Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Jó 3


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Post hæc aperuit Job os suum, et maledixit diei suo,1 Μετα ταυτα ηνοιξεν ο Ιωβ το στομα αυτου, και κατηρασθη την ημεραν αυτου.
2 et locutus est :2 Και ελαλησεν ο Ιωβ και ειπεν?
3 Pereat dies in qua natus sum,
et nox in qua dictum est : Conceptus est homo.
3 Ειθε να χαθη η ημερα καθ' ην εγεννηθην, και η νυξ καθ' ην ειπον, Εγεννηθη αρσενικον.
4 Dies ille vertatur in tenebras :
non requirat eum Deus desuper,
et non illustretur lumine.
4 Η ημερα εκεινη να ηναι σκοτος? ο Θεος να μη αναζητηση αυτην ανωθεν, και να μη φεγξη επ' αυτην φως.
5 Obscurent eum tenebræ et umbra mortis ;
occupet eum caligo,
et involvatur amaritudine.
5 Σκοτος και σκια θανατου να αμαυρωσωσιν αυτην? γνοφος να επικαθηται επ' αυτην. Να επελθωσιν επ' αυτην ως πικροτατην ημεραν.
6 Noctem illam tenebrosus turbo possideat ;
non computetur in diebus anni,
nec numeretur in mensibus.
6 Την νυκτα εκεινην να κατακρατηση σκοτος? να μη συναφθη με τας ημερας του ετους? να μη εισελθη εις τον αριθμον των μηνων.
7 Sit nox illa solitaria,
nec laude digna.
7 Ιδου, ερημος να ηναι η νυξ εκεινη? φωνη χαρμοσυνος να μη επελθη επ' αυτην.
8 Maledicant ei qui maledicunt diei,
qui parati sunt suscitare Leviathan.
8 Να καταρασθωσιν αυτην οι καταρωμενοι τας ημερας, οι ετοιμοι να ανεγειρωσι το πενθος αυτων.
9 Obtenebrentur stellæ caligine ejus ;
expectet lucem, et non videat,
nec ortum surgentis auroræ.
9 Να σκοτισθωσι τα αστρα της εσπερας αυτης? να προσμενη το φως, και να μη ερχηται? και να μη ιδη τα βλεφαρα της αυγης?
10 Quia non conclusit ostia ventris qui portavit me,
nec abstulit mala ab oculis meis.
10 διοτι δεν εκλεισε τας θυρας της κοιλιας της μητρος μου, και δεν εκρυψε την θλιψιν απο των οφθαλμων μου.
11 Quare non in vulva mortuus sum ?
egressus ex utero non statim perii ?
11 Δια τι δεν απεθανον απο μητρας; και δεν εξεπνευσα αμα εξηλθον εκ της κοιλιας;
12 Quare exceptus genibus ?
cur lactatus uberibus ?
12 Δια τι με υπεδεχθησαν τα γονατα; η δια τι οι μαστοι δια να θηλασω;
13 Nunc enim dormiens silerem,
et somno meo requiescerem
13 Διοτι τωρα ηθελον κοιμασθαι και ησυχαζει? ηθελον υπνωττει? τοτε ηθελον εισθαι εις αναπαυσιν,
14 cum regibus et consulibus terræ,
qui ædificant sibi solitudines ;
14 μετα βασιλεων και βουλευτων της γης, οικοδομουντων εις εαυτους ερημωσεις?
15 aut cum principibus qui possident aurum,
et replent domos suas argento ;
15 η μετα αρχοντων, οιτινες εχουσι χρυσιον, οιτινες εγεμισαν τους οικους αυτων αργυριου?
16 aut sicut abortivum absconditum non subsisterem,
vel qui concepti non viderunt lucem.
16 η ως εξαμβλωμα κεκρυμμενον δεν ηθελον υπαρχει, ως βρεφη μη ιδοντα φως.
17 Ibi impii cessaverunt a tumultu,
et ibi requieverunt fessi robore.
17 Εκει οι ασεβεις παυουσιν απο του να ταραττωσι, και εκει αναπαυονται οι κεκοπιασμενοι?
18 Et quondam vincti pariter sine molestia,
non audierunt vocem exactoris.
18 εκει αναπαυονται ομου οι αιχμαλωτοι? δεν ακουουσι φωνην καταδυναστου?
19 Parvus et magnus ibi sunt,
et servus liber a domino suo.
19 εκει ειναι ο μικρος και ο μεγας? και ο δουλος, ελευθερος του κυριου αυτου.
20 Quare misero data est lux,
et vita his qui in amaritudine animæ sunt :
20 Δια τι εδοθη φως εις τον δυστυχη, και ζωη εις τον πεπικραμενον την ευχην,
21 qui expectant mortem, et non venit,
quasi effodientes thesaurum ;
21 οιτινες ποθουσι τον θανατον και δεν επιτυγχανουσιν, αν και ανορυττωσιν αυτον μαλλον παρα κεκρυμμενους θησαυρους,
22 gaudentque vehementer
cum invenerint sepulchrum ?
22 οιτινες υπερχαιρουσιν, υπερευφραινονται, οταν ευρωσι τον ταφον;
23 viro cujus abscondita est via
et circumdedit eum Deus tenebris ?
23 Δια τι εδοθη φως εις ανθρωπον, του οποιου η οδος ειναι κεκρυμμενη, και τον οποιον ο Θεος περιεκλεισε;
24 Antequam comedam, suspiro ;
et tamquam inundantes aquæ, sic rugitus meus :
24 Διοτι προ του φαγητου μου ερχεται ο στεναγμος μου, και οι βρυγμοι μου εκχεονται ως υδατα.
25 quia timor quem timebam evenit mihi,
et quod verebar accidit.
25 Επειδη εκεινο, το οποιον εφοβουμην, συνεβη εις εμε, και εκεινο, το οποιον ετρομαζον, ηλθεν επ' εμε.
26 Nonne dissimulavi ? nonne silui ? nonne quievi ?
et venit super me indignatio.
26 Δεν ειχον ειρηνην ουδε αναπαυσιν ουδε ησυχιαν? οργη επηλθεν επ' εμε.