Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Geremia 48


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Ad Moab.
Haec dicit Dominus exercituum, Deus Israel:
“ Vae super Nabo, quoniam vastata est et confusa!
Capta est Cariathaim, confusa est arx et tremuit.
1 Κατα του Μωαβ. Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Ουαι εις την Νεβω? διοτι απωλεσθη? η Κιριαθαιμ κατησχυνθη, εκυριευθη? η Μισγαβ κατησχυνθη και ετρομαξε.
2 Non est ultra exsultatio in Moab;
in Hesebon cogitaverunt malum contra eam:
“Venite et disperdamus eam de gente”.
Tu quoque, Madmen, conticesces, sequeturque te gladius.
2 δεν θελει εισθαι πλεον καυχημα εις τον Μωαβ? εν Εσεβων κακον εβουλευθησαν εναντιον αυτης? Ελθετε και ας εξαλειψωμεν αυτην απο του να ηναι εθνος? και συ, Μαδμεν, θελεις κατεδαφισθη? μαχαιρα θελει σε καταδιωξει.
3 Vox clamoris de Oronaim:
“Vastitas et contritio magna”.
3 Φωνη κραυγης απο Οροναιμ, λεηλασια και συντριμμα μεγα.
4 Contrita est Moab,
auditum fecerunt clamorem usque ad Segor.
4 Ο Μωαβ συνετριβη? τα παιδια αυτου εξεπεμψαν κραυγην.
5 Per ascensum enim Luith
plorans ascendit in fletu,
quoniam in descensu Oronaim
hostes ululatum contritionis audierunt:
5 Διοτι εις την αναβασιν της Λουειθ θελει υψωθη κλαυθμος επι κλαυθμον, επειδη εις την καταβασιν του Οροναιμ ηκουσαν οι εχθροι κραυγην συντριμματος.
6 “Fugite, salvate animas vestras
et eritis quasi myricae in deserto”.
6 Φυγετε, σωσατε την ζωην σας, και γενεσθε ως αγριομυρικη εν τη ερημω.
7 Pro eo enim quod habuisti fiduciam
in operibus tuis et in thesauris tuis,
tu quoque capieris;
et ibit Chamos in transmigrationem,
sacerdotes eius et principes eius simul.
7 Διοτι, επειδη ηλπισας επι τα οχυρωματα σου και επι τους θησαυρους σου, και συ αυτος θελεις πιασθη? και ο Χεμως θελει εξελθει εις αιχμαλωσιαν, οι ιερεις αυτου και οι αρχοντες αυτου ομου.
8 Et veniet praedo ad omnem urbem, et urbs nulla salvabitur;
et peribit vallis, et dissipabuntur campestria,
quoniam dixit Dominus.
8 Και θελει ελθει επι πασαν πολιν ο εξολοθρευτης, και πολις δεν θελει εκφυγει? η κοιλας οτι θελει απολεσθη και η πεδινη θελει αφανισθη, καθως ειπε Κυριος.
9 Date pennas ad volandum;
et civitates eius desertae erunt et inhabitabiles.
9 Δοτε πτερυγας εις τον Μωαβ, δια να πεταξη και να εκφυγη? διοτι αι πολεις αυτου θελουσιν ερημωθη, χωρις να υπαρχη ο κατοικων εν αυταις.
10 Maledictus, qui facit opus Domini neglegenter,
et maledictus, qui prohibet gladium suum a sanguine.
10 Επικαταρατος ο ποιων το εργον του Κυριου αμελως? και επικαταρατος ο αποσυρων την μαχαιραν αυτου απο αιματος.
11 Securus fuit Moab ab adulescentia sua
et requievit in faecibus suis
nec transfusus est de vase in vas
et in transmigrationem non abiit;
idcirco permansit gustus eius in eo,
et odor eius non est immutatus.
11 Ο Μωαβ εσταθη αταραχος εκ νεοτητος αυτου και ανεπαυετο επι την τρυγιαν αυτου και δεν εξεκενωθη απο αγγειον εις αγγειον ουδε υπηγεν εις αιχμαλωσιαν? δια τουτο η γευσις αυτου εμεινεν εις αυτον, και η οσμη αυτου δεν μετεβληθη.
12 Propterea, ecce, dies veniunt,
dicit Dominus,
et mittam ei stratores laguncularum;
et sternent eum
et vasa eius exhaurient
et lagunculas eorum collident.
12 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω αποστειλει επ' αυτον μετατοπιστας και θελουσι μετατοπισει αυτον? και θελουσιν εκκενωσει τα αγγεια αυτου και συντριψει τους πιθους αυτου.
13 Et confundetur Moab a Chamos, sicut confusa est domus Israel a Bethel, in quahabebat fiduciam.13 Και ο Μωαβ θελει αισχυνθη δια τον Χεμως, καθως ησχυνθη ο οικος Ισραηλ δια την Βαιθηλ την ελπιδα αυτων.
14 Quomodo dicitis: “Fortes sumus
et viri robusti ad proeliandum”?
14 Πως λεγετε, Ημεις ειμεθα ισχυροι και ανδρες δυνατοι εις πολεμον;
15 Vastata est Moab,
et ascenderunt civitates illius,
et electi iuvenes eius descenderunt in occisionem,
ait rex, Dominus exercituum nomen eius.
15 Ο Μωαβ ελεηλατηθη, και επυρποληθησαν αι πολεις αυτου, και οι εκλεκτοι νεοι αυτου κατεβησαν εις σφαγην, λεγει ο Βασιλευς, του οποιου το ονομα ειναι ο Κυριος των δυναμεων.
16 Prope est interitus Moab ut veniat,
et malum eius velociter accurret nimis.
16 Η συμφορα του Μωαβ πλησιαζει να ελθη, και η θλιψις αυτου σπευδει σφοδρα.
17 Lugete super eum,
omnes, qui estis in circuitu eius;
et universi, qui scitis nomen eius,
dicite: “Quomodo confracta est virga fortis,
baculus gloriosus?”.
17 Παντες οι κυκλω αυτου, θρηνησατε αυτον? και παντες οι γνωριζοντες το ονομα αυτου, ειπατε, Πως συνετριβη η δυνατη ραβδος, η ενδοξος βακτηρια.
18 Descende de gloria et sede in siti,
habitatrix filia Dibon,
quoniam vastator Moab ascendit ad te,
dissipavit munitiones tuas.
18 Θυγατηρ, η κατοικουσα εν Δαιβων, καταβα απο της δοξης και καθησον εν ανυδρω? διοτι ο λεηλατης του Μωαβ αναβαινει επι σε και θελει αφανισει τα οχυρωματα σου.
19 Ad viam sta et prospice,
habitatrix Aroer;
interroga fugientem
et eam, quae evasit.
Dic: “Quid accidit?”.
19 Η κατοικουσα εν Αροηρ, στηθι πλησιον της οδου και παρατηρησον? ερωτησον τον φευγοντα και την διασωζομενην και ειπε, Τι εγεινεν;
20 Confusus est Moab, quoniam victus est.
Ululate et clamate;
annuntiate in Arnon,
quoniam vastatus est Moab.
20 Ο Μωαβ κατησχυνθη? διοτι συνετριβη? ολολυξον και βοησον. αναγγειλατε εις Αρνων οτι ο Μωαβ ελεηλατηθη,
21 Et iudicium venit ad terram campestrem super Helon et super Iasa et superMephaath21 και κρισις ηλθεν επι την γην της πεδινης, επι Ωλων και επι Ιαασα και επι Μηφααθ,
22 et super Dibon et super Nabo et super Bethdeblathaim,22 και επι Δαιβων και επι Νεβω και επι Βαιθ-δεβλαθαιμ,
23 et superCariathaim et super Bethgamul et super Bethmaon23 και επι Κιριαθαιμ και επι Βαιθ-γαμουλ και επι Βαιθ-μεων,
24 et super Carioth et superBosra et super omnes civitates terrae Moab, quae longe et quae prope sunt.
24 και επι Κεριωθ και επι Βοσορρα και επι πασας τας πολεις της γης Μωαβ, τας μακραν και τας εγγυς.
25 Abscissum est cornu Moab,
et brachium eius contritum est,
ait Dominus.
25 Το κερας του Μωαβ συνεθλασθη και ο βραχιων αυτου συνετριβη, λεγει Κυριος.
26 Inebriate eum, quoniam contra Dominum erectus est; et allidet manum Moab invomitu suo, et erit in derisum etiam ipse.26 Μεθυσατε αυτον? διοτι εμεγαλυνθη κατα του Κυριου? και ο Μωαβ θελει κυλισθη εις τον εμετον αυτου και θελει εισθαι εις γελωτα και αυτος.
27 Nonne in derisum tibi fuit Israel?Num inter fures repertus est? Quotiescumque enim adversum illum loquebaris,caput movebas.
27 Διοτι μηπως ο Ισραηλ δεν εσταθη γελως εις σε; μηπως ευρεθη μεταξυ κλεπτων; διοτι οσακις ομιλεις περι αυτου, σκιρτας υπο χαρας.
28 Relinquite civitates et habitate in petra,
habitatores Moab,
et estote quasi columba nidificans
in parietibus apertae voraginis.
28 Κατοικοι του Μωαβ, καταλιπετε τας πολεις και κατοικησατε εν πετρα και γενεσθε ως περιστερα φωλευουσα εις τα πλαγια του στοματος του σπηλαιου.
29 Audivimus superbiam Moab,
superbus est valde;
sublimitatem eius et arrogantiam
et superbiam et altitudinem cordis eius.
29 Ηκουσαμεν την υπερηφανιαν του Μωαβ, του καθ' υπερβολην υπερηφανου? την υψηλοφροσυνην αυτου και την αλαζονειαν αυτου και την υπερηφανιαν αυτου και την επαρσιν της καρδιας αυτου.
30 Ego scio, ait Dominus, iactantiam eius, et quod non sint rectae fabulationes,nec recta fecerint.30 Εγω γνωριζω την μανιαν αυτου, λεγει Κυριος, πλην ουχι ουτω? τα ψευδη αυτου δεν θελουσι τελεσφορησει.
31 Ideo super Moab eiulabo et super Moab universam clamabo,super viros Cirhareseth plorabitur.
31 Δια τουτο θελω ολολυξει δια τον Μωαβ και θελω αναβοησει δια ολον τον Μωαβ? θελουσι θρηνολογησει δια τους ανδρας της Κιρ-ερες.
32 Plus quam in planctu Iazer plorabo tibi,
vinea Sabama;
propagines tuae transierunt mare,
usque ad Iazer pervenerunt.
Super messem tuam et vindemiam tuam
praedo irruit.
32 Αμπελε της Σιβμα, θελω κλαυσει δια σε υπερ τον κλαυθμον της Ιαζηρ? τα κληματα σου διεπεραααν την θαλασσαν, εφθασαν εως της θαλασσης της Ιαζηρ? ο λεηλατης επεπεσεν επι το θερος σου και επι τον τρυγητον σου.
33 Ablata est laetitia et exsultatio
de horto et de terra Moab,
et vinum de torcularibus sustuli;
nequaquam calcator uvae
solitum celeuma cantabit.
33 Και χαρα και αγαλλιασις εξηλειφθη απο της καρποφορου πεδιαδος και απο της γης Μωαβ? και αφηρεσα τον οινον απο των ληνων? ουδεις θελει ληνοπατησει αλαλαζων? αλαλαγμος δεν θελει ακουσθη.
34 De clamore Hesebon usque Eleale et Iasa dederunt vocem suam, a Segor usque adOronaim, ad Eglatselisiam; aquae quoque Nemrim pessimae erunt.34 Δια την κραυγην της Εσεβων, ητις εφθασεν εως Ελεαλη και εως Ιαας, αυτοι εδωκαν την φωνην αυτων απο Σηγωρ εως Οροναιμ ως δαμαλις τριετης? διοτι και τα υδατα του Νιμρειμ θελουσιν εκλειψει.
35 Et auferam deMoab, ait Dominus, offerentem in excelsis et sacrificantem diis eius.35 Και θελω παυσει εν τω Μωαβ, λεγει Κυριος, τον προσφεροντα ολοκαυτωμα εις τους υψηλους τοπους και τον θυμιαζοντα εις τους θεους αυτου.
36 Propterea cor meum ad Moab quasi tibia resonabit, et cor meum ad virosCirhareseth dabit sonitum tibiarum; quia depositum, quod acquisierunt, periit.36 Δια τουτο η καρδια μου θελει βομβησει δια τον Μωαβ ως αυλος και η καρδια μου θελει βομβησει ως αυλος δια τους ανδρας της Κιρ-ερες? διοτι τα αποκτηθεντα εις αυτην αγαθα απωλεσθησαν.
37 Omne enim caput calvitium et omnis barba rasa erit, in cunctis manibusincisiones et super lumbos cilicium.37 Διοτι πασα κεφαλη θελει εισθαι φαλακρα και πας πωγων εξυρισμενος? επι πασας τας χειρας θελουσιν εισθαι εντομαι και επι την οσφυν σακκος.
38 Super omnia tecta Moab et in plateiseius omnis planctus, quoniam contrivi Moab sicut vas, quod nemini placet, aitDominus.38 Επι παντα τα δωματα του Μωαβ και επι πασας τας πλατειας αυτου θρηνος θελει εισθαι? διοτι συνετριψα τον Μωαβ ως σκευος εν ω δεν υπαρχει χαρις, λεγει Κυριος.
39 Quomodo victa est, et ululaverunt? Quomodo vertit dorsum Moab etconfusus est? Eritque Moab in derisum et in terrorem omnibus in circuitu suo.
39 Ολολυξατε, λεγοντες, Πως συνετριβη? πως ο Μωαβ εστρεψε τα νωτα εν καταισχυνη? ουτως ο Μωαβ θελει εισθαι γελως και φρικη εις παντας τους περι αυτον.
40 Haec dicit Dominus:
Ecce quasi aquila volabit
et extendet alas suas ad Moab.
40 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, θελει πεταξει ως αετος, και θελει απλωσει τας πτερυγας αυτου επι τον Μωαβ.
41 Capta sunt oppida,
et munitiones comprehensae sunt,
et erit cor fortium Moab in die illa
sicut cor mulieris parturientis.
41 Η Κεριωθ εκυριευθη και τα οχυρωματα επιασθησαν, και αι καρδιαι των ισχυρων του Μωαβ θελουσιν εισθαι κατ' εκεινην την ημεραν ως καρδια γυναικος κοιλοπονουσης.
42 Et cessabit Moab esse populus,
quoniam contra Dominum gloriatus est.
42 Και ο Μωαβ θελει εξαλειφθη απο του να ηναι λαος, διοτι εμεγαλυνθη κατα του Κυριου.
43 Pavor et fovea et laqueus super te,
o habitator Moab,
dicit Dominus.
43 Φοβος και λακκος και παγις θελουσιν εισθαι επι σε, κατοικε του Μωαβ, λεγει Κυριος.
44 Qui fugerit a facie pavoris, cadet in foveam,
et, qui conscenderit de fovea, capietur laqueo;
adducam enim super Moab
annum visitationis eorum,
ait Dominus.
44 Ο εκφυγων απο του φοβου θελει πεσει εις τον λακκον, και ο αναβας εκ του λακκου θελει πιασθη εν τη παγιδι? διοτι θελω φερει επ' αυτον, επι τον Μωαβ, το ετος της επισκεψεως αυτων, λεγει Κυριος.
45 In umbra Hesebon steterunt sine viribus fugientes,
sed ignis egressus est de Hesebon,
et flamma de medio Sehon,
et devoravit tempora Moab
et verticem filiorum tumultus.
45 Οι φυγοντες εσταθησαν υπο την σκιαν της Εσεβων ητονημενοι? πυρ ομως θελει εξελθει εξ Εσεβων και φλοξ εκ μεσου της Σηων, και θελει καταφαγει το οριον του Μωαβ και την ακροπολιν των θορυβουντων πολεμιστων.
46 Vae tibi, Moab!
Periit populus Chamos,
quia comprehensi sunt filii tui
et filiae tuae in captivitatem.
46 Ουαι εις σε, Μωαβ? ο λαος του Χεμως απωλεσθη? διοτι οι υιοι σου επιασθησαν αιχμαλωτοι και αι θυγατερες σου αιχμαλωτοι.
47 Et convertam sortem Moab in novissimis diebus ”,
ait Dominus.
Hucusque iudicia Moab.
47 Αλλ' εγω θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν του Μωαβ εν ταις εσχαταις ημεραις, λεγει Κυριος. Μεχρι τουτου η κρισις του Μωαβ.