Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaia 33


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 Guai a te, che devasti e non sei stato devastato,
che saccheggi e non sei stato saccheggiato:
sarai devastato, quando avrai finito di devastare,
ti saccheggeranno, quando avrai finito di saccheggiare.
1 Ουαι εις σε, οστις πορθεις και δεν επορθηθης? και καταδυναστευεις και δεν κατεδυναστευθης? οταν παυσης πορθων, θελεις πορθηθη? οταν τελειωσης καταδυναστευων, θελεις καταδυναστευθη.
2 Signore, pietà di noi, in te speriamo;
sii il nostro braccio ogni mattina,
nostra salvezza nel tempo dell'angoscia.
2 Κυριε, ελεησον ημας? σε προσμενομεν? εσο βραχιων αυτων καθ' εκαστην πρωιαν και σωτηρια ημων εν καιρω θλιψεως.
3 Al rumore della tua minaccia fuggono i popoli,
quando ti levi si disperdono le nazioni.
3 Απο της φωνης του θορυβου οι λαοι εφυγον? απο της ανυψωσεως σου τα εθνη διεσκορπισθησαν.
4 Si ammucchia la preda come si ammucchiano le cavallette
vi si precipita sopra come vi si precipitano le locuste.
4 Και τα λαφυρα σας θελουσι συναχθη, καθως συναγουσιν οι βρουχοι? θελουσι πηδησει επ' αυτον, καθως η ακρις πηδα εδω και εκει.
5 Eccelso è il Signore poiché dimora lassù;
egli riempie Sion di diritto e di giustizia.
5 Ο Κυριος υψωθη? διοτι κατοικει εν υψηλοις? ενεπλησε την Σιων κρισεως και δικαιοσυνης.
6 C'è sicurezza nelle sue leggi,
ricchezze salutari sono sapienza e scienza;
il timore di Dio è il suo tesoro.
6 Σοφια δε και επιστημη θελουσιν εισθαι η στερεωσις των καιρων σου και η σωτηριος δυναμις? ο φοβος του Κυριου, αυτος ειναι ο θησαυρος αυτου.
7 Ecco gli araldi gridano di fuori,
i messaggeri di pace piangono amaramente.
7 Ιδου, οι ανδρειοι αυτων θελουσι βοησει εξωθεν, και οι πρεσβεις της ειρηνης θελουσι κλαυσει πικρως.
8 Sono deserte le strade,
non c'è chi passi per la via.
Egli ha violato l'alleanza,
ha respinto i testimoni,
non si è curato di alcuno.
8 Αι οδοι ηρημωθησαν, οι οδοιποροι επαυσαν? διελυσε την συνθηκην, απεβαλε τας πολεις, δεν λογιζεται ανθρωπον.
9 La terra è in lutto e piena di squallore,
si scolora il Libano e intristisce;
la pianura di Saron è simile a una steppa,
brulli sono il Basan e il Carmelo.
9 Η γη πενθει, μαραινεται? ο Λιβανος αισχυνεται, κατακοπτεται? ο Σαρων ομοιαζει ερημον? και η Βασαν και ο Καρμηλος κατετιναχθησαν.
10 "Ora mi alzerò", dice il Signore,
"ora mi innalzerò, ora mi esalterò.
10 Τωρα θελω σηκωθη, λεγει Κυριος? τωρα θελω υψωθη, τωρα θελω μεγαλυνθη.
11 Avete concepito fieno, partorirete paglia;
il mio soffio vi divorerà come fuoco.
11 Χνουν θελετε συλλαβει και αχυρον θελετε γεννησει? η πνοη σας ως πυρ θελει σας καταφαγει.
12 I popoli saranno fornaci per calce,
spini tagliati da bruciare nel fuoco.
12 Και οι λαοι θελουσιν εισθαι ως καυσεις ασβεστου? ως ακανθαι κεκομμεναι θελουσι καυθη εν πυρι.
13 Sentiranno i lontani quanto ho fatto,
sapranno i vicini qual è la mia forza".
13 Οι μακραν, ακουσατε τι εκαμον? και σεις οι πλησιον, γνωρισατε την δυναμιν μου.
14 Hanno paura in Sion i peccatori,
lo spavento si è impadronito degli empi.
"Chi di noi può abitare presso un fuoco divorante?
Chi di noi può abitare tra fiamme perenni?".
14 Οι αμαρτωλοι εν Σιων θελουσι τρομαξει? τρομος θελει καταλαβει τους υποκριτας, ωστε θελουσι λεγει, Τις μεταξυ ημων θελει κατοικησει μετα του κατατρωγοντος πυρος; τις μεταξυ ημων θελει κατοικησει μετα των αιωνιων καυσεων;
15 Chi cammina nella giustizia e parla con lealtà,
chi rigetta un guadagno frutto di angherie,
scuote le mani per non accettare regali,
si tura gli orecchi per non udire fatti di sangue
e chiude gli occhi per non vedere il male:
15 Ο περιπατων εν δικαιοσυνη και ο λαλων εν ευθυτητι? ο καταφρονων το κερδος των δυναστευσεων, ο σειων τας χειρας αυτου απο δωροληψιας, ο εμφραττων τα ωτα αυτου δια να μη ακουη περι αιματος, και ο κλειων τους οφθαλμους αυτου δια να μη ιδη το κακον?
16 costui abiterà in alto,
fortezze sulle rocce saranno il suo rifugio,
gli sarà dato il pane, avrà l'acqua assicurata.

16 ουτος θελει κατοικησει εν τοις υψηλοις? οι τοποι της υπερασπισεως αυτου θελουσιν εισθαι τα οχυρωματα των βραχων? αρτος θελει δοθη εις αυτον? το υδωρ αυτου θελει εισθαι βεβαιον?
17 I tuoi occhi vedranno un re nel suo splendore,
contempleranno un paese sconfinato.
17 Οι οφθαλμοι σου θελουσιν ιδει τον βασιλεα εν τη ωραιοτητι αυτου? θελουσιν ιδει την γην την μακραν.
18 Il tuo cuore si chiederà nei suoi terrori:
"Dov'è colui che registra?
Dov'è colui che pesa il denaro?
Dov'è colui che ispeziona le torri?".
18 Η καρδια σου θελει μελετα τον παρελθοντα τρομον, φωναζουσα, Που ειναι ο γραμματευς; που ο συζητητης; που ο λογιστης των πυργων;
19 Non vedrai più quel popolo straniero,
popolo dal linguaggio oscuro, incomprensibile,
dalla lingua barbara che non si capisce.
19 δεν θελεις ιδει λαον αγριον, λαον βαθειας φωνης, ωστε να μη διακρινης? τραυλιζουσης γλωσσης, ωστε να μη εννοης.
20 Guarda Sion,
la città delle nostre feste!
I tuoi occhi vedranno Gerusalemme,
dimora tranquilla, tenda che non sarà più rimossa,
i suoi paletti non saranno divelti,
nessuna delle sue cordicelle sarà strappata.
20 Αναβλεψον εις την Σιων, την πολιν των εορτων ημων? οι οφθαλμοι σου θελουσιν ιδει την Ιερουσαλημ ησυχον κατοικιαν, σκηνην ητις δεν θελει καταβιβασθη? οι πασσαλοι αυτης δεν θελουσι μετακινηθη εις τον αιωνα και ουδεν εκ των σχοινιων αυτης θελει κοπη.
21 Poiché se là c'è un potente,
noi abbiamo il Signore,
al posto di fiumi e larghi canali;
non ci passerà nave a remi
né l'attraverserà naviglio più grosso.
21 Αλλ' εκει ο Κυριος της δοξης θελει εισθαι εις ημας τοπος πλατεων ποταμων και ρευματων? εκει δεν θελει εισελθει πλοιον δια κωπιων ουτε ναυς μεγαλοπρεπης θελει περασει εκειθεν.
22 Poiché il Signore è nostro giudice,
il Signore è nostro legislatore,
il Signore è nostro re;
egli ci salverà.
22 Διοτι ο Κυριος ειναι ο κριτης ημων? ο Κυριος ειναι ο νομοθετης ημων? ο Κυριος ειναι ο βασιλευς ημων? αυτος θελει σωσει ημας.
23 Τα σχοινια σου εχαυνωθησαν? δεν δυνανται να στερεωσωσι το καταρτιον αυτων, δεν δυνανται να εξαπλωσωσι τα πανια? τοτε λεια μεγαλων λαφυρων θελει διαμερισθη? οι χωλοι θελουσι διαρπασει την λειαν.
24 Nessuno degli abitanti dirà:
"Io sono malato";
il popolo che vi dimora
è stato assolto dalle sue colpe.
24 Και ο κατοικος δεν θελει λεγει, Ητονησα? ο λαος ο κατοικων εν αυτη θελει λαβει αφεσιν ανομιας.