Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

ΙΟΥΔΙΘ - Giuditta - Judith 6


font
LXXSAGRADA BIBLIA
1 και ως κατεπαυσεν ο θορυβος των ανδρων των κυκλω της συνεδριας και ειπεν ολοφερνης αρχιστρατηγος δυναμεως ασσουρ προς αχιωρ εναντιον παντος του δημου αλλοφυλων και προς παντας υιους μωαβ1 A estas palavras, Holofernes encolerizou-se e disse a Aquior:
2 και τις ει συ αχιωρ και οι μισθωτοι του εφραιμ οτι επροφητευσας εν ημιν καθως σημερον και ειπας το γενος ισραηλ μη πολεμησαι οτι ο θεος αυτων υπερασπιει αυτων και τις θεος ει μη ναβουχοδονοσορ ουτος αποστελει το κρατος αυτου και εξολεθρευσει αυτους απο προσωπου της γης και ου ρυσεται αυτους ο θεος αυτων2 Já que nos predisseste que a nação de Israel será defendida por seu Deus, vou mostrar-te que não há outro deus fora de Nabucodonosor:
3 αλλ' ημεις οι δουλοι αυτου παταξομεν αυτους ως ανθρωπον ενα και ουχ υποστησονται το κρατος των ιππων ημων3 quando os tivermos ferido a todos como a um só homem, perecerás tu também com eles pela espada dos assírios, e todo o Israel desaparecerá contigo.
4 κατακαυσομεν γαρ αυτους εν αυτοις και τα ορη αυτων μεθυσθησεται εν τω αιματι αυτων και τα πεδια αυτων πληρωθησεται των νεκρων αυτων και ουκ αντιστησεται το ιχνος των ποδων αυτων κατα προσωπον ημων αλλα απωλεια απολουνται λεγει ο βασιλευς ναβουχοδονοσορ ο κυριος πασης της γης ειπεν γαρ ου ματαιωθησεται τα ρηματα των λογων αυτου4 Assim aprenderás que Nabucodonosor é o Senhor de toda a terra. A espada de meus soldados entrar-te-á pelos flancos e cairás transpassado no meio dos feridos de Israel; não respirarás mais, senão para ser
5 συ δε αχιωρ μισθωτε του αμμων ος ελαλησας τους λογους τουτους εν ημερα αδικιας σου ουκ οψει ετι το προσωπον μου απο της ημερας ταυτης εως ου εκδικησω το γενος των εξ αιγυπτου5 Se crês na verdade de tua profecia, não desanimes; muda a palidez de tua face, se pensas que minhas palavras não se podem realizar.
6 και τοτε διελευσεται ο σιδηρος της στρατιας μου και ο λαος των θεραποντων μου τας πλευρας σου και πεση εν τοις τραυματιαις αυτων οταν επιστρεψω6 E para que saibas que terás a mesma sorte que eles, serás desde já associado a esse povo, a fim de sofreres com eles os golpes de minha vingança, quando minha espada infligir-lhes o castigo que merecem.
7 και αποκαταστησουσιν σε οι δουλοι μου εις την ορεινην και θησουσιν σε εν μια των πολεων των αναβασεων7 Então Holofernes ordenou aos seus homens que prendessem Aquior e o levassem a Betúlia para entregá-lo nas mãos dos israelitas.
8 και ουκ απολη εως ου εξολεθρευθης μετ' αυτων8 Os escravos de Holofernes tomaram-no e se foram através da planície. Ao se aproximarem dos montes, porém, saíram contra eles os atiradores de funda,
9 και ειπερ ελπιζεις τη καρδια σου οτι ου συλλημφθησονται μη συμπεσετω σου το προσωπον ελαλησα και ουδεν διαπεσειται των ρηματων μου9 e eles desviaram-se para os lados da montanha, onde ataram Aquior a uma árvore pelas mãos e pés. Abandonaram-no ali amarrado, e voltaram para o seu senhor.
10 και προσεταξεν ολοφερνης τοις δουλοις αυτου οι ησαν παρεστηκοτες εν τη σκηνη αυτου συλλαβειν τον αχιωρ και αποκαταστησαι αυτον εις βαιτυλουα και παραδουναι εις χειρας υιων ισραηλ10 Ora, os israelitas que desciam de Betúlia encontraram-no e, soltando-o, levaram-no para a cidade. Puseram-no no meio do povo e perguntaram-lhe o motivo por que os assírios o deixaram amarrado.
11 και συνελαβον αυτον οι δουλοι αυτου και ηγαγον αυτον εξω της παρεμβολης εις το πεδιον και απηραν εκ μεσου της πεδινης εις την ορεινην και παρεγενοντο επι τας πηγας αι ησαν υποκατω βαιτυλουα11 (Naquele tempo, Betúlia era governada por Ozias, filho de Mica, da tribo de Simeão, e por Carmi, também chamado Gotoniel).
12 και ως ειδαν αυτους οι ανδρες της πολεως επι την κορυφην του ορους ανελαβον τα οπλα αυτων και απηλθον εξω της πολεως επι την κορυφην του ορους και πας ανηρ σφενδονητης διεκρατησαν την αναβασιν αυτων και εβαλλον εν λιθοις επ' αυτους12 E, estando no meio dos anciãos e em presença de todo o povo, Aquior contou tudo o que tinha respondido quando Holofernes o interrogara, e como a gente de Holofernes quis matá-lo por ter ele falado assim;
13 και υποδυσαντες υποκατω του ορους εδησαν τον αχιωρ και αφηκαν ερριμμενον υπο την ριζαν του ορους και απωχοντο προς τον κυριον αυτων13 e como Holofernes, encolerizado, ordenara que ele fosse por esse motivo entregue aos israelitas, a fim de que, após a vitória sobre eles, ele fizesse perecer também Aquior com diversos suplícios, porque ele dissera que o Deus do céu era o defensor de Israel.
14 καταβαντες δε οι υιοι ισραηλ εκ της πολεως αυτων επεστησαν αυτω και λυσαντες αυτον απηγαγον εις την βαιτυλουα και κατεστησαν αυτον επι τους αρχοντας της πολεως αυτων14 Após essa narração de Aquior, todo o povo se prostrou com o rosto por terra em adoração diante do Senhor, e todos, unidos de coração, oraram ao Senhor com gemidos e prantos:
15 οι ησαν εν ταις ημεραις εκειναις οζιας ο του μιχα εκ της φυλης συμεων και χαβρις ο του γοθονιηλ και χαρμις υιος μελχιηλ15 Senhor, disseram eles, Deus do céu e da terra, vede o seu orgulho e olhai para a nossa humilhação. Lançai os vossos olhos sobre os vossos fiéis; mostrai que não abandonais aqueles que confiam em vós, mas que
16 και συνεκαλεσαν παντας τους πρεσβυτερους της πολεως και συνεδραμον πας νεανισκος αυτων και αι γυναικες εις την εκκλησιαν και εστησαν τον αχιωρ εν μεσω παντος του λαου αυτων και επηρωτησεν αυτον οζιας το συμβεβηκος16 Acabada a lamentação, e terminada a prece do povo, que durou um dia todo, encorajaram Aquior, dizendo:
17 και αποκριθεις απηγγειλεν αυτοις τα ρηματα της συνεδριας ολοφερνου και παντα τα ρηματα οσα ελαλησεν εν μεσω των αρχοντων υιων ασσουρ και οσα εμεγαλορρημονησεν ολοφερνης εις τον οικον ισραηλ17 O Deus de nossos pais, cujo poder proclamaste, conceder-te-á a recompensa de veres tu a ruína deles.
18 και πεσοντες ο λαος προσεκυνησαν τω θεω και εβοησαν λεγοντες18 Quando o Senhor nosso Deus tiver livrado os seus servos, que ele esteja também contigo no meio de nós, a fim de que vivas, tu e os teus, conosco, como for do teu agrado.
19 κυριε ο θεος του ουρανου κατιδε επι τας υπερηφανιας αυτων και ελεησον την ταπεινωσιν του γενους ημων και επιβλεψον επι το προσωπον των ηγιασμενων σοι εν τη ημερα ταυτη19 Então Ozias, despedida a assembléia, recebeu Aquior em sua casa e ofereceu-lhe uma grande ceia.
20 και παρεκαλεσαν τον αχιωρ και επηνεσαν αυτον σφοδρα20 E foram convidados a ela todos os anciãos, (pois já) tinha terminado o jejum, e comeram juntos alegremente.
21 και παρελαβεν αυτον οζιας εκ της εκκλησιας εις οικον αυτου και εποιησεν ποτον τοις πρεσβυτεροις και επεκαλεσαντο τον θεον ισραηλ εις βοηθειαν ολην την νυκτα εκεινην21 Depois foi convocado todo o povo e oraram durante toda a noite no lugar onde estavam reunidos, pedindo socorro ao Deus de Israel.