Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Geremia 15


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Et dixit Dominus ad me: “ Si steterit Moyses et Samuel co ram me, nonest anima mea ad populum istum; eice illos a facie mea, et egrediantur.1 Και ειπε Κυριος προς εμε, Και αν ο Μωυσης και ο Σαμουηλ ισταντο ενωπιον μου, η ψυχη μου δεν ηθελεν εισθαι υπερ του λαου τουτου? αποδιωξον αυτους απ' εμπροσθεν μου και ας εξελθωσι.
2 Quodsi dixerint ad te: “Quo egrediemur?”, dices ad eos: Haec dicit Dominus:
Qui ad mortem, ad mortem;
et qui ad gladium, ad gladium;
et qui ad famem, ad famem;
et qui ad captivitatem, ad captivitatem.
2 Και εαν ειπωσι προς σε, Που θελομεν εξελθει; τοτε θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος? Οσοι ειναι δια τον θανατον, εις θανατον? και οσοι δια την μαχαιραν, εις μαχαιραν? και οσοι δια την πειναν, εις πειναν? και οσοι δια την αιχμαλωσιαν, εις αιχμαλωσιαν.
3 Et mandabo super eos quattuor species, dicit Dominus: gladium ad occisionem etcanes ad lacerandum et volatilia caeli et bestias terrae ad devorandum etdissipandum.3 Και θελω επιφερει επ' αυτους τεσσαρα ειδη, λεγει Κυριος? την μαχαιραν δια σφαγην, και τους κυνας δια σπαραγμον, και τα πετεινα του ουρανου, και τα θηρια της γης, δια να καταφαγωσι και να αφανισωσι.
4 Et dabo eos in commotionem universis regnis terrae, propterManassem filium Ezechiae regem Iudae, super omnibus, quae fecit in Ierusalem.
4 Και θελω παραδωσει αυτους εις διασποραν εν πασι τοις βασιλειοις της γης? εξ αιτιας του Μανασση, υιου Εζεκιου βασιλεως του Ιουδα, δι' οσα επραξεν εν Ιερουσαλημ.
5 Quis enim miserebitur tui, Ierusalem,
aut quis contristabitur pro te,
aut quis ibit ad rogandum de pace tua?
5 Διοτι τις θελει σε οικτειρει, Ιερουσαλημ; η τις θελει σε συλλυπηθη; η τις θελει στραφη δια να ερωτηση, Πως εχεις;
6 Tu reppulisti me,
dicit Dominus,
retrorsum abiisti;
et extendi manum meam super te et interfeci te:
laboravi miserans.
6 Συ με εγκατελιπες, λεγει Κυριος, υπηγες εις τα οπισω? δια τουτο θελω εκτεινει την χειρα μου επι σε και θελω σε αφανισει? απεκαμον ελεων.
7 Et ventilavi eos ventilabro
in portis terrae;
orbavi et disperdidi populum meum:
a viis suis non sunt reversi.
7 Και θελω εκλικμησει αυτους με το λικμητηριον εν ταις πυλαις της γης? θελω ατεκνωσει αυτους, θελω αφανισει τον λαον μου, διοτι δεν επιστρεφουσιν απο των οδων αυτων.
8 Multiplicatae sunt mihi viduae eius
super arenam maris,
induxi eis super matrem
militem vastatorem meridie,
misi super eam repente
perturbationem et terrorem.
8 Αι χηραι αυτων επληθυνθησαν ενωπιον μου υπερ την αμμον της θαλασσης? εφερα επ' αυτους, επι τας μητερας των νεων, λεηλατην εν μεσημβρια? επεφερα επ' αυτας εξαιφνης ταραχας και τρομους.
9 Infirmata est, quae peperit septem,
exhalavit animam suam;
occidit ei sol, cum adhuc esset dies,
confusa est et erubuit,
et residuos eorum in gladium dabo
in conspectu inimicorum eorum ”,
ait Dominus.
9 Εκεινη, ητις εγεννησεν επτα, απεκαμε, παρεδωκε το πνευμα? ο ηλιος αυτης εδυσεν, ενω, ητο ετι ημερα? κατησχυνθη και εταραχθη? το δε υπολοιπον αυτων θελω παραδωσει εις την μαχαιραν εμπροσθεν των εχθρων αυτων, λεγει Κυριος.
10 Vae mihi, mater mea,
quoniam genuisti me virum rixae
et virum discordiae in universa terra!
Non feneravi, nec feneravit mihi quisquam;
omnes maledicunt mihi.
10 Ουαι εις εμε, μητερ μου, διοτι εγεννησας εμε ανδρα εριδος και ανδρα φιλονεικιας μεθ' ολης της γης. Ουτε ετοκισα ουτε με ετοκισαν? και ομως πας τις εξ αυτων με καταραται.
11 Amen, Domine, ministravi tibi in bonum,
intercessi apud te in tempore afflictionis
et in tempore tribulationis pro inimico.
11 Ο Κυριος λεγει, Βεβαιως το υπολοιπον σου θελει εισθαι καλον? βεβαιως θελω μεσιτευσει υπερ σου προς τον εχθρον εν καιρω συμφορας και εν καιρω θλιψεως.
12 Numquid frangitur ferro
ferrum aquilonis et aes?
12 Ο σιδηρος θελει συντριψει τον σιδηρον του βορρα και τον χαλκον;
13 “ Divitias tuas et thesauros tuos
in direptionem dabo gratis,
propter omnia peccata tua,
in omnibus terminis tuis.
13 Τα υπαρχοντα σου και τους θησαυρους σου θελω παραδωσει εις λεηλασιαν ανευ ανταλλαγματος, και τουτο δια πασας τας αμαρτιας σου και κατα παντα τα ορια σου.
14 Et servire te faciam inimicis tuis
in terra, quam nescis,
quia ignis succensus est in furore meo:
super vos ardebit ”.
14 Και θελω σε περασει μετα των εχθρων σου εις τοπον τον οποιον δεν γνωριζεις? διοτι πυρ εξηφθη εν τω θυμω μου, το οποιον θελει εκκαυθη καθ' υμων.
15 Tu scis, Domine;
recordare mei et visita me
et vindica me de his, qui persequuntur me;
noli in patientia tua abripere me,
scito quoniam sustinui pro te opprobrium.
15 Συ, Κυριε, γνωριζεις? ενθυμηθητι με και επισκεψαι με και εκδικησον με απο των καταδιωκοντων με? μη με αρπασης εν τη μακροθυμια σου? γνωρισον οτι δια σε υπεφερα ονειδισμον.
16 Inventi sunt sermones tui, et comedi eos,
et factum est mihi verbum tuum
in gaudium et in laetitiam cordis mei,
quoniam invocatum est nomen tuum super me,
Domine, Deus exercituum.
16 Καθως ευρεθησαν οι λογοι σου, κατεφαγον αυτους? και ο λογος σου ητο εν εμοι χαρα και αγαλλιασις της καρδιας μου? διοτι το ονομα σου εκληθη επ' εμε, Κυριε Θεε των δυναμεων.
17 Non sedi in concilio ludentium
et gloriatus sum;
a facie manus tuae solus sedebam,
quoniam indignatione replesti me.
17 Δεν εκαθησα εν συνεδριω χλευαστων και συνευφρανθην? εκαθησα μονος εξ αιτιας της χειρος σου? διοτι συ με ενεπλησας αδημονιας.
18 Quare factus est dolor meus perpetuus,
et plaga mea desperabilis renuit curari?
Factus es mihi quasi rivus mendax,
aquae infideles.
18 Δια τι ο πονος μου ειναι παντοτεινος και η πληγη μου ανιατος, μη θελουσα να ιατρευθη; θελεις εισθαι διολου εις εμε ως ψευστης και ως υδατα απατηλα;
19 Propter hoc haec dixit Dominus:
“ Si converteris, convertam te,
et ante faciem meam stabis;
et si separaveris pretiosum a vili,
quasi os meum eris;
convertentur ipsi ad te,
et tu non converteris ad eos.
19 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Εαν επιστρεψης, τοτε θελω σε αποκαταστησει παλιν, και θελεις ιστασθαι ενωπιον μου? και εαν αποχωρισης το τιμιον απο του αχρειου, θελεις εισθαι ως το στομα μου? αυτοι ας επιστρεψωσι προς σε, αλλα συ με επιστρεψης προς αυτους.
20 Et dabo te populo huic
in murum aereum fortem;
et bellabunt adversum te
et non praevalebunt,
quia ego tecum sum,
ut salvem te et eruam te,
dicit Dominus.
20 Και θελω σε καμει προς τουτον τον λαον οχυρον χαλκουν τειχος? και θελουσι σε πολεμησει, αλλα δεν θελουσιν υπερισχυσει εναντιον σου, διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε σωζω και να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.
21 Et liberabo te de manu pessimorum
et redimam te de manu fortium ”.
21 Και θελω σε ελευθερωσει εκ της χειρος των πονηρων και θελω σε λυτρωσει εκ της χειρος των καταδυναστευοντων.