Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 45


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ουκ ηδυνατο ιωσηφ ανεχεσθαι παντων των παρεστηκοτων αυτω αλλ' ειπεν εξαποστειλατε παντας απ' εμου και ου παρειστηκει ουδεις ετι τω ιωσηφ ηνικα ανεγνωριζετο τοις αδελφοις αυτου1 József nem tudta tovább tartóztatni magát, noha sokan álltak körülötte. Felkiáltott: »Menjen ki mindenki!« Senki más nem volt vele, amikor felfedte kilétét testvérei előtt.
2 και αφηκεν φωνην μετα κλαυθμου ηκουσαν δε παντες οι αιγυπτιοι και ακουστον εγενετο εις τον οικον φαραω2 Aztán hangos sírásra fakadt – úgyhogy meghallották az egyiptomiak, és a fáraó egész háza –
3 ειπεν δε ιωσηφ προς τους αδελφους αυτου εγω ειμι ιωσηφ ετι ο πατηρ μου ζη και ουκ εδυναντο οι αδελφοι αποκριθηναι αυτω εταραχθησαν γαρ3 és így szólt testvéreihez: »Én vagyok József! Él-e még az atyám?« Testvérei nagy félelmükben a rémülettől felelni sem tudtak.
4 ειπεν δε ιωσηφ προς τους αδελφους αυτου εγγισατε προς με και ηγγισαν και ειπεν εγω ειμι ιωσηφ ο αδελφος υμων ον απεδοσθε εις αιγυπτον4 Ő azonban szelíden szólt hozzájuk: »Gyertek ide hozzám!« Amikor aztán közelebb jöttek, azt mondta nekik: »Én vagyok József, a testvéretek, akit eladtatok Egyiptomba.
5 νυν ουν μη λυπεισθε μηδε σκληρον υμιν φανητω οτι απεδοσθε με ωδε εις γαρ ζωην απεστειλεν με ο θεος εμπροσθεν υμων5 Ne féljetek, és ne is szörnyülködjetek azon, hogy eladtatok engem ebbe az országba! Hiszen a ti megmentésetekre küldött engem Isten előttetek Egyiptomba.
6 τουτο γαρ δευτερον ετος λιμος επι της γης και ετι λοιπα πεντε ετη εν οις ουκ εσται αροτριασις ουδε αμητος6 Két esztendeje ugyanis, hogy elkezdődött az éhség ezen a földön, és még öt olyan esztendő van hátra, amelyben sem szántani, sem aratni nem lehet.
7 απεστειλεν γαρ με ο θεος εμπροσθεν υμων υπολειπεσθαι υμων καταλειμμα επι της γης και εκθρεψαι υμων καταλειψιν μεγαλην7 Előre küldött tehát engem Isten, hogy megtartson a földön titeket, és életeteket nagy szabadítással.
8 νυν ουν ουχ υμεις με απεσταλκατε ωδε αλλ' η ο θεος και εποιησεν με ως πατερα φαραω και κυριον παντος του οικου αυτου και αρχοντα πασης γης αιγυπτου8 Nem a ti elhatározásotok, hanem Isten akarata küldött engem ide. Ő tett engem szinte a fáraó atyjává, egész házának urává, és Egyiptom egész földjének fejedelmévé.
9 σπευσαντες ουν αναβητε προς τον πατερα μου και ειπατε αυτω ταδε λεγει ο υιος σου ιωσηφ εποιησεν με ο θεος κυριον πασης γης αιγυπτου καταβηθι ουν προς με και μη μεινης9 Siessetek, menjetek fel atyámhoz, és mondjátok neki: ‘Ezt üzeni a fiad, József: Isten Egyiptom egész földjének urává tett engem! Ne késlekedj, gyere le hozzám!
10 και κατοικησεις εν γη γεσεμ αραβιας και εση εγγυς μου συ και οι υιοι σου και οι υιοι των υιων σου τα προβατα σου και αι βοες σου και οσα σοι εστιν10 Gósen földjén fogsz majd lakni, a közelemben leszel, te és a fiaid, s fiaidnak fiai, juhaid és marháid, és mindened, amid van.
11 και εκθρεψω σε εκει ετι γαρ πεντε ετη λιμος ινα μη εκτριβης συ και οι υιοι σου και παντα τα υπαρχοντα σου11 Én pedig ellátlak ott élelemmel – mert még öt esztendő van hátra az éhínségből –, hogy el ne vessz házad népével és mindeneddel együtt, amid van!’
12 ιδου οι οφθαλμοι υμων βλεπουσιν και οι οφθαλμοι βενιαμιν του αδελφου μου οτι το στομα μου το λαλουν προς υμας12 Íme, saját szemetek és testvérem, Benjamin szeme látja, hogy én beszélek hozzátok.
13 απαγγειλατε ουν τω πατρι μου πασαν την δοξαν μου την εν αιγυπτω και οσα ειδετε και ταχυναντες καταγαγετε τον πατερα μου ωδε13 Mondjátok el atyámnak minden dicsőségemet, és mindazt, amit Egyiptomban láttatok! Siessetek, hozzátok el hozzám!«
14 και επιπεσων επι τον τραχηλον βενιαμιν του αδελφου αυτου εκλαυσεν επ' αυτω και βενιαμιν εκλαυσεν επι τω τραχηλω αυτου14 Azután Benjaminnak, az öccsének a nyakába borult, megölelte, és sírt. Ugyanúgy sírt Benjamin is a nyakába borulva.
15 και καταφιλησας παντας τους αδελφους αυτου εκλαυσεν επ' αυτοις και μετα ταυτα ελαλησαν οι αδελφοι αυτου προς αυτον15 Majd a többi testvérét is megcsókolta József, átölelte őket és sírt. Erre aztán szóba mertek állni vele.
16 και διεβοηθη η φωνη εις τον οικον φαραω λεγοντες ηκασιν οι αδελφοι ιωσηφ εχαρη δε φαραω και η θεραπεια αυτου16 Amikor tudomást szereztek erről, a szokásos szóbeszéd által elterjedt a király udvarában: »Eljöttek József testvérei!« Örült neki a fáraó, és egész házanépe.
17 ειπεν δε φαραω προς ιωσηφ ειπον τοις αδελφοις σου τουτο ποιησατε γεμισατε τα πορεια υμων και απελθατε εις γην χανααν17 Sőt, meghagyta Józsefnek, hogy parancsolja meg testvéreinek: »Rakodjatok fel a teherhordó állataitokra, menjetek el Kánaán földjére,
18 και παραλαβοντες τον πατερα υμων και τα υπαρχοντα υμων ηκετε προς με και δωσω υμιν παντων των αγαθων αιγυπτου και φαγεσθε τον μυελον της γης18 és hozzátok el onnan atyátokat és rokonságotokat, és jöjjetek el hozzám! Nektek adom Egyiptom minden javát, úgyhogy majd ennek a földnek a javából éltek.
19 συ δε εντειλαι ταυτα λαβειν αυτοις αμαξας εκ γης αιγυπτου τοις παιδιοις υμων και ταις γυναιξιν και αναλαβοντες τον πατερα υμων παραγινεσθε19 Parancsold meg azt is: vigyetek magatokkal szekereket Egyiptom földjéről, hogy elhozhassátok gyermekeiteket és feleségeiteket! Hozzátok atyátokat, és siessetek, gyertek minél előbb!
20 και μη φεισησθε τοις οφθαλμοις των σκευων υμων τα γαρ παντα αγαθα αιγυπτου υμιν εσται20 Ne sajnáljatok semmit a holmitokból, mert Egyiptomnak minden java a tiétek lesz!«
21 εποιησαν δε ουτως οι υιοι ισραηλ εδωκεν δε ιωσηφ αυτοις αμαξας κατα τα ειρημενα υπο φαραω του βασιλεως και εδωκεν αυτοις επισιτισμον εις την οδον21 Úgy is tettek Izrael fiai, ahogy parancsolták nekik. József pedig a fáraó parancsa szerint szekereket adott nekik, és ennivalót az útra.
22 και πασιν εδωκεν δισσας στολας τω δε βενιαμιν εδωκεν τριακοσιους χρυσους και πεντε εξαλλασσουσας στολας22 Hozatott mindegyiküknek két-két rend ruhát is, Benjaminnak pedig háromszáz ezüstöt és öt drága ruhát adott.
23 και τω πατρι αυτου απεστειλεν κατα τα αυτα και δεκα ονους αιροντας απο παντων των αγαθων αιγυπτου και δεκα ημιονους αιρουσας αρτους τω πατρι αυτου εις οδον23 Apjának is küldött tíz szamarat, amelyek Egyiptom mindenféle javaiból vittek, és ugyanannyi nőstény szamarat, megrakva gabonával és útravaló kenyérrel.
24 εξαπεστειλεν δε τους αδελφους αυτου και επορευθησαν και ειπεν αυτοις μη οργιζεσθε εν τη οδω24 Aztán elbocsátotta testvéreit. Amikor elindultak, azt mondta nekik: »Ne veszekedjetek az úton!«
25 και ανεβησαν εξ αιγυπτου και ηλθον εις γην χανααν προς ιακωβ τον πατερα αυτων25 Azok felmentek Egyiptomból, eljutottak Kánaán földjére apjukhoz, Jákobhoz,
26 και ανηγγειλαν αυτω λεγοντες οτι ο υιος σου ιωσηφ ζη και αυτος αρχει πασης γης αιγυπτου και εξεστη η διανοια ιακωβ ου γαρ επιστευσεν αυτοις26 és elmondták neki: »József él, és ő uralkodik Egyiptom egész földjén!« Apjuk szíve azonban hideg maradt, mert nem hitt nekik.
27 ελαλησαν δε αυτω παντα τα ρηθεντα υπο ιωσηφ οσα ειπεν αυτοις ιδων δε τας αμαξας ας απεστειλεν ιωσηφ ωστε αναλαβειν αυτον ανεζωπυρησεν το πνευμα ιακωβ του πατρος αυτων27 De amikor elbeszélték József minden szavát, amit mondott nekik, és látta a szekereket, s mindazt, amit küldött, hogy elvigyék őt, feléledt a lelke,
28 ειπεν δε ισραηλ μεγα μοι εστιν ει ετι ιωσηφ ο υιος μου ζη πορευθεις οψομαι αυτον προ του αποθανειν με28 és így szólt: »Elég nekem, ha József fiam még él! Elmegyek, hadd lássam, mielőtt meghalok!«