Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 4


font
LXXVULGATA
1 ο δε προειρημενος σιμων ο των χρηματων και της πατριδος ενδεικτης γεγονως εκακολογει τον ονιαν ως αυτος τε ειη τον ηλιοδωρον επισεσεικως και των κακων δημιουργος καθεστηκως1 Simon autem prædictus, pecuniarum et patriæ delator, male loquebatur de Onia, tamquam ipse Heliodorum instigasset ad hæc, et ipse fuisset incentor malorum :
2 και τον ευεργετην της πολεως και τον κηδεμονα των ομοεθνων και ζηλωτην των νομων επιβουλον των πραγματων ετολμα λεγειν2 provisoremque civitatis, ac defensorem gentis suæ, et æmulatorem legis Dei, audebat insidiatorem regni dicere.
3 της δε εχθρας επι τοσουτον προβαινουσης ωστε και δια τινος των υπο του σιμωνος δεδοκιμασμενων φονους συντελεισθαι3 Sed cum inimicitiæ in tantum procederent ut etiam per quosdam Simonis necessarios homicidia fierent,
4 συνορων ο ονιας το χαλεπον της φιλονεικιας και απολλωνιον μενεσθεως τον κοιλης συριας και φοινικης στρατηγον συναυξοντα την κακιαν του σιμωνος4 considerans Onias periculum contentionis, et Apollonium insanire, utpote ducem Cœlesyriæ et Phœnicis, ad augendam malitiam Simonis ad regem se contulit,
5 προς τον βασιλεα διεκομισθη ου γινομενος των πολιτων κατηγορος το δε συμφορον κοινη και κατ' ιδιαν παντι τω πληθει σκοπων5 non ut civium accusator, sed communem utilitatem apud semetipsum universæ multitudinis considerans.
6 εωρα γαρ ανευ βασιλικης προνοιας αδυνατον ειναι τυχειν ειρηνης ετι τα πραγματα και τον σιμωνα παυλαν ου λημψομενον της ανοιας6 Videbat enim sine regali providentia impossibile esse pacem rebus dari, nec Simonem posse cessare a stultitia sua.
7 μεταλλαξαντος δε τον βιον σελευκου και παραλαβοντος την βασιλειαν αντιοχου του προσαγορευθεντος επιφανους υπενοθευσεν ιασων ο αδελφος ονιου την αρχιερωσυνην7 Sed post Seleuci vitæ excessum, cum suscepisset regnum Antiochus, qui Nobilis appellabatur, ambiebat Jason frater Oniæ summum sacerdotium :
8 επαγγειλαμενος τω βασιλει δι' εντευξεως αργυριου ταλαντα εξηκοντα προς τοις τριακοσιοις και προσοδου τινος αλλης ταλαντα ογδοηκοντα8 adito rege, promittens ei argenti talenta trecenta sexaginta, et ex redditibus aliis talenta octoginta,
9 προς δε τουτοις υπισχνειτο και ετερα διαγραφειν πεντηκοντα προς τοις εκατον εαν επιχωρηθη δια της εξουσιας αυτου γυμνασιον και εφηβειον αυτω συστησασθαι και τους εν ιεροσολυμοις αντιοχεις αναγραψαι9 super hæc promittebat et alia centum quinquaginta, si potestati ejus concederetur, gymnasium et ephebiam sibi constituere, et eos qui in Jerosolymis erant, Antiochenos scribere.
10 επινευσαντος δε του βασιλεως και της αρχης κρατησας ευθεως προς τον ελληνικον χαρακτηρα τους ομοφυλους μετεστησε10 Quod cum rex annuisset, et obtinuisset principatum, statim ad gentilem ritum contribules suos transferre cœpit,
11 και τα κειμενα τοις ιουδαιοις φιλανθρωπα βασιλικα δια ιωαννου του πατρος ευπολεμου του ποιησαμενου την πρεσβειαν υπερ φιλιας και συμμαχιας προς τους ρωμαιους παρωσας και τας μεν νομιμους καταλυων πολιτειας παρανομους εθισμους εκαινιζεν11 et amotis his quæ humanitatis causa Judæis a regibus fuerant constituta per Joannem patrem Eupolemi, qui apud Romanos de amicitia et societate functus est legatione legitima, civium jura destituens, prava instituta sanciebat.
12 ασμενως γαρ υπ' αυτην την ακροπολιν γυμνασιον καθιδρυσεν και τους κρατιστους των εφηβων υποτασσων υπο πετασον ηγαγεν12 Etenim ausus est sub ipsa arce gymnasium constituere, et optimos quosque epheborum in lupanaribus ponere.
13 ην δ' ουτως ακμη τις ελληνισμου και προσβασις αλλοφυλισμου δια την του ασεβους και ουκ αρχιερεως ιασωνος υπερβαλλουσαν αναγνειαν13 Erat autem hoc non initium, sed incrementum quoddam, et profectus gentilis et alienigenæ conversationis, propter impii et non sacerdotis Jasonis nefarium, et inauditum scelus :
14 ωστε μηκετι περι τας του θυσιαστηριου λειτουργιας προθυμους ειναι τους ιερεις αλλα του μεν νεω καταφρονουντες και των θυσιων αμελουντες εσπευδον μετεχειν της εν παλαιστρη παρανομου χορηγιας μετα την του δισκου προσκλησιν14 ita ut sacerdotes jam non circa altaris officia dediti essent, sed contempto templo et sacrificiis neglectis, festinarent participes fieri palæstræ et præbitionis ejus injustæ, et in exercitiis disci.
15 και τας μεν πατρωους τιμας εν ουδενι τιθεμενοι τας δε ελληνικας δοξας καλλιστας ηγουμενοι15 Et patrios quidem honores nihil habentes, græcas glorias optimas arbitrabantur :
16 ων και χαριν περιεσχεν αυτους χαλεπη περιστασις και ων εζηλουν τας αγωγας και καθ' απαν ηθελον εξομοιουσθαι τουτους πολεμιους και τιμωρητας εσχον16 quarum gratia periculosa eos contentio habebat, et eorum instituta æmulabantur, ac per omnia his consimiles esse cupiebant, quos hostes et peremptores habuerant.
17 ασεβειν γαρ εις τους θειους νομους ου ραδιον αλλα ταυτα ο ακολουθος καιρος δηλωσει17 In leges enim divinas impie agere impune non cedit : sed hoc tempus sequens declarabit.
18 αγομενου δε πενταετηρικου αγωνος εν τυρω και του βασιλεως παροντος18 Cum autem quinquennalis agon Tyri celebraretur, et rex præsens esset,
19 απεστειλεν ιασων ο μιαρος θεωρους ως απο ιεροσολυμων αντιοχεις οντας παρακομιζοντας αργυριου δραχμας τριακοσιας εις την του ηρακλεους θυσιαν ας και ηξιωσαν οι παρακομισαντες μη χρησθαι εις θυσιαν δια το μη καθηκειν εις ετεραν δε καταθεσθαι δαπανην19 misit Jason facinorosus ab Jerosolymis viros peccatores, portantes argenti didrachmas trecentas in sacrificum Herculis : quas postulaverunt hi qui asportaverant ne in sacrificiis erogarentur, quia non oporteret, sed in alios sumptus eas deputari.
20 επεσε μεν ουν ταυτα δια μεν τον αποστειλαντα εις την του ηρακλεους θυσιαν ενεκεν δε των παρακομιζοντων εις τας των τριηρεων κατασκευας20 Sed hæ oblatæ sunt quidem ab eo qui miserat in sacrificium Herculis : propter præsentes autem datæ sunt in fabricam navium triremium.
21 αποσταλεντος δε εις αιγυπτον απολλωνιου του μενεσθεως δια τα πρωτοκλισια του φιλομητορος βασιλεως μεταλαβων αντιοχος αλλοτριον αυτον των αυτου γεγονεναι πραγματων της καθ' αυτον ασφαλειας εφροντιζεν οθεν εις ιοππην παραγενομενος κατηντησεν εις ιεροσολυμα21 Misso autem in Ægyptum Apollonio Mnesthei filio propter primates Ptolemæi Philometoris regis, cum cognovisset Antiochus alienum se a negotiis regni effectum, propriis utilitatibus consulens, profectus inde venit Joppen, et inde Jerosolymam.
22 μεγαλομερως δε υπο του ιασωνος και της πολεως αποδεχθεις μετα δαδουχιας και βοων εισεδεχθη ειθ' ουτως εις την φοινικην κατεστρατοπεδευσεν22 Et magnifice ab Jasone et civitate susceptus, cum facularum luminibus et laudibus ingressus est : et inde in Phœnicen exercitum convertit.
23 μετα δε τριετη χρονον απεστειλεν ιασων μενελαον τον του προσημαινομενου σιμωνος αδελφον παρακομιζοντα τα χρηματα τω βασιλει και περι πραγματων αναγκαιων υπομνηματισμους τελεσοντα23 Et post triennii tempus, misit Jason Menelaum supradicti Simonis fratrem portantem pecunias regi, et de negotiis necessariis responsa perlaturum.
24 ο δε συσταθεις τω βασιλει και δοξασας αυτον τω προσωπω της εξουσιας εις εαυτον κατηντησεν την αρχιερωσυνην υπερβαλων τον ιασωνα ταλαντα αργυριου τριακοσια24 At ille commendatus regi, cum magnificasset faciem potestatis ejus, in semetipsum retorsit summum sacerdotium, superponens Jasoni talenta argenti trecenta.
25 λαβων δε τας βασιλικας εντολας παρεγενετο της μεν αρχιερωσυνης ουδεν αξιον φερων θυμους δε ωμου τυραννου και θηρος βαρβαρου οργας εχων25 Acceptisque a rege mandatis, venit, nihil quidem habens dignum sacerdotio : animos vero crudelis tyranni, et feræ beluæ iram gerens.
26 και ο μεν ιασων ο τον ιδιον αδελφον υπονοθευσας υπονοθευθεις υφ' ετερου φυγας εις την αμμανιτιν χωραν συνηλαστο26 Et Jason quidem, qui proprium fratrem captivaverat, ipse deceptus profugus in Ammanitem expulsus est regionem.
27 ο δε μενελαος της μεν αρχης εκρατει των δε επηγγελμενων τω βασιλει χρηματων ουδεν ευτακτει27 Menelaus autem principatum quidem obtinuit : de pecuniis vero regi promissis, nihil agebat, cum exactionem faceret Sostratus, qui arci erat præpositus,
28 ποιουμενου δε την απαιτησιν σωστρατου του της ακροπολεως επαρχου προς τουτον γαρ ην η των διαφορων πραξις δι' ην αιτιαν οι δυο υπο του βασιλεως προσεκληθησαν28 nam ad hunc exactio vectigalium pertinebant : quam ob causam utrique ad regem sunt evocati.
29 και ο μεν μενελαος απελιπεν της αρχιερωσυνης διαδοχον λυσιμαχον τον εαυτου αδελφον σωστρατος δε κρατητα τον επι των κυπριων29 Et Menelaus amotus est a sacerdotio, succedente Lysimacho fratre suo : Sostratus autem prælatus est Cypriis.
30 τοιουτων δε συνεστηκοτων συνεβη ταρσεις και μαλλωτας στασιαζειν δια το αντιοχιδι τη παλλακη του βασιλεως εν δωρεα δεδοσθαι30 Et cum hæc agerentur, contigit Tharsenses et Mallotas seditionem movere, eo quod Antiochidi regis concubinæ dono essent dati.
31 θαττον ουν ο βασιλευς ηκεν καταστειλαι τα πραγματα καταλιπων τον διαδεχομενον ανδρονικον των εν αξιωματι κειμενων31 Festinanter itaque rex venit sedare illos, relicto suffecto uno ex comitibus suis Andronico.
32 νομισας δε ο μενελαος ειληφεναι καιρον ευφυη χρυσωματα τινα των του ιερου νοσφισαμενος εχαρισατο τω ανδρονικω και ετερα ετυγχανεν πεπρακως εις τε τυρον και τας κυκλω πολεις32 Ratus autem Menelaus accepisse se tempus opportunum, aurea quædam vasa e templo furatus donavit Andronico, et alia vendiderat Tyri, et per vicinas civitates.
33 α και σαφως επεγνωκως ο ονιας απηλεγχεν αποκεχωρηκως εις ασυλον τοπον επι δαφνης της προς αντιοχειαν κειμενης33 Quod cum certissime cognovisset Onias, arguebat eum, ipse in loco tuto se continens Antiochiæ secus Daphnem.
34 οθεν ο μενελαος λαβων ιδια τον ανδρονικον παρεκαλει χειρωσασθαι τον ονιαν ο δε παραγενομενος επι τον ονιαν και πεισθεις επι δολω και δεξιασθεις μεθ' ορκων δους δεξιαν καιπερ εν υποψια κειμενος επεισεν εκ του ασυλου προελθειν ον και παραχρημα παρεκλεισεν ουκ αιδεσθεις το δικαιον34 Unde Menelaus accedens ad Andronicum, rogabat ut Oniam interficeret. Qui cum venisset ad Oniam, et datis dextris cum jurejurando (quamvis esset ei suspectus) suasisset de asylo procedere, statim eum peremit, non veritus justitiam.
35 δι' ην αιτιαν ου μονον ιουδαιοι πολλοι δε και των αλλων εθνων εδειναζον και εδυσφορουν επι τω του ανδρος αδικω φονω35 Ob quam causam non solum Judæi, sed aliæ quoque nationes indignabantur, et moleste ferebant de nece tanti viri injusta.
36 του δε βασιλεως επανελθοντος απο των κατα κιλικιαν τοπων ενετυγχανον οι κατα πολιν ιουδαιοι συμμισοπονηρουντων και των ελληνων υπερ του παρα λογον τον ονιαν απεκτονησθαι36 Sed regressum regem de Ciliciæ locis adierunt Judæi apud Antiochiam, simul et Græci, conquerentes de iniqua nece Oniæ.
37 ψυχικως ουν ο αντιοχος επιλυπηθεις και τραπεις επι ελεος και δακρυσας δια την του μετηλλαχοτος σωφροσυνην και πολλην ευταξιαν37 Contristatus itaque animo Antiochus propter Oniam, et flexus ad misericordiam, lacrimas fudit, recordatus defuncti sobrietatem et modestiam :
38 και πυρωθεις τοις θυμοις παραχρημα την του ανδρονικου πορφυραν περιελομενος και τους χιτωνας περιρρηξας περιαγαγων καθ' ολην την πολιν επ' αυτον τον τοπον ουπερ τον ονιαν ησεβησεν εκει τον μιαιφονον απεκοσμησεν του κυριου την αξιαν αυτω κολασιν αποδοντος38 accensisque animis Andronicum purpura exutum, per totam civitatem jubet circumduci : et in eodem loco in quo in Oniam impietatem commiserat, sacrilegum vita privari, Domino illi condignam retribuente pœnam.
39 γενομενων δε πολλων ιεροσυληματων κατα την πολιν υπο του λυσιμαχου μετα της του μενελαου γνωμης και διαδοθεισης εξω της φημης επισυνηχθη το πληθος επι τον λυσιμαχον χρυσωματων ηδη πολλων διενηνεγμενων39 Multis autem sacrilegiis in templo a Lysimacho commissis Menelai consilio, et divulgata fama, congregata est multitudo adversum Lysimachum multo jam auro exportato.
40 επεγειρομενων δε των οχλων και ταις οργαις διεμπιπλαμενων καθοπλισας ο λυσιμαχος προς τρισχιλιους κατηρξατο χειρων αδικων προηγησαμενου τινος αυρανου προβεβηκοτος την ηλικιαν ουδεν δε ηττον και την ανοιαν40 Turbis autem insurgentibus, et animis ira repletis, Lysimachus armatis fere tribus millibus iniquis manibus uti cœpit, duce quodam tyranno, ætate pariter et dementia provecto.
41 συνιδοντες δε και την επιθεσιν του λυσιμαχου συναρπασαντες οι μεν πετρους οι δε ξυλων παχη τινες δε εκ της παρακειμενης σποδου δρασσομενοι φυρδην ενετινασσον εις τους περι τον λυσιμαχον41 Sed ut intellexerunt conatum Lysimachi, alii lapides, alii fustes validos arripuere : quidam vero cinerem in Lysimachum jecere.
42 δι' ην αιτιαν πολλους μεν αυτων τραυματιας εποιησαν τινας δε και κατεβαλον παντας δε εις φυγην συνηλασαν αυτον δε τον ιεροσυλον παρα το γαζοφυλακιον εχειρωσαντο42 Et multi quidem vulnerati, quidam autem et prostrati, omnes vero in fugam conversi sunt : ipsum etiam sacrilegum secus ærarium interfecerunt.
43 περι δε τουτων ενεστη κρισις προς τον μενελαον43 De his ergo cœpit judicium adversus Menelaum agitari.
44 καταντησαντος δε του βασιλεως εις τυρον επ' αυτου την δικαιολογιαν εποιησαντο οι πεμφθεντες τρεις ανδρες υπο της γερουσιας44 Et cum venisset rex Tyrum, ad ipsum negotium detulerunt missi tres viri a senioribus.
45 ηδη δε λελειμμενος ο μενελαος επηγγειλατο χρηματα ικανα τω πτολεμαιω δορυμενους προς το πεισαι τον βασιλεα45 Et cum superaretur Menelaus, promisit Ptolemæo multas pecunias dare ad suadendum regi.
46 οθεν απολαβων ο πτολεμαιος εις τι περιστυλον ως αναψυξοντα τον βασιλεα μετεθηκεν46 Itaque Ptolemæus in quodam atrio positum quasi refrigerandi gratia regem adiit, et deduxit a sententia :
47 και τον μεν της ολης κακιας αιτιον μενελαον απελυσεν των κατηγορημενων τοις δε ταλαιπωροις οιτινες ει και επι σκυθων ελεγον απελυθησαν ακαταγνωστοι τουτοις θανατον επεκρινεν47 et Menelaum quidem universæ malitiæ reum criminibus absolvit : miseros autem qui, etiamsi apud Scythas causam dixissent, innocentes judicarentur, hos morte damnavit.
48 ταχεως ουν την αδικον ζημιαν υπεσχον οι περι πολεως και δημων και των ιερων σκευων προηγορησαντες48 Cito ergo injustam pœnam dederunt, qui pro civitate, et populo, et sacris vasis causam prosecuti sunt.
49 δι' ην αιτιαν και τυριοι μισοπονηρησαντες τα προς την κηδειαν αυτων μεγαλοπρεπως εχορηγησαν49 Quam ob rem Tyrii quoque indignati, erga sepulturam eorum liberalissimi extiterunt.
50 ο δε μενελαος δια τας των κρατουντων πλεονεξιας εμενεν επι τη αρχη επιφυομενος τη κακια μεγας των πολιτων επιβουλος καθεστως50 Menelaus autem, propter eorum qui in potentia erant avaritiam, permanebat in potestate, crescens in malitia ad insidias civium.