Qoelet 1
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NOVA VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Verba Ecclesiastes filii David regis Ierusalem.” | 1 Λογοι του Εκκλησιαστου, υιου του Δαβιδ, βασιλεως εν Ιερουσαλημ. |
2 “ Vanitas vanitatum, dixit Ecclesiastes, vanitas vanitatum et omnia vanitas ”. | 2 Ματαιοτης ματαιοτητων, ειπεν ο Εκκλησιαστης? ματαιοτης ματαιοτητων, τα παντα ματαιοτης. |
3 Quid lucri est homini de universo labore suo, quo laborat sub sole? | 3 Τις ωφελεια εις τον ανθρωπον εκ παντος του μοχθου αυτου, τον οποιον μοχθει υπο τον ηλιον; |
4 Generatio praeterit, et generatio advenit, terra autem in aeternum stat. | 4 Γενεα υπαγει, και γενεα ερχεται? η δε γη διαμενει εις τον αιωνα. |
5 Oritur sol, et occidit sol et ad locum suum anhelat ibique renascitur. | 5 Και ανατελλει ο ηλιος, και δυει ο ηλιος? και σπευδει προς τον τοπον αυτου, οθεν ανετειλεν. |
6 Gyrat per meridiem et flectitur ad aquilonem, lustrans universa in circuitu pergit spiritus et in circulos suos revertitur. | 6 Υπαγει προς τον νοτον ο ανεμος, και επιστρεφει προς τον βορραν? ακαταπαυστως περιστρεφομενος υπαγει, και επανερχεται επι τους κυκλους αυτου, ο ανεμος. |
7 Omnia flumina pergunt ad mare, et mare non redundat; ad locum, unde exeunt, flumina illuc revertuntur in cursu suo. | 7 Παντες οι ποταμοι υπαγουσιν εις την θαλασσαν, και η θαλασσα ποτε δεν γεμιζει? εις τον τοπον οθεν ρεουσιν οι ποταμοι, εκει παλιν επιστρεφουσι, δια να υπαγωσι. |
8 Cunctae res difficiles; non potest eas homo explicare sermone. Non saturatur oculus visu, nec auris auditu impletur. | 8 Παντα τα πραγματα ειναι εν κοπω? δεν δυναται ανθρωπος να εκφραση τουτο? ο οφθαλμος δεν χορταινει βλεπων, και το ωτιον δεν γεμιζει ακουον. |
9 Quod fuit, ipsum est, quod futurum est. Quod factum est, ipsum est, quod faciendum est: | 9 Ο, τι εγεινε, τουτο παλιν θελει γεινει? και ο, τι συνεβη, τουτο παλιν θελει συμβη? και δεν ειναι ουδεν νεον υπο τον ηλιον. |
10 nihil sub sole novum. Si de quadam re dicitur: “ Ecce hoc novum est ”, iam enim praecessit in saeculis, quae fuerunt ante nos. | 10 Υπαρχει πραγμα, περι του οποιου δυναται τις να ειπη, Ιδε, τουτο ειναι νεον; τουτο εγεινεν ηδη εις τους αιωνας οιτινες υπηρξαν προ ημων. |
11 Non est priorum memoria, sed nec eorum quidem, qui postea futuri sunt, erit recordatio apud eos, qui futuri sunt in novissimo. | 11 Δεν ειναι μνημη των προγεγονοτων, ουδε θελει εισθαι μνημη των επιγενησομενων μετα ταυτα, εις τους μελλοντας να υπαρξωσιν επειτα. |
12 Ego Ecclesiastes fui rex Israel in Ierusalem | 12 Εγω ο Εκκλησιαστης εσταθην βασιλευς επι τον Ισραηλ εν Ιερουσαλημ? |
13 et proposui in animo meoquaerere et investigare sapienter de omnibus, quae fiunt sub sole. Hancoccupationem pessimam dedit Deus filiis hominum, ut occuparentur in ea. | 13 και εδωκα την καρδιαν μου εις το να εκζητησω και να ερευνησω δια της σοφιας περι παντων των γινομενων υπο τον ουρανον? τον οχληρον τουτον περισπασμον ο Θεος εδωκεν εις τους υιους των ανθρωπων, δια να μοχθωσιν εν αυτω. |
14 Vidicuncta, quae fiunt sub sole; et ecce universa vanitas et afflictio spiritus. | 14 Ειδον παντα τα εργα τα γινομενα υπο τον ηλιον, και ιδου, τα παντα ματαιοτης και θλιψις πνευματος. |
15 Quod est curvum, rectum fieri non potest; et, quod deficiens est, numerari non potest. | 15 Το στρεβλον δεν δυναται να γεινη ευθες, και αι ελλειψεις δεν δυνανται να αριθμηθωσιν. |
16 Locutus sum ego in corde meo dicens: “ Ecce ego magnificavi et apposuisapientiam super omnes, qui fuerunt ante me in Ierusalem; et mens meacontemplata est multam sapientiam et scientiam ”. | 16 Εγω ελαλησα εν τη καρδια μου λεγων, Ιδου, εγω εμεγαλυνθην και ηυξηνθην εις σοφιαν υπερ παντας τους υπαρξαντας προ εμου εν Ιερουσαλημ, και η καρδια μου απηλαυσε πολλην σοφιαν και γνωσιν. |
17 Dedique cor meum, utscirem sapientiam et scientiam, insipientiam et stultitiam. Et agnovi quod inhis quoque esset afflictio spiritus, eo quod | 17 Και εδωκα την καρδιαν μου εις το να γνωριση σοφιαν και εις το να γνωριση ανοησιαν και αφροσυνην? πλην εγνωρισα οτι και τουτο ειναι θλιψις πνευματος. |
18 in multa sapientia multus sit maeror; et, qui addit scientiam, addit et laborem. | 18 Διοτι εν πολλη σοφια ειναι πολλη λυπη? και οστις προσθετει γνωσιν, προσθετει πονον. |