ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 54
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150151
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LXX | VULGATA |
---|---|
1 εις το τελος εν υμνοις συνεσεως τω δαυιδ | 1 In finem, in carminibus. Intellectus David. |
2 ενωτισαι ο θεος την προσευχην μου και μη υπεριδης την δεησιν μου | 2 Exaudi, Deus, orationem meam, et ne despexeris deprecationem meam : |
3 προσχες μοι και εισακουσον μου ελυπηθην εν τη αδολεσχια μου και εταραχθην | 3 intende mihi, et exaudi me. Contristatus sum in exercitatione mea, et conturbatus sum |
4 απο φωνης εχθρου και απο θλιψεως αμαρτωλου οτι εξεκλιναν επ' εμε ανομιαν και εν οργη ενεκοτουν μοι | 4 a voce inimici, et a tribulatione peccatoris. Quoniam declinaverunt in me iniquitates, et in ira molesti erant mihi. |
5 η καρδια μου εταραχθη εν εμοι και δειλια θανατου επεπεσεν επ' εμε | 5 Cor meum conturbatum est in me, et formido mortis cecidit super me. |
6 φοβος και τρομος ηλθεν επ' εμε και εκαλυψεν με σκοτος | 6 Timor et tremor venerunt super me, et contexerunt me tenebræ. |
7 και ειπα τις δωσει μοι πτερυγας ωσει περιστερας και πετασθησομαι και καταπαυσω | 7 Et dixi : Quis dabit mihi pennas sicut columbæ, et volabo, et requiescam ? |
8 ιδου εμακρυνα φυγαδευων και ηυλισθην εν τη ερημω διαψαλμα | 8 Ecce elongavi fugiens, et mansi in solitudine. |
9 προσεδεχομην τον σωζοντα με απο ολιγοψυχιας και καταιγιδος | 9 Exspectabam eum qui salvum me fecit a pusillanimitate spiritus, et tempestate. |
10 καταποντισον κυριε και καταδιελε τας γλωσσας αυτων οτι ειδον ανομιαν και αντιλογιαν εν τη πολει | 10 Præcipita, Domine ; divide linguas eorum : quoniam vidi iniquitatem et contradictionem in civitate. |
11 ημερας και νυκτος κυκλωσει αυτην επι τα τειχη αυτης ανομια και κοπος εν μεσω αυτης και αδικια | 11 Die ac nocte circumdabit eam super muros ejus iniquitas ; et labor in medio ejus, |
12 και ουκ εξελιπεν εκ των πλατειων αυτης τοκος και δολος | 12 et injustitia : et non defecit de plateis ejus usura et dolus. |
13 οτι ει εχθρος ωνειδισεν με υπηνεγκα αν και ει ο μισων με επ' εμε εμεγαλορρημονησεν εκρυβην αν απ' αυτου | 13 Quoniam si inimicus meus maledixisset mihi, sustinuissem utique. Et si is qui oderat me super me magna locutus fuisset, abscondissem me forsitan ab eo. |
14 συ δε ανθρωπε ισοψυχε ηγεμων μου και γνωστε μου | 14 Tu vero homo unanimis, dux meus, et notus meus : |
15 ος επι το αυτο μοι εγλυκανας εδεσματα εν τω οικω του θεου επορευθημεν εν ομονοια | 15 qui simul mecum dulces capiebas cibos ; in domo Dei ambulavimus cum consensu. |
16 ελθετω θανατος επ' αυτους και καταβητωσαν εις αδου ζωντες οτι πονηριαι εν ταις παροικιαις αυτων εν μεσω αυτων | 16 Veniat mors super illos, et descendant in infernum viventes : quoniam nequitiæ in habitaculis eorum, in medio eorum. |
17 εγω δε προς τον θεον εκεκραξα και ο κυριος εισηκουσεν μου | 17 Ego autem ad Deum clamavi, et Dominus salvabit me. |
18 εσπερας και πρωι και μεσημβριας διηγησομαι απαγγελω και εισακουσεται της φωνης μου | 18 Vespere, et mane, et meridie, narrabo, et annuntiabo ; et exaudiet vocem meam. |
19 λυτρωσεται εν ειρηνη την ψυχην μου απο των εγγιζοντων μοι οτι εν πολλοις ησαν συν εμοι | 19 Redimet in pace animam meam ab his qui appropinquant mihi : quoniam inter multos erant mecum. |
20 εισακουσεται ο θεος και ταπεινωσει αυτους ο υπαρχων προ των αιωνων διαψαλμα ου γαρ εστιν αυτοις ανταλλαγμα και ουκ εφοβηθησαν τον θεον | 20 Exaudiet Deus, et humiliabit illos, qui est ante sæcula. Non enim est illis commutatio, et non timuerunt Deum. |
21 εξετεινεν την χειρα αυτου εν τω αποδιδοναι εβεβηλωσαν την διαθηκην αυτου | 21 Extendit manum suam in retribuendo ; contaminaverunt testamentum ejus : |
22 διεμερισθησαν απο οργης του προσωπου αυτου και ηγγισεν η καρδια αυτου ηπαλυνθησαν οι λογοι αυτου υπερ ελαιον και αυτοι εισιν βολιδες | 22 divisi sunt ab ira vultus ejus, et appropinquavit cor illius. Molliti sunt sermones ejus super oleum ; et ipsi sunt jacula. |
23 επιρριψον επι κυριον την μεριμναν σου και αυτος σε διαθρεψει ου δωσει εις τον αιωνα σαλον τω δικαιω | 23 Jacta super Dominum curam tuam, et ipse te enutriet ; non dabit in æternum fluctuationem justo. |
24 συ δε ο θεος καταξεις αυτους εις φρεαρ διαφθορας ανδρες αιματων και δολιοτητος ου μη ημισευσωσιν τας ημερας αυτων εγω δε ελπιω επι σε κυριε | 24 Tu vero, Deus, deduces eos in puteum interitus. Viri sanguinum et dolosi non dimidiabunt dies suos ; ego autem sperabo in te, Domine. |