Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Livro de Jó 30


font
SAGRADA BIBLIALXX
1 Agora zombam de mim os mais jovens do que eu, aqueles cujos pais eu desdenharia de colocar com os cães de meu rebanho.1 νυνι δε κατεγελασαν μου ελαχιστοι νυν νουθετουσιν με εν μερει ων εξουδενουν πατερας αυτων ους ουχ ηγησαμην ειναι αξιους κυνων των εμων νομαδων
2 Que faria eu com o vigor de seus braços? Não atingirão a idade madura.2 και γε ισχυς χειρων αυτων ινα τι μοι επ' αυτους απωλετο συντελεια
3 Reduzidos a nada pela miséria e a fome, roem um solo árido e desolado.3 εν ενδεια και λιμω αγονος οι φευγοντες ανυδρον εχθες συνοχην και ταλαιπωριαν
4 Colhem ervas e cascas dos arbustos, por pão têm somente a raiz das giestas.4 οι περικλωντες αλιμα επι ηχουντι οιτινες αλιμα ην αυτων τα σιτα ατιμοι δε και πεφαυλισμενοι ενδεεις παντος αγαθου οι και ριζας ξυλων εμασωντο υπο λιμου μεγαλου
5 São postos para fora do povo, gritam com eles como se fossem ladrões,5 επανεστησαν μοι κλεπται
6 moram em barrancos medonhos, em buracos de terra e de rochedos.6 ων οι οικοι αυτων ησαν τρωγλαι πετρων
7 Ouvem-se seus gritos entre os arbustos, amontoam-se debaixo das urtigas,7 ανα μεσον ευηχων βοησονται οι υπο φρυγανα αγρια διητωντο
8 filhos de infames e de gente sem nome que são expulsos da terra!8 αφρονων υιοι και ατιμων ονομα και κλεος εσβεσμενον απο γης
9 Agora sou o assunto de suas canções, o tema de seus escárnios;9 νυνι δε κιθαρα εγω ειμι αυτων και εμε θρυλημα εχουσιν
10 afastam-se de mim com horror, não receiam cuspir-me no rosto.10 εβδελυξαντο δε με αποσταντες μακραν απο δε προσωπου μου ουκ εφεισαντο πτυελον
11 Desamarraram a corda para humilhar-me, sacudiram de si todo o freio diante de mim.11 ανοιξας γαρ φαρετραν αυτου εκακωσεν με και χαλινον του προσωπου μου εξαπεστειλαν
12 À minha direita levanta-se a raça deles, tentam atrapalhar meus pés, abrem diante de mim o caminho da sua desgraça.12 επι δεξιων βλαστου επανεστησαν ποδα αυτων εξετειναν και ωδοποιησαν επ' εμε τριβους απωλειας αυτων
13 Cortam minha vereda para me perder, trabalham para minha ruína.13 εξετριβησαν τριβοι μου εξεδυσεν γαρ μου την στολην
14 Penetram como por uma grande brecha, irrompem entre escombros.14 βελεσιν αυτου κατηκοντισεν με κεχρηται μοι ως βουλεται εν οδυναις πεφυρμαι
15 O pavor me invade. Minha esperança é varrida como se fosse pelo vento, minha felicidade passa como uma nuvem.15 επιστρεφονται δε μου αι οδυναι ωχετο μου η ελπις ωσπερ πνευμα και ωσπερ νεφος η σωτηρια μου
16 Agora minha alma se dissolve, os dias de aflição me dominaram.16 και νυν επ' εμε εκχυθησεται η ψυχη μου εχουσιν δε με ημεραι οδυνων
17 A noite traspassa meus ossos, consome-os; os males que me roem não dormem.17 νυκτι δε μου τα οστα συγκεκαυται τα δε νευρα μου διαλελυται
18 Com violência segura a minha veste, aperta-me como o colarinho de minha túnica.18 εν πολλη ισχυι επελαβετο μου της στολης ωσπερ το περιστομιον του χιτωνος μου περιεσχεν με
19 Deus jogou-me no lodo, tenho o aspecto da poeira e da cinza.19 ηγησαι δε με ισα πηλω εν γη και σποδω μου η μερις
20 Clamo a ti, e não me respondes; ponho-me diante de ti, e não olhas para mim.20 κεκραγα δε προς σε και ουκ εισακουεις μου εστησαν και κατενοησαν με
21 Tornaste-te cruel para comigo, atacas-me com toda a força de tua mão.21 επεβης δε μοι ανελεημονως χειρι κραταια με εμαστιγωσας
22 Arrebatas-me, fazes-me cavalgar o tufão, aniquilas-me na tempestade.22 εταξας δε με εν οδυναις και απερριψας με απο σωτηριας
23 Eu bem sei, levas-me à morte, ao lugar onde se encontram todos os viventes.23 οιδα γαρ οτι θανατος με εκτριψει οικια γαρ παντι θνητω γη
24 Mas poderá aquele que cai não estender a mão, poderá não pedir socorro aquele que perece?24 ει γαρ οφελον δυναιμην εμαυτον χειρωσασθαι η δεηθεις γε ετερου και ποιησει μοι τουτο
25 Não chorei com os oprimidos? Não teve minha alma piedade dos pobres?25 εγω δε επι παντι αδυνατω εκλαυσα εστεναξα δε ιδων ανδρα εν αναγκαις
26 Esperava a felicidade e veio a desgraça, esperava a luz e vieram as trevas.26 εγω δε επεχων αγαθοις ιδου συνηντησαν μοι μαλλον ημεραι κακων
27 Minhas entranhas abrasam-se sem nenhum descanso, assaltaram-me os dias de aflição.27 η κοιλια μου εξεζεσεν και ου σιωπησεται προεφθασαν με ημεραι πτωχειας
28 Caminho no luto, sem sol; levanto-me numa multidão de gritos,28 στενων πεπορευμαι ανευ φιμου εστηκα δε εν εκκλησια κεκραγως
29 tornei-me irmão dos chacais e companheiro dos avestruzes.29 αδελφος γεγονα σειρηνων εταιρος δε στρουθων
30 Minha pele enegrece-se e cai, e meus ossos são consumidos pela febre.30 το δε δερμα μου εσκοτωται μεγαλως τα δε οστα μου απο καυματος
31 Minha cítara só dá acordes lúgubres, e minha flauta sons queixosos.31 απεβη δε εις παθος μου η κιθαρα ο δε ψαλμος μου εις κλαυθμον εμοι