Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 8


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και εγενετο εν τω συντελεσαι σαλωμων του οικοδομησαι τον οικον κυριου και τον οικον εαυτου μετα εικοσι ετη τοτε εξεκκλησιασεν ο βασιλευς σαλωμων παντας τους πρεσβυτερους ισραηλ εν σιων του ανενεγκειν την κιβωτον διαθηκης κυριου εκ πολεως δαυιδ αυτη εστιν σιων1 Aztán egybegyűjtötték Izrael valamennyi vénét, a törzsek fejeit és Izrael fiainak nemzetségfőit, Salamon királyhoz Jeruzsálembe, hogy elhozzák az Úr szövetségének ládáját a Dávid-városból, azaz a Sionról.
2 εν μηνι αθανιν2 Egybe is gyűlt egész Izrael Salamon királynál Etánim havában, azaz a hetedik hónapban, az ünnepen. –
3 και ηραν οι ιερεις την κιβωτον3 Amikor aztán Izrael vénei mindnyájan eljöttek, felvették a papok a ládát,
4 και το σκηνωμα του μαρτυριου και παντα τα σκευη τα αγια τα εν τω σκηνωματι του μαρτυριου4 s elhozták az Úr ládáját, meg a szövetség sátrát s a szent hely minden eszközét, amely a sátorban volt. Amíg ezeket a papok és a leviták vitték,
5 και ο βασιλευς και πας ισραηλ εμπροσθεν της κιβωτου θυοντες προβατα και βοας αναριθμητα5 Salamon király és Izrael egész sokasága, amely összegyűlt nála, vele együtt a láda előtt haladt, s annyi juhot és marhát mutatott be áldozatul, hogy se szeri, se száma nem volt.
6 και εισφερουσιν οι ιερεις την κιβωτον εις τον τοπον αυτης εις το δαβιρ του οικου εις τα αγια των αγιων υπο τας πτερυγας των χερουβιν6 Aztán bevitték a papok az Úr szövetségének ládáját a helyére, a templom felelőhelyére, a szentek szentjébe, a kerubok szárnya alá;
7 οτι τα χερουβιν διαπεπετασμενα ταις πτερυξιν επι τον τοπον της κιβωτου και περιεκαλυπτον τα χερουβιν επι την κιβωτον και επι τα αγια αυτης επανωθεν7 a kerubok ugyanis kiterjesztették szárnyukat a láda helye fölött, s befedték a ládát s rúdjait felülről.
8 και υπερειχον τα ηγιασμενα και ενεβλεποντο αι κεφαλαι των ηγιασμενων εκ των αγιων εις προσωπον του δαβιρ και ουκ ωπτανοντο εξω8 Ámbár a rudak hosszúak voltak, s végüket kinn, a szent helyen, a szentek szentje előtt látni lehetett, messzebbről nem lehetett látni őket; ott is vannak mind a mai napig.
9 ουκ ην εν τη κιβωτω πλην δυο πλακες λιθιναι πλακες της διαθηκης ας εθηκεν εκει μωυσης εν χωρηβ α διεθετο κυριος μετα των υιων ισραηλ εν τω εκπορευεσθαι αυτους εκ γης αιγυπτου9 A ládában nem volt semmi egyéb, mint a két kőtábla, amelyet Mózes tett bele a Hórebnél, amikor az Úr szövetséget kötött Izrael fiaival, amikor kijöttek Egyiptom földjéről.
10 και εγενετο ως εξηλθον οι ιερεις εκ του αγιου και η νεφελη επλησεν τον οικον10 Történt pedig, hogy amikor a papok kijöttek a szentélyből, a felhő betöltötte az Úr házát,
11 και ουκ ηδυναντο οι ιερεις στηναι λειτουργειν απο προσωπου της νεφελης οτι επλησεν δοξα κυριου τον οικον11 úgyhogy a papok nem állhattak szolgálatba a felhő miatt, mert az Úr dicsősége betöltötte az Úr házát.
12 -12 Ekkor Salamon így szólt: »Az Úr azt mondta, hogy a felhőben akar lakni:
13 -13 íme, építettem házat neked lakásul, állandó, örökös királyi székedül.«
14 και απεστρεψεν ο βασιλευς το προσωπον αυτου και ευλογησεν ο βασιλευς παντα ισραηλ και πασα εκκλησια ισραηλ ειστηκει14 Majd megfordult a király, s megáldotta Izrael egész gyülekezetét: ott állt ugyanis Izrael egész gyülekezete.
15 και ειπεν ευλογητος κυριος ο θεος ισραηλ σημερον ος ελαλησεν εν τω στοματι αυτου περι δαυιδ του πατρος μου και εν ταις χερσιν αυτου επληρωσεν λεγων15 Aztán azt mondta Salamon: »Áldott legyen az Úr, Izrael Istene, aki teljesítette kezével, amit szájával apámnak, Dávidnak mondott. Azt mondta ugyanis:
16 αφ' ης ημερας εξηγαγον τον λαον μου τον ισραηλ εξ αιγυπτου ουκ εξελεξαμην εν πολει εν ενι σκηπτρω ισραηλ του οικοδομησαι οικον του ειναι το ονομα μου εκει και εξελεξαμην εν ιερουσαλημ ειναι το ονομα μου εκει και εξελεξαμην τον δαυιδ του ειναι επι τον λαον μου τον ισραηλ16 ‘Attól a naptól kezdve, hogy kihoztam népemet, Izraelt Egyiptomból, Izrael egyik törzséből sem választottam várost, hogy ott ház épüljön számomra, s nevem ott legyen, Dávidot azonban kiválasztottam, hogy népemnek, Izraelnek fejedelmévé legyen.’
17 και εγενετο επι της καρδιας δαυιδ του πατρος μου οικοδομησαι οικον τω ονοματι κυριου θεου ισραηλ17 Dávid, az apám aztán házat akart építeni az Úr, Izrael Istene nevének,
18 και ειπεν κυριος προς δαυιδ τον πατερα μου ανθ' ων ηλθεν επι την καρδιαν σου του οικοδομησαι οικον τω ονοματι μου καλως εποιησας οτι εγενηθη επι την καρδιαν σου18 de az Úr így szólt Dávidhoz, az apámhoz: ‘Amikor szívedben eltökélted, hogy házat építesz nevemnek – jól tetted, hogy ezt forgattad elmédben.
19 πλην συ ουκ οικοδομησεις τον οικον αλλ' η ο υιος σου ο εξελθων εκ των πλευρων σου ουτος οικοδομησει τον οικον τω ονοματι μου19 Mindazonáltal nem te fogsz házat építeni nekem, hanem fiad, aki majd ágyékodból származik, az fog házat építeni nevemnek.’
20 και ανεστησεν κυριος το ρημα αυτου ο ελαλησεν και ανεστην αντι δαυιδ του πατρος μου και εκαθισα επι του θρονου ισραηλ καθως ελαλησεν κυριος και ωκοδομησα τον οικον τω ονοματι κυριου θεου ισραηλ20 Az Úr teljesítette is szavát, amelyet szólt, s én apám, Dávid helyébe léptem, s Izrael királyi székébe ültem, amint az Úr szólt: és házat építettem az Úr, Izrael Istene nevének
21 και εθεμην εκει τοπον τη κιβωτω εν η εστιν εκει διαθηκη κυριου ην διεθετο κυριος μετα των πατερων ημων εν τω εξαγαγειν αυτον αυτους εκ γης αιγυπτου21 és helyet készítettem ott a ládának, amelyben az Úr azon szövetségének táblái vannak, amelyet atyáinkkal kötött, amikor kijöttek Egyiptom földjéről.«
22 και εστη σαλωμων κατα προσωπον του θυσιαστηριου κυριου ενωπιον πασης εκκλησιας ισραηλ και διεπετασεν τας χειρας αυτου εις τον ουρανον22 Majd odaállt Salamon Izrael gyülekezetének színe előtt az Úr oltára elé, s kitárta kezét az ég felé
23 και ειπεν κυριε ο θεος ισραηλ ουκ εστιν ως συ θεος εν τω ουρανω ανω και επι της γης κατω φυλασσων διαθηκην και ελεος τω δουλω σου τω πορευομενω ενωπιον σου εν ολη τη καρδια αυτου23 és így szólt: »Uram, Izrael Istene, nincs hozzád fogható Isten sem fenn az égben, sem lenn a földön! Te megtartod szövetségedet s irgalmasságodat szolgáid iránt, akik teljes szívükkel előtted járnak,
24 α εφυλαξας τω δουλω σου δαυιδ τω πατρι μου και ελαλησας εν τω στοματι σου και εν χερσιν σου επληρωσας ως η ημερα αυτη24 s megtartottad szolgádnak, Dávidnak, az apámnak, amit neki mondtál: száddal szóltál, s kezeddel teljesítetted, mint e nap bizonyítja.
25 και νυν κυριε ο θεος ισραηλ φυλαξον τω δουλω σου τω δαυιδ τω πατρι μου α ελαλησας αυτω λεγων ουκ εξαρθησεται σου ανηρ εκ προσωπου μου καθημενος επι θρονου ισραηλ πλην εαν φυλαξωνται τα τεκνα σου τας οδους αυτων του πορευεσθαι ενωπιον εμου καθως επορευθης ενωπιον εμου25 Nos tehát, Uram, Izrael Istene, tartsd meg szolgádnak, Dávidnak, az apámnak, amit neki megígértél, amikor azt mondtad: ‘Nem fogy el előttem ivadékod Izrael királyi székéről, feltéve, hogy fiaid megőrzik útjukat, s énelőttem járnak, mint ahogy te jártál színem előtt.’
26 και νυν κυριε ο θεος ισραηλ πιστωθητω δη το ρημα σου τω δαυιδ τω πατρι μου26 Uram, Izrael Istene, teljesedjék tehát ígéreted, amelyet szolgádnak, Dávidnak, az apámnak tettél. –
27 οτι ει αληθως κατοικησει ο θεος μετα ανθρωπων επι της γης ει ο ουρανος και ο ουρανος του ουρανου ουκ αρκεσουσιν σοι πλην και ο οικος ουτος ον ωκοδομησα τω ονοματι σου27 De hát gondolhatunk-e arra, hogy Isten igazán a földön lakjon? Hiszen ha az ég s az egek egei sem tudnak befogadni téged, mennyivel kevésbé e ház, amelyet építettem?
28 και επιβλεψη επι την δεησιν μου κυριε ο θεος ισραηλ ακουειν της τερψεως ης ο δουλος σου προσευχεται ενωπιον σου προς σε σημερον28 De tekints szolgád imájára s könyörgéseire, Uram, Istenem: hallgass e dicséretre s imádságra, amellyel szolgád ma előtted imádkozik,
29 του ειναι οφθαλμους σου ηνεωγμενους εις τον οικον τουτον ημερας και νυκτος εις τον τοπον ον ειπας εσται το ονομα μου εκει του εισακουειν της προσευχης ης προσευχεται ο δουλος σου εις τον τοπον τουτον ημερας και νυκτος29 hogy éjjel-nappal nyitva legyen szemed e ház felett, amelyről azt mondtad: ‘Ott lesz az én nevem’ – hogy meghallgasd az imádságot, amellyel szolgád e helyen hozzád imádkozik,
30 και εισακουση της δεησεως του δουλου σου και του λαου σου ισραηλ α αν προσευξωνται εις τον τοπον τουτον και συ εισακουση εν τω τοπω της κατοικησεως σου εν ουρανω και ποιησεις και ιλεως εση30 hogy meghallgasd szolgádnak s népednek, Izraelnek, minden könyörgését, bármiért fognak imádkozni e helyen: halld meg azt lakóhelyeden, az égben, s ha meghallod, légy kegyelmes.
31 οσα αν αμαρτη εκαστος τω πλησιον αυτου και εαν λαβη επ' αυτον αραν του αρασθαι αυτον και ελθη και εξαγορευση κατα προσωπον του θυσιαστηριου σου εν τω οικω τουτω31 Ha vétkezik valaki a felebarátja ellen, s tartozik letenni a köteles esküt, s eljön megesküdni oltárod elé házadba –
32 και συ εισακουσει εκ του ουρανου και ποιησεις και κρινεις τον λαον σου ισραηλ ανομηθηναι ανομον δουναι την οδον αυτου εις κεφαλην αυτου και του δικαιωσαι δικαιον δουναι αυτω κατα την δικαιοσυνην αυτου32 halld meg az égben és cselekedj: tégy igazságot szolgáid között, elítélve az istentelent, s megfizetve neki eljárása szerint, s igazolva az igazat, s megfizetve neki igaz volta szerint.
33 εν τω πταισαι τον λαον σου ισραηλ ενωπιον εχθρων οτι αμαρτησονται σοι και επιστρεψουσιν και εξομολογησονται τω ονοματι σου και προσευξονται και δεηθησονται εν τω οικω τουτω33 Ha néped, Izrael megfutamodik ellenségei elől (mert vétkezik ellened), de aztán bűnbánatot tartva és nevedet vallva eljönnek, s imádkoznak, s könyörögnek hozzád e házban –
34 και συ εισακουση εκ του ουρανου και ιλεως εση ταις αμαρτιαις του λαου σου ισραηλ και αποστρεψεις αυτους εις την γην ην εδωκας τοις πατρασιν αυτων34 hallgasd meg az égben, s bocsásd meg néped, Izrael bűnét, s hozd vissza őket erre a földre, amelyet atyáidnak adtál.
35 εν τω συσχεθηναι τον ουρανον και μη γενεσθαι υετον οτι αμαρτησονται σοι και προσευξονται εις τον τοπον τουτον και εξομολογησονται τω ονοματι σου και απο των αμαρτιων αυτων αποστρεψουσιν οταν ταπεινωσης αυτους35 Ha bezárul az ég, s nem esik az eső bűneik miatt, s imádkoznak e helyen és bűnbánatot tartanak nevedben, s megtérnek bűneikből csapásuk miatt –
36 και εισακουση εκ του ουρανου και ιλεως εση ταις αμαρτιαις του δουλου σου και του λαου σου ισραηλ οτι δηλωσεις αυτοις την οδον την αγαθην πορευεσθαι εν αυτη και δωσεις υετον επι την γην ην εδωκας τω λαω σου εν κληρονομια36 hallgasd meg őket az égben, s bocsásd meg szolgáid s néped, Izrael bűneit, s mutasd meg nekik a helyes utat, amelyen járniuk kell, s adj esőt földedre, amelyet népednek birtokul adtál.
37 λιμος εαν γενηται θανατος εαν γενηται οτι εσται εμπυρισμος βρουχος ερυσιβη εαν γενηται και εαν θλιψη αυτον εχθρος αυτου εν μια των πολεων αυτου παν συναντημα παν πονον37 Ha éhség támad e földön, vagy dögvész vagy rossz időjárás, vagy ragya, vagy sáska, vagy rozsda pusztít, ha szorongatja ellensége, amely megszállja kapuit, ha bármi csapás, bármi nyavalya,
38 πασαν προσευχην πασαν δεησιν εαν γενηται παντι ανθρωπω ως αν γνωσιν εκαστος αφην καρδιας αυτου και διαπεταση τας χειρας αυτου εις τον οικον τουτον38 bármi átok vagy rossz kívánság ér valakit népedből, Izraelből – ha valaki megérti a szívét ért csapást, s kitárja kezét e házban:
39 και συ εισακουση εκ του ουρανου εξ ετοιμου κατοικητηριου σου και ιλεως εση και ποιησεις και δωσεις ανδρι κατα τας οδους αυτου καθως αν γνως την καρδιαν αυτου οτι συ μονωτατος οιδας την καρδιαν παντων υιων ανθρωπων39 hallgasd meg az égben, lakóhelyeden, s engesztelődj meg, s cselekedj, hogy kinek-kinek megfizess eljárása szerint úgy, amint szívét látod (hiszen egyedül te ismered az emberek minden fiának szívét),
40 οπως φοβωνται σε πασας τας ημερας ας αυτοι ζωσιν επι της γης ης εδωκας τοις πατρασιν ημων40 hogy aztán mindenkor féljenek téged, amíg élnek e föld színén, amelyet atyáinknak adtál.
41 και τω αλλοτριω ος ουκ εστιν απο λαου σου ουτος41 Sőt még az idegent is, aki nem népedből, Izraelből való, ha eljön messze földről neved hírére (hallani fognak ugyanis nagy nevedről, erős kezedről és kinyújtott
42 και ηξουσιν και προσευξονται εις τον τοπον τουτον42 karodról mindenütt), ha eljön, s imádkozik e helyen,
43 και συ εισακουση εκ του ουρανου εξ ετοιμου κατοικητηριου σου και ποιησεις κατα παντα οσα αν επικαλεσηται σε ο αλλοτριος οπως γνωσιν παντες οι λαοι το ονομα σου και φοβωνται σε καθως ο λαος σου ισραηλ και γνωσιν οτι το ονομα σου επικεκληται επι τον οικον τουτον ον ωκοδομησα43 hallgasd meg az égben, erős lakóhelyeden, s tedd meg mindazt, amiért segítségül hív téged az idegen, hogy a föld minden népe megtanulja félni nevedet úgy, mint néped, Izrael, s tapasztalja, hogy a te nevedet viseli e ház, amelyet építettem.
44 οτι εξελευσεται ο λαος σου εις πολεμον επι τους εχθρους αυτου εν οδω η επιστρεψεις αυτους και προσευξονται εν ονοματι κυριου οδον της πολεως ης εξελεξω εν αυτη και του οικου ου ωκοδομησα τω ονοματι σου44 Ha néped hadba megy ellenségei ellen, bármely irányba, akárhová küldöd, és imádkozik hozzád e város irányában, amelyet kiválasztottál, s e ház irányában, amelyet nevednek építettem –
45 και εισακουσει εκ του ουρανου της δεησεως αυτων και της προσευχης αυτων και ποιησεις το δικαιωμα αυτοις45 hallgasd meg az égben imádságukat s könyörgésüket és szolgáltass igazságot nekik.
46 οτι αμαρτησονται σοι οτι ουκ εστιν ανθρωπος ος ουχ αμαρτησεται και επαξεις επ' αυτους και παραδωσεις αυτους ενωπιον εχθρων και αιχμαλωτιουσιν αυτους οι αιχμαλωτιζοντες εις γην μακραν και εγγυς46 Ha pedig vétkeznek ellened (hisz nincs ember, aki ne vétkeznék), s te megharagszol és ellenségeik kezébe adod őket, s fogságba hurcolják őket, ellenségeik földjére, messzire vagy közelre,
47 και επιστρεψουσιν καρδιας αυτων εν τη γη ου μετηχθησαν εκει και επιστρεψωσιν και δεηθωσιν σου εν γη μετοικιας αυτων λεγοντες ημαρτομεν ηνομησαμεν ηδικησαμεν47 s a fogság helyén bűnbánatot tartanak szívükben, s megtérnek és könyörögnek hozzád fogságukban, s így szólnak: ‘Vétkeztünk, gonoszul cselekedtünk, istentelenül tettünk’ –
48 και επιστρεψωσιν προς σε εν ολη καρδια αυτων και εν ολη ψυχη αυτων εν τη γη εχθρων αυτων ου μετηγαγες αυτους και προσευξονται προς σε οδον γης αυτων ης εδωκας τοις πατρασιν αυτων της πολεως ης εξελεξω και του οικου ου ωκοδομηκα τω ονοματι σου48 s teljes szívükből s teljes lelkükből hozzád térnek ellenségeik földjén, amelyre fogságba vitték őket, s imádkoznak hozzád földjük irányában, amelyet atyáiknak adtál, s e város irányában, amelyet kiválasztottál, s e templom irányában, amelyet nevednek építettem:
49 και εισακουση εκ του ουρανου εξ ετοιμου κατοικητηριου σου49 hallgasd meg az égben, erős királyi székedben imádságukat és könyörgésüket és szolgáltass igazságot nekik,
50 και ιλεως εση ταις αδικιαις αυτων αις ημαρτον σοι και κατα παντα τα αθετηματα αυτων α ηθετησαν σοι και δωσεις αυτους εις οικτιρμους ενωπιον αιχμαλωτευοντων αυτους και οικτιρησουσιν αυτους50 s légy kegyelmes néped iránt, amely vétkezett ellened s minden gonoszságuk iránt, amellyel ellened vétettek, s add, hogy irgalmasságot leljenek azok előtt, akiknek foglyaik, hogy azok megkönyörüljenek rajtuk.
51 οτι λαος σου και κληρονομια σου ους εξηγαγες εκ γης αιγυπτου εκ μεσου χωνευτηριου σιδηρου51 Hiszen a te néped s a te örökséged ők, akiket kihoztál Egyiptom földjéről, a vaskohó közepéből.
52 και εστωσαν οι οφθαλμοι σου και τα ωτα σου ηνεωγμενα εις την δεησιν του δουλου σου και εις την δεησιν του λαου σου ισραηλ εισακουειν αυτων εν πασιν οις αν επικαλεσωνται σε52 Legyen tehát nyitva szemed szolgád és néped, Izrael könyörgésére, s hallgasd meg őket mindabban, amiben segítségül hívnak téged,
53 οτι συ διεστειλας αυτους σαυτω εις κληρονομιαν εκ παντων των λαων της γης καθως ελαλησας εν χειρι δουλου σου μωυση εν τω εξαγαγειν σε τους πατερας ημων εκ γης αιγυπτου κυριε κυριε [53α] τοτε ελαλησεν σαλωμων υπερ του οικου ως συνετελεσεν του οικοδομησαι αυτον ηλιον εγνωρισεν εν ουρανω κυριος ειπεν του κατοικειν εν γνοφω οικοδομησον οικον μου οικον εκπρεπη σαυτω του κατοικειν επι καινοτητος ουκ ιδου αυτη γεγραπται εν βιβλιω της ωδης53 hiszen te választottad ki őket örökségül magadnak a föld minden népe közül, miként szolgád, Mózes által mondtad, amikor kihoztad atyáinkat Egyiptomból, Uram, Isten!«
54 και εγενετο ως συνετελεσεν σαλωμων προσευχομενος προς κυριον ολην την προσευχην και την δεησιν ταυτην και ανεστη απο προσωπου του θυσιαστηριου κυριου οκλακως επι τα γονατα αυτου και αι χειρες αυτου διαπεπετασμεναι εις τον ουρανον54 Amikor aztán Salamon elimádkozta ezt az imádságot és könyörgést az Úr előtt, az történt, hogy felkelt az Úr oltárának színe elől – ahol az ég felé tárt kezekkel a földön térdelt, mind a két térdével –
55 και εστη και ευλογησεν πασαν εκκλησιαν ισραηλ φωνη μεγαλη λεγων55 és felállt és harsány hangon megáldotta Izrael egész gyülekezetét, ezekkel a szavakkal:
56 ευλογητος κυριος σημερον ος εδωκεν καταπαυσιν τω λαω αυτου ισραηλ κατα παντα οσα ελαλησεν ου διεφωνησεν λογος εις εν πασιν τοις λογοις αυτου τοις αγαθοις οις ελαλησεν εν χειρι μωυση δουλου αυτου56 »Áldott legyen az Úr, aki nyugodalmat adott népének, Izraelnek, egészen úgy, mint ahogy mondta: nem hiúsult meg egy szó sem mindabból a jóból, amelyet szolgája, Mózes által mondott.
57 γενοιτο κυριος ο θεος ημων μεθ' ημων καθως ην μετα των πατερων ημων μη εγκαταλιποιτο ημας μηδε αποστρεψοιτο ημας57 Legyen velünk az Úr, a mi Istenünk, mint ahogy atyáinkkal volt, ne hagyjon el és ne vessen el minket,
58 επικλιναι καρδιας ημων προς αυτον του πορευεσθαι εν πασαις οδοις αυτου και φυλασσειν πασας τας εντολας αυτου και προσταγματα αυτου α ενετειλατο τοις πατρασιν ημων58 hanem hajlítsa magához szívünket, hogy mindenben útjain járjunk, s megtartsuk parancsolatait, szertartásait s rendeleteit, amelyeket atyáinknak meghagyott.
59 και εστωσαν οι λογοι ουτοι ους δεδεημαι ενωπιον κυριου θεου ημων εγγιζοντες προς κυριον θεον ημων ημερας και νυκτος του ποιειν το δικαιωμα του δουλου σου και το δικαιωμα λαου σου ισραηλ ρημα ημερας εν ημερα αυτου59 Legyenek ezek a szavaim, amelyekkel könyörögtem az Úr előtt, éjjel-nappal közel az Úrhoz, a mi Istenünkhöz, hogy igazságot szolgáltasson szolgájának és népének, Izraelnek minden nap,
60 οπως γνωσιν παντες οι λαοι της γης οτι κυριος ο θεος αυτος θεος και ουκ εστιν ετι60 hogy megtudja a föld minden népe, hogy az Úr az Isten, s rajta kívül nincs más.
61 και εστωσαν αι καρδιαι ημων τελειαι προς κυριον θεον ημων και οσιως πορευεσθαι εν τοις προσταγμασιν αυτου και φυλασσειν εντολας αυτου ως η ημερα αυτη61 Legyen is szívünk egészen az Úrral, a mi Istenünkkel, hogy rendeletei szerint járjunk, s megtartsuk parancsolatait úgy, mint ma.«
62 και ο βασιλευς και παντες οι υιοι ισραηλ εθυσαν θυσιαν ενωπιον κυριου62 Erre a király s vele egész Izrael, véresáldozatokat mutatott be az Úr előtt.
63 και εθυσεν ο βασιλευς σαλωμων τας θυσιας των ειρηνικων ας εθυσεν τω κυριω βοων δυο και εικοσι χιλιαδας και προβατων εκατον εικοσι χιλιαδας και ενεκαινισεν τον οικον κυριου ο βασιλευς και παντες οι υιοι ισραηλ63 Huszonkétezer szarvasmarhát és százhúszezer juhot vágatott és mutatott be Salamon az Úrnak békeáldozatul. Így avatták fel az Úr templomát a király s Izrael fiai.
64 τη ημερα εκεινη ηγιασεν ο βασιλευς το μεσον της αυλης το κατα προσωπον του οικου κυριου οτι εποιησεν εκει την ολοκαυτωσιν και τας θυσιας και τα στεατα των ειρηνικων οτι το θυσιαστηριον το χαλκουν το ενωπιον κυριου μικρον του μη δυνασθαι την ολοκαυτωσιν και τας θυσιας των ειρηνικων υπενεγκειν64 Ugyanezen a napon felszentelte a király az Úr háza előtt levő udvar belsejét, mert ott mutatta be az egészen elégő áldozatokat, az ételáldozatokat és a békeáldozatok háját, minthogy az Úr előtt levő rézoltár kisebb volt, semhogy ráfért volna az egészen elégő áldozatok, az ételáldozatok s a békeáldozatok hája.
65 και εποιησεν σαλωμων την εορτην εν τη ημερα εκεινη και πας ισραηλ μετ' αυτου εκκλησια μεγαλη απο της εισοδου ημαθ εως ποταμου αιγυπτου ενωπιον κυριου θεου ημων εν τω οικω ω ωκοδομησεν εσθιων και πινων και ευφραινομενος ενωπιον κυριου θεου ημων επτα ημερας65 Így ünnepelte ebben az időben Salamon, s vele egész Izrael, a Hamat bejárójától Egyiptom patakjáig terjedő földről összegyűlt nagy sokaság az Úr, a mi Istenünk előtt a nagy ünnepet, hét napig, majd ismét hét napig, azaz tizennégy napig.
66 και εν τη ημερα τη ογδοη εξαπεστειλεν τον λαον και ευλογησεν αυτον και απηλθον εκαστος εις τα σκηνωματα αυτου χαιροντες και αγαθη καρδια επι τοις αγαθοις οις εποιησεν κυριος τω δαυιδ δουλω αυτου και τω ισραηλ λαω αυτου66 A nyolcadik napon aztán elbocsátotta a népeket, s azok áldották a királyt, s elmentek sátrukba, örvendezve és vidám szívvel, hogy az Úr annyi minden jót cselekedett szolgájával, Dáviddal és népével, Izraellel.