Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΝΕΕΜΙΑΣ - Neemia - Ezra-Nehemiah 4


font
LXXVULGATA
1 και ηκουσαν οι θλιβοντες ιουδα και βενιαμιν οτι οι υιοι της αποικιας οικοδομουσιν οικον τω κυριω θεω ισραηλ1 Factum est autem, cum audisset Sanaballat quod ædificaremus murum, iratus est valde : et motus nimis subsannavit Judæos,
2 και ηγγισαν προς ζοροβαβελ και προς τους αρχοντας των πατριων και ειπαν αυτοις οικοδομησομεν μεθ' υμων οτι ως υμεις εκζητουμεν τω θεω υμων και αυτω ημεις θυσιαζομεν απο ημερων ασαραδδων βασιλεως ασσουρ του ενεγκαντος ημας ωδε2 et dixit coram fratribus suis, et frequentia Samaritanorum : Quid Judæi faciunt imbecilles ? num dimittent eos gentes ? num sacrificabunt, et complebunt in una die ? numquid ædificare poterunt lapides de acervis pulveris, qui combusti sunt ?
3 και ειπεν προς αυτους ζοροβαβελ και ιησους και οι καταλοιποι των αρχοντων των πατριων του ισραηλ ουχ ημιν και υμιν του οικοδομησαι οικον τω θεω ημων οτι ημεις αυτοι επι το αυτο οικοδομησομεν τω κυριω θεω ημων ως ενετειλατο ημιν κυρος ο βασιλευς περσων3 Sed et Tobias Ammanites, proximus ejus, ait : Ædificent : si ascenderit vulpes, transiliet murum eorum lapideum.
4 και ην ο λαος της γης εκλυων τας χειρας του λαου ιουδα και ενεποδιζον αυτους του οικοδομειν4 Audi, Deus noster, quia facti sumus despectui : converte opprobrium super caput eorum, et da eos in despectionem in terra captivitatis.
5 και μισθουμενοι επ' αυτους βουλευομενοι του διασκεδασαι βουλην αυτων πασας τας ημερας κυρου βασιλεως περσων και εως βασιλειας δαρειου βασιλεως περσων5 Ne operias iniquitatem eorum, et peccatum eorum coram facie tua non deleatur, quia irriserunt ædificantes.
6 και εν βασιλεια ασουηρου εν αρχη βασιλειας αυτου εγραψαν επιστολην επι οικουντας ιουδα και ιερουσαλημ6 Itaque ædificavimus murum, et conjunximus totum usque ad partem dimidiam : et provocatum est cor populi ad operandum.
7 και εν ημεραις αρθασασθα εγραψεν εν ειρηνη μιθραδατη ταβεηλ συν και τοις λοιποις συνδουλοις αυτου προς αρθασασθα βασιλεα περσων εγραψεν ο φορολογος γραφην συριστι και ηρμηνευμενην7 Factum est autem, cum audisset Sanaballat, et Tobias, et Arabes, et Ammanitæ, et Azotii, quod obducta esset cicatrix muri Jerusalem, et quod cœpissent interrupta concludi, irati sunt nimis.
8 ραουμ βααλταμ και σαμσαι ο γραμματευς εγραψαν επιστολην μιαν κατα ιερουσαλημ τω αρθασασθα βασιλει8 Et congregati sunt omnes pariter ut venirent, et pugnarent contra Jerusalem, et molirentur insidias.
9 ταδε εκρινεν ραουμ βααλταμ και σαμσαι ο γραμματευς και οι καταλοιποι συνδουλοι ημων διναιοι αφαρσαθαχαιοι ταρφαλλαιοι αφαρσαιοι αρχυαιοι βαβυλωνιοι σουσαναχαιοι οι εισιν ηλαμαιοι9 Et oravimus Deum nostrum, et posuimus custodes super murum die ac nocte contra eos.
10 και οι καταλοιποι εθνων ων απωκισεν ασενναφαρ ο μεγας και ο τιμιος και κατωκισεν αυτους εν πολεσιν της σομορων και το καταλοιπον περαν του ποταμου10 Dixit autem Judas : Debilitata est fortitudo portantis, et humus nimia est, et nos non poterimus ædificare murum.
11 αυτη η διαταγη της επιστολης ης απεστειλαν προς αυτον προς αρθασασθα βασιλεα παιδες σου ανδρες περαν του ποταμου11 Et dixerunt hostes nostri : Nesciant, et ignorent donec veniamus in medium eorum, et interficiamus eos, et cessare faciamus opus.
12 γνωστον εστω τω βασιλει οτι οι ιουδαιοι αναβαντες απο σου εφ' ημας ηλθοσαν εις ιερουσαλημ την πολιν την αποστατιν και πονηραν οικοδομουσιν και τα τειχη αυτης κατηρτισμενοι εισιν και θεμελιους αυτης ανυψωσαν12 Factum est autem venientibus Judæis qui habitabant juxta eos, et dicentibus nobis per decem vices, ex omnibus locis quibus venerant ad nos,
13 νυν ουν γνωστον εστω τω βασιλει οτι εαν η πολις εκεινη ανοικοδομηθη και τα τειχη αυτης καταρτισθωσιν φοροι ουκ εσονται σοι ουδε δωσουσιν και τουτο βασιλεις κακοποιει13 statui in loco post murum per circuitum populum in ordinem cum gladiis suis, et lanceis, et arcubus.
14 και ασχημοσυνην βασιλεως ουκ εξεστιν ημιν ιδειν δια τουτο επεμψαμεν και εγνωρισαμεν τω βασιλει14 Et perspexi atque surrexi : et aio ad optimates et magistratus, et ad reliquam partem vulgi : Nolite timere a facie eorum : Domini magni et terribilis mementote, et pugnate pro fratribus vestris, filiis vestris, et filiabus vestris, et uxoribus vestris, et domibus vestris.
15 ινα επισκεψηται εν βιβλιω υπομνηματισμου των πατερων σου και ευρησεις και γνωση οτι η πολις εκεινη πολις αποστατις και κακοποιουσα βασιλεις και χωρας και φυγαδια δουλων εν μεσω αυτης απο χρονων αιωνος δια ταυτα η πολις αυτη ηρημωθη15 Factum est autem, cum audissent inimici nostri nuntiatum esse nobis, dissipavit Deus consilium eorum. Et reversi sumus omnes ad muros, unusquisque ad opus suum.
16 γνωριζομεν ουν ημεις τω βασιλει οτι εαν η πολις εκεινη οικοδομηθη και τα τειχη αυτης καταρτισθη ουκ εστιν σοι ειρηνη16 Et factum est a die illa, media pars juvenum eorum faciebat opus, et media parata erat ad bellum : et lanceæ, et scuta, et arcus, et loricæ, et principes post eos in omni domo Juda.
17 και απεστειλεν ο βασιλευς προς ραουμ βααλταμ και σαμσαι γραμματεα και τους καταλοιπους συνδουλους αυτων τους οικουντας εν σαμαρεια και τους καταλοιπους περαν του ποταμου ειρηνην και φησιν17 Ædificantium in muro, et portantium onera, et imponentium : una manu sua faciebat opus, et altera tenebat gladium :
18 ο φορολογος ον απεστειλατε προς ημας εκληθη εμπροσθεν εμου18 ædificentium enim unusquisque gladio erat accinctus renes. Et ædificabant, et clangebant buccina juxta me.
19 και παρ' εμου ετεθη γνωμη και επεσκεψαμεθα και ευραμεν οτι η πολις εκεινη αφ' ημερων αιωνος επι βασιλεις επαιρεται και αποστασεις και φυγαδια γινονται εν αυτη19 Et dixi ad optimates, et ad magistratus, et ad reliquam partem vulgi : Opus grande est et latum, et nos separati sumus in muro procul alter ab altero :
20 και βασιλεις ισχυροι γινονται επι ιερουσαλημ και επικρατουντες ολης της εσπερας του ποταμου και φοροι πληρεις και μερος διδοται αυτοις20 in loco quocumque audieritis clangorem tubæ, illuc concurrite ad nos : Deus noster pugnabit pro nobis.
21 και νυν θετε γνωμην καταργησαι τους ανδρας εκεινους και η πολις εκεινη ουκ οικοδομηθησεται ετι οπως απο της γνωμης21 Et nos ipsi faciamus opus, et media pars nostrum teneat lanceas ab ascensu auroræ donec egrediantur astra.
22 πεφυλαγμενοι ητε ανεσιν ποιησαι περι τουτου μηποτε πληθυνθη αφανισμος εις κακοποιησιν βασιλευσιν22 In tempore quoque illo dixi populo : Unusquisque cum puero suo maneat in medio Jerusalem, et sint nobis vices per noctem et diem ad operandum.
23 τοτε ο φορολογος του αρθασασθα βασιλεως ανεγνω ενωπιον ραουμ και σαμσαι γραμματεως και συνδουλων αυτων και επορευθησαν σπουδη εις ιερουσαλημ και εν ιουδα και κατηργησαν αυτους εν ιπποις και δυναμει23 Ego autem et fratres mei, et pueri mei, et custodes, qui erant post me, non deponebamus vestimenta nostra : unusquisque tantum nudabatur ad baptismum.
24 τοτε ηργησεν το εργον οικου του θεου του εν ιερουσαλημ και ην αργουν εως δευτερου ετους της βασιλειας δαρειου του βασιλεως περσων