Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Secondo libro dei Maccabei 8


font
BIBBIA MARTINILXX
1 A Giuda Maccabeo, e quelli, che si stavano con lui, andavan segretamente pei castelli, e convocando i parenti e gli amici, e prendendo seco quelli, che si erano tenuti costanti nel Giudaismo, messer insieme fino a sei mila uomini.1 ιουδας δε ο και μακκαβαιος και οι συν αυτω παρεισπορευομενοι λεληθοτως εις τας κωμας προσεκαλουντο τους συγγενεις και τους μεμενηκοτας εν τω ιουδαισμω προσλαμβανομενοι συνηγαγον εις εξακισχιλιους
2 E invocavano il Signore, affinchè volgesse il suo sguardo a quel popolo calpestato da tutti, e avesse pietà del suo tempio profanato dagli empj.2 και επεκαλουντο τον κυριον επιδειν τον υπο παντων καταπατουμενον λαον οικτιραι δε και τον ναον τον υπο των ασεβων ανθρωπων βεβηλωθεντα
3 E avesse compassione dello sterminio della città, la quale ben presto sarebbe agguagliata al suolo, e ascoltasse la voce del sangue, che alzava le grida a lui:3 ελεησαι δε και την καταφθειρομενην πολιν και μελλουσαν ισοπεδον γινεσθαι και των καταβοωντων προς αυτον αιματων εισακουσαι
4 E si ricordasse della ingiustissima strage de' pargoletti innocenti, e delle bestemmie scagliate contro il suo nome, e ne facesse vendetta.4 μνησθηναι δε και της των αναμαρτητων νηπιων παρανομου απωλειας και περι των γενομενων εις το ονομα αυτου βλασφημιων και μισοπονηρησαι
5 Ma Maccabeo, radunata molta gente, si rendeva terribile alle nazioni: perocché l'ira del Signore si volse in misericordia.5 γενομενος δε ο μακκαβαιος εν συστεματι ανυποστατος ηδη τοις εθνεσιν εγινετο της οργης του κυριου εις ελεον τραπεισης
6 Ed egli giungendo repentinamente sopra i castelli, e le città, vi metteva il fuoco, e occupando i siti vantaggiosi faceva stragi non piccole de' nemici:6 πολεις δε και κωμας απροσδοκητως ερχομενος ενεπιμπρα και τους επικαιρους τοπους απολαμβανων ουκ ολιγους των πολεμιων τροπουμενος
7 Principalmente di notte tempo faceva egli queste scorrerie, e la fama del suo valore si spargeva per ogni dove.7 μαλιστα τας νυκτας προς τας τοιαυτας επιβολας συνεργους ελαμβανεν και λαλια της ευανδριας αυτου διηχειτο πανταχη
8 Ma Filippo veggendo, che quest'uomo appoco appoco andava facendo progressi, e che il più delle volte le cose gli riuscivan felicemente, scrìsse a Tolomeo Governatore della Celesiria, e della Fenicia, che mandasse aiuti per sostenere il partito del re.8 συνορων δε ο φιλιππος κατα μικρον εις προκοπην ερχομενον τον ανδρα πυκνοτερον δε εν ταις ευημεριαις προβαινοντα προς πτολεμαιον τον κοιλης συριας και φοινικης στρατηγον εγραψεν επιβοηθειν τοις του βασιλεως πραγμασιν
9 E quegli mandò speditamente Nicanore di Patroclo, uno dei principali signori, e suo amico, dandogli non meno di venti mila armati di varie nazioni, affinchè sterminasse tutta la stirpe Giudea, unendo con lui anche Gorgia uomo di guerra, e molto sperimentato nelle imprese militari.9 ο δε ταχεως προχειρισαμενος νικανορα τον του πατροκλου των πρωτων φιλων απεστειλεν υποταξας παμφυλων εθνη ουκ ελαττους των δισμυριων το συμπαν της ιουδαιας εξαραι γενος συνεστησεν δε αυτω και γοργιαν ανδρα στρατηγον και εν πολεμικαις χρειαις πειραν εχοντα
10 E Nicanore fece il conto di supplire al tributo di duemila talenti, che il re dovea dare ai Romani, colla vendita degli schiavi Giudei:10 διεστησατο δε ο νικανωρ τον φορον τω βασιλει τοις ρωμαιοις οντα ταλαντων δισχιλιων εκ της των ιουδαιων αιχμαλωσιας εκπληρωσειν
11 E tosto mandò pelle città marittime a invitare alla compra di schiavi Ebrei promettendo di dare novanta schiavi per un talento, senza riflettere al gastigo dell'Onnipotente, che dovea piombare sopra di lui.11 ευθεως δε εις τας παραθαλασσιους πολεις απεστειλεν προκαλουμενος επ' αγορασμον ιουδαιων σωματων υπισχνουμενος ενενηκοντα σωματα ταλαντου παραχωρησειν ου προσδεχομενος την παρα του παντοκρατορος μελλουσαν παρακολουθησειν επ' αυτω δικην
12 Ma Giuda subito che ne fu informato fece sapere a' Giudei, che eran seco, la venuta di Nicanore.12 τω δε ιουδα προσεπεσεν περι της του νικανορος εφοδου και μεταδοντος τοις συν αυτω την παρουσιαν του στρατοπεδου
13 De' quali alcuni paurosi non fidandosi della giustizia di Dio, si davano a fuggire:13 οι δειλανδρουντες και απιστουντες την του θεου δικην διεδιδρασκον εαυτους και εξετοπιζον
14 Altri poi vendevano tutto quel, che lor rimaneva, e insieme pregavano il Signore, che gli liberasse dall'empio Nicanore, il quale prima di averli veduti in viso gli avea venduti:14 οι δε τα περιλελειμμενα παντα επωλουν ομου δε τον κυριον ηξιουν ρυσασθαι τους υπο του δυσσεβους νικανορος πριν συντυχειν πεπραμενους
15 E ciò facesse se non per amore di essi, almen per riguardo al testamento fatto in favore de' padri loro, e perché dal nome di lui grande, e magnifico avean essi nome.15 και ει μη δι' αυτους αλλα δια τας προς τους πατερας αυτων διαθηκας και ενεκα της επ' αυτους επικλησεως του σεμνου και μεγαλοπρεπους ονοματος αυτου
16 Or Maccabeo, raunati i settemila uomini, che eran con lui, gli scongiurò di non venire a patti co' nemici, e a non temere la moltitudine di quelli, che venivano contro di loro, ma combattessero virilmente,16 συναγαγων δε ο μακκαβαιος τους περι αυτον οντας αριθμον εξακισχιλιους παρεκαλει μη καταπλαγηναι τοις πολεμιοις μηδε ευλαβεισθαι την των αδικως παραγινομενων επ' αυτους εθνων πολυπληθειαν αγωνισασθαι δε γενναιως
17 Mettendosi davanti agli occhi le indegnità commesse da quelli contro del luogo santo, e le ingiurie, e gli insulti fatti alla città, e le instituzioni stesse de' maggiori abolite.17 προ οφθαλμων λαβοντας την ανομως εις τον αγιον τοπον συντετελεσμενην υπ' αυτων υβριν και τον της εμπεπαιγμενης πολεως αικισμον ετι δε την της προγονικης πολιτειας καταλυσιν
18 Imperocché quelli nelle armi confidano (diss'egli), e nell'audacia; ma noi nel Signore onnipotente confidiamo, il quale può ad un cenno e questi, che vengono contro di noi, e il mondo tutto distruggere:18 οι μεν γαρ οπλοις πεποιθασιν αμα και τολμαις εφησεν ημεις δε επι τω παντοκρατορι θεω δυναμενω και τους ερχομενους εφ' ημας και τον ολον κοσμον ενι νευματι καταβαλειν πεποιθαμεν
19 E rammentò loro come Dio avea soccorsi i padri loro, e come a tempo, di Sennacherib perirono cento ottantacinque mila uomini:19 προσαναλεξαμενος δε αυτοις και τας επι των προγονων γενομενας αντιλημψεις και την επι σενναχηριμ εκατον ογδοηκοντα πεντε χιλιαδες ως απωλοντο
20 E come nella guerra contro i Calati in Babilonia, allorché si venne alle mani, i Macedoni confederati essendo disanimati, eglino soli in numero di sei mila uccisero cento venti mila uomini mediante l'aiuto dato loro dal cielo, e perciò ottennero grandissimi privilegj.20 και την εν τη βαβυλωνια την προς τους γαλατας παραταξιν γενομενην ως οι παντες επι την χρειαν ηλθον οκτακισχιλιοι συν μακεδοσιν τετρακισχιλιοις των μακεδονων απορουμενων οι οκτακισχιλιοι τας δωδεκα μυριαδας απωλεσαν δια την γινομενην αυτοις απ' ουρανου βοηθειαν και ωφελειαν πολλην ελαβον
21 Tali ragionamenti li renderon costanti, e pronti a morire per le leggi, e per la patria.21 εφ' οις ευθαρσεις αυτους παραστησας και ετοιμους υπερ των νομων και της πατριδος αποθνησκειν τετραμερες τι το στρατευμα εποιησεν
22 Egli pertanto diede il comando di una parte de' soldati a ciascuno de' suoi fratelli, Simone, Giuseppe, e Gionata, assegnando loro mille cinquecento uomini per ciascheduno.22 ταξας και τους αδελφους αυτου προηγουμενους εκατερας ταξεως σιμωνα και ιωσηπον και ιωναθην υποταξας εκαστω χιλιους προς τοις πεντακοσιοις
23 E oltre a ciò lesse ad essi Esdra il libro santo, e dato per segno l'aiuto di Dio, stando egli stesso alla testa dell'esercito, attaccò la zuffa con Nicanore.23 ετι δε και ελεαζαρον παραναγνους την ιεραν βιβλον και δους συνθημα θεου βοηθειας της πρωτης σπειρας αυτος προηγουμενος συνεβαλε τω νικανορι
24 E aiutati dall'Onnipotente uccisero più di nove mila uomini, e messero in fuga l'esercito di Nicanore, la maggior parte rifinito per le ferite.24 γενομενου δε αυτοις του παντοκρατορος συμμαχου κατεσφαξαν των πολεμιων υπερ τους ενακισχιλιους τραυματιας δε και τοις μελεσιν αναπειρους το πλειον μερος της του νικανορος στρατιας εποιησαν παντας δε φυγειν ηναγκασαν
25 E tolto il denaro di quelli che eran venuti per comperarli, inseguirono il nemico per lungo tratto.25 τα δε χρηματα των παραγεγονοτων επι τον αγορασμον αυτων ελαβον συνδιωξαντες δε αυτους εφ' ικανον ανελυσαν υπο της ωρας συγκλειομενοι
26 Ma stretti dall'ora tarda tornaron indietro, perche era la vigilia del sabato, e perciò non continuarono ad inseguirli.26 ην γαρ η προ του σαββατου δι' ην αιτιαν ουκ εμακροτονησαν κατατρεχοντες αυτους
27 Ma raunate le armi, e le spoglie dei nemici, celebrarono il sabato, bene dicendo il Signore, il quale gli avea quel dì liberati, gettando sopra di essi una stilla di sua misericordia.27 οπλολογησαντες δε αυτους και τα σκυλα εκδυσαντες των πολεμιων περι το σαββατον εγινοντο περισσως ευλογουντες και εξομολογουμενοι τω κυριω τω διασωσαντι εις την ημεραν ταυτην αρχην ελεους ταξαντος αυτοις
28 E dopo il sabato fecer parte delle spoglie agli stroppiati, agli orfani, e alle vedove, e il rimanente fu per loro, e pella loro gente.28 μετα δε το σαββατον τοις ηκισμενοις και ταις χηραις και ορφανοις μερισαντες απο των σκυλων τα λοιπα αυτοι και τα παιδια διεμερισαντο
29 Dopo tali cose fatta in comune l'orazione pregavano il misericordioso Signore, che si placasse per sempre co' servi suoi.29 ταυτα δε διαπραξαμενοι και κοινην ικετειαν ποιησαμενοι τον ελεημονα κυριον ηξιουν εις τελος καταλλαγηναι τοις αυτου δουλοις
30 Ed essendo stati assaliti dall'esercito di Timoteo, e di Bacehide, ne uccisero più di venti mila uomini, e si impadronirono di altissime fortezze, e fecero gran bottino, dandone ugual porzione agli invalidi, ai pupilli, e alle vedove, e anche ai vecchi.30 και τοις περι τιμοθεον και βακχιδην συνερισαντες υπερ τους δισμυριους αυτων ανειλον και οχυρωματων υψηλων ευ μαλα εγκρατεις εγενοντο και λαφυρα πλειονα εμερισαντο ισομοιρους αυτοις και τοις ηκισμενοις και ορφανοις και χηραις ετι δε και πρεσβυτεροις ποιησαντες
31 E raunate tutte le armi de' nemici diligentemente, le riposero in luoghi opportuni; il resto poi delle spoglie le portarono a Gerusalemme:31 οπλολογησαντες δε αυτους επιμελως παντα συνεθηκαν εις τους επικαιρους τοπους τα δε λοιπα των σκυλων ηνεγκαν εις ιεροσολυμα
32 E fecer morire Filarche, che avea seguitato Timoteo, ed era uomo scellerato, che molto male avea fatto a' Giudei.32 τον δε φυλαρχην των περι τιμοθεον ανειλον ανοσιωτατον ανδρα και πολλα τους ιουδαιους επιλελυπηκοτα
33 E quando furono in Gerusalemme a render grazie per la vittoria, essendosi quel Callistene, che avea brugiate le porte sante, rifugiato in una certa casa, ve l'abbrugiarono, rendendogli giusta mercede delle sue empietà.33 επινικια δε αγοντες εν τη πατριδι τους εμπρησαντας τους ιερους πυλωνας και καλλισθενην υφηψαν εις εν οικιδιον πεφευγοτα και τον αξιον της δυσσεβειας εκομισατο μισθον
34 E lo scelleratissiino Nicanore, il quale avea condotti seco mille mercatanti per vender loro i Giudei,34 ο δε τρισαλιτηριος νικανωρ ο τους χιλιους εμπορους επι την πρασιν των ιουδαιων αγαγων
35 Umiliato col divino aiuto da quelli, ch'ei credeva uomini da nulla, deposte le splendide vesti fuggendo dalla parte del mare, arrivò solo ad Antiochia, ridotto a somma infelicità per la distruzione del suo esercito.35 ταπεινωθεις υπο των κατ' αυτον νομιζομενων ελαχιστων ειναι τη του κυριου βοηθεια την δοξικην αποθεμενος εσθητα δια της μεσογειου δραπετου τροπον ερημον εαυτον ποιησας ηκεν εις αντιοχειαν υπερ απαν ευημερηκως επι τη του στρατου διαφθορα
36 Ed egli che avea promesso di pagare il tributo a' Romani colla vendita i degli schiavi Gerosolimitani, adesso dicea pubblicamente, che i Giudei avean, Dio per protettore, ed erano invulnerabili, perché seguivan le leggi date da lui.36 και ο τοις ρωμαιοις αναδεξαμενος φορον απο της των εν ιεροσολυμοις αιχμαλωσιας κατορθωσασθαι κατηγγελλεν υπερμαχον εχειν τους ιουδαιους και δια τον τροπον τουτον ατρωτους ειναι τους ιουδαιους δια το ακολουθειν τοις υπ' αυτου προτεταγμενοις νομοις