκαμπτες προς με λεγει κυριος1 Ha elbocsátja egy férfi a feleségét, s az eltávozik tőle és egy másik férfié lesz, vajon visszatérhet-e még ahhoz? Nem volna-e teljesen megszentségtelenített az az ország? Akkor te, aki sok szeretővel paráználkodtál, visszatérhetsz-e hozzám? – mondja az Úr. –
2 αρον εις ευθειαν τους οφθαλμους σου και ιδε που ουχι εξεφυρθης επι ταις οδοις εκαθισας αυτοις ωσει κορωνη ερημουμενη και εμιανας την γην εν ταις πορνειαις σου και εν ταις κακιαις σου2 Emeld fel szemedet a kopár halmokra, és lásd! Hol nem háltak veled? Az utak mentén ültél előttük, mint az arab a pusztában, és megszentségtelenítetted az országot paráznaságoddal és gonoszságoddal.
3 και εσχες ποιμενας πολλους εις προσκομμα σεαυτη οψις πορνης εγενετο σοι απηναισχυντησας προς παντας3 Ezért maradtak el az esőzések, és kései eső sem volt. Homlokod olyan lett, mint a parázna asszonyé: nem akartál pirulni.
4 ουχ ως οικον με εκαλεσας και πατερα και αρχηγον της παρθενιας σου4 Ugye most így kiáltasz hozzám: ‘Atyám! Ifjúkorom bizalmas barátja vagy te!
5 μη διαμενει εις τον αιωνα η διαφυλαχθησεται εις νεικος ιδου ελαλησας και εποιησας τα πονηρα ταυτα και ηδυνασθης5 Vajon örökké haragszik, vagy megtartja haragját mindvégig?’ Íme, így szóltál, de tetted a rosszat, amennyire csak képes voltál.«
6 και ειπεν κυριος προς με εν ταις ημεραις ιωσια του βασιλεως ειδες α εποιησεν μοι η κατοικια του ισραηλ επορευθησαν επι παν ορος υψηλον και υποκατω παντος ξυλου αλσωδους και επορνευσαν εκει6 Ezt mondta nekem az Úr Jozija király napjaiban: »Láttad-e, mit tett az elpártolt Izrael? Elment minden magas hegyre és minden zöldellő fa alá, és ott paráználkodott.
7 και ειπα μετα το πορνευσαι αυτην ταυτα παντα προς με αναστρεψον και ουκ ανεστρεψεν και ειδεν την ασυνθεσιαν αυτης η ασυνθετος ιουδα7 Így szóltam: ‘Miután mindezeket megtette, hozzám fog visszatérni.’ De nem tért vissza. Látta ezt hűtlen nővére, Júda.
8 και ειδον διοτι περι παντων ων κατελημφθη εν οις εμοιχατο η κατοικια του ισραηλ και εξαπεστειλα αυτην και εδωκα αυτη βιβλιον αποστασιου εις τας χειρας αυτης και ουκ εφοβηθη η ασυνθετος ιουδα και επορευθη και επορνευσεν και αυτη8 Látta, hogy éppen azért, mert házasságtörést követett el az elpártolt Izrael, elbocsátottam őt, és válólevelet adtam neki; mégsem félt nővére, a hűtlen Júda, hanem elment, és ő is paráználkodott.
9 και εγενετο εις ουθεν η πορνεια αυτης και εμοιχευσεν το ξυλον και τον λιθον9 Így történt, hogy könnyelmű paráznaságával megszentségtelenítette az országot, és házasságtörést követett el a kővel és a fával.
10 και εν πασιν τουτοις ουκ επεστραφη προς με η ασυνθετος ιουδα εξ ολης της καρδιας αυτης αλλ' επι ψευδει10 És mindemellett nem tért vissza hozzám hűtlen nővére, Júda, egész szívével, hanem csak hazug módon« – mondja az Úr.
11 και ειπεν κυριος προς με εδικαιωσεν την ψυχην αυτου ισραηλ απο της ασυνθετου ιουδα11 Majd ezt mondta nekem az Úr: »Inkább igazlelkűnek látszik az elpártolt Izrael, mint a hűtlen Júda.
12 πορευου και αναγνωθι τους λογους τουτους προς βορραν και ερεις επιστραφητι προς με η κατοικια του ισραηλ λεγει κυριος και ου στηριω το προσωπον μου εφ' υμας οτι ελεημων εγω ειμι λεγει κυριος και ου μηνιω υμιν εις τον αιωνα12 Menj, kiáltsd ezeket a szavakat észak felé, és mondd: Térj vissza, te elpártolt Izrael! – mondja az Úr. – Nem fordítom el arcomat tőletek, mert kegyes vagyok – mondja az Úr –, nem haragszom örökké.
13 πλην γνωθι την αδικιαν σου οτι εις κυριον τον θεον σου ησεβησας και διεχεας τας οδους σου εις αλλοτριους υποκατω παντος ξυλου αλσωδους της δε φωνης μου ουχ υπηκουσας λεγει κυριος13 Csak ismerd el bűnödet, hogy az Úrral, a te Isteneddel szakítottál, és elkószáltál útjaidon az idegenek felé, minden zöldellő fa alá, de szavamra nem hallgattatok! – mondja az Úr. –
14 επιστραφητε υιοι αφεστηκοτες λεγει κυριος διοτι εγω κατακυριευσω υμων και λημψομαι υμας ενα εκ πολεως και δυο εκ πατριας και εισαξω υμας εις σιων14 Térjetek vissza, elpártolt fiak – mondja az Úr –, mert én vagyok a ti Uratok! Magamhoz veszlek benneteket, egyet egy városból és kettőt egy nemzetségből, és bevezetlek titeket Sionba.
15 και δωσω υμιν ποιμενας κατα την καρδιαν μου και ποιμανουσιν υμας ποιμαινοντες μετ' επιστημης15 Adok majd nektek szívem szerint való pásztorokat, akik tudással és belátással legeltetnek titeket.
16 και εσται εαν πληθυνθητε και αυξηθητε επι της γης εν ταις ημεραις εκειναις λεγει κυριος ουκ ερουσιν ετι κιβωτος διαθηκης αγιου ισραηλ ουκ αναβησεται επι καρδιαν ουκ ονομασθησεται ουδε επισκεφθησεται και ου ποιηθησεται ετι16 Ez történik majd, amikor megsokasodtok és megszaporodtok az országban: azokban a napokban – mondja az Úr –, nem beszélnek többé az ‘Úr szövetségének ládájáról,’ és nem jut eszébe senkinek; nem emlékeznek rá, nem keresik, és nem is készítik el többé.
17 εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω καλεσουσιν την ιερουσαλημ θρονος κυριου και συναχθησονται εις αυτην παντα τα εθνη και ου πορευσονται ετι οπισω των ενθυμηματων της καρδιας αυτων της πονηρας17 Abban az időben Jeruzsálemet hívják majd az Úr trónjának, és odagyűlnek hozzá mind a nemzetek, az Úr nevéért Jeruzsálemhez, és nem mennek többé gonosz szívük megátalkodottsága után.
18 εν ταις ημεραις εκειναις συνελευσονται οικος ιουδα επι τον οικον του ισραηλ και ηξουσιν επι το αυτο απο γης βορρα και απο πασων των χωρων επι την γην ην κατεκληρονομησα τους πατερας αυτων18 Azokban a napokban Júda háza Izrael házához megy, és együtt jönnek észak földjéről arra a földre, melyet örökségül adtam atyáitoknak.
19 και εγω ειπα γενοιτο κυριε οτι ταξω σε εις τεκνα και δωσω σοι γην εκλεκτην κληρονομιαν θεου παντοκρατορος εθνων και ειπα πατερα καλεσετε με και απ' εμου ουκ αποστραφησεσθε19 Én ezt mondtam: Milyen szívesen sorolnálak téged a fiak közé, és adnék neked kívánatos földet, nemzetek seregeinek pompás örökségét! Azt mondtam, szólíts így: Atyám, és ne fordulj el tőlem!
20 πλην ως αθετει γυνη εις τον συνοντα αυτη ουτως ηθετησεν εις εμε οικος ισραηλ λεγει κυριος20 De ahogy az asszony hűtlen lesz társához, úgy lettetek hűtlenek hozzám, Izrael háza« – mondja az Úr.
21 φωνη εκ χειλεων ηκουσθη κλαυθμου και δεησεως υιων ισραηλ οτι ηδικησαν εν ταις οδοις αυτων επελαθοντο θεου αγιου αυτων21 Hang hallatszik a kopár halmokon: Izrael fiainak esdeklő sírása; mert görbe útra tértek, megfeledkeztek az Úrról, az ő Istenükről.
22 επιστραφητε υιοι επιστρεφοντες και ιασομαι τα συντριμματα υμων ιδου δουλοι ημεις εσομεθα σοι οτι συ κυριος ο θεος ημων ει22 »Térjetek vissza, elpártolt fiak, meggyógyítom elpártolástokat!« »Íme, eljöttünk hozzád, mert te vagy az Úr, a mi Istenünk!
23 οντως εις ψευδος ησαν οι βουνοι και η δυναμις των ορεων πλην δια κυριου θεου ημων η σωτηρια του ισραηλ23 Valóban hazugok voltak a halmok és a hegyek lármája; valóban az Úrban, a mi Istenünkben van Izrael üdvössége!
24 η δε αισχυνη καταναλωσεν τους μοχθους των πατερων ημων απο νεοτητος ημων τα προβατα αυτων και τους μοσχους αυτων και τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων24 A gyalázatos bálvány felemésztette atyáink szerzeményét ifjúkorunktól fogva: juhaikat és marháikat, fiaikat és leányaikat.
25 εκοιμηθημεν εν τη αισχυνη ημων και επεκαλυψεν ημας η ατιμια ημων διοτι εναντι του θεου ημων ημαρτομεν ημεις και οι πατερες ημων απο νεοτητος ημων εως της ημερας ταυτης και ουχ υπηκουσαμεν της φωνης κυριου του θεου ημων25 Fetrengünk gyalázatunkban, és elborít minket szégyenünk, mert az Úr, a mi Istenünk ellen vétkeztünk mi és atyáink, ifjúkorunktól fogva mind a mai napig; és nem hallgattunk az Úr, a mi Istenünk szavára.«