Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Lettera ai Colossesi - מכתב לקולוסים 10


font
MODERN HEBREW BIBLEGREEK BIBLE
1 ואיש היה בקסרין ושמו קרניליוס שר מאה מן הגדוד הנקרא האיטלקי1 Ητο δε τις ανθρωπος εν Καισαρεια ονοματι Κορνηλιος, εκατονταρχος εκ του ταγματος του λεγομενου Ιταλικου,
2 והוא חסיד וירא אלהים עם כל בני ביתו ועשה צדקות הרבה לעם ומתפלל תמיד לאלהים2 ευσεβης και φοβουμενος τον Θεον μετα παντος του οικου αυτου, οστις και εκαμνεν ελεημοσυνας εις τον λαον πολλας και εδεετο του Θεου διαπαντος?
3 ומחזה נראה אליו כשעה התשיעית ליום וירא מלאך אלהים בא אליו פנימה ואמר קרניליוס3 ουτος ειδε φανερα δι' οραματος περι την εννατην ωραν της ημερας αγγελον του Θεου, οτι εισηλθε προς αυτον και ειπε προς αυτον? Κορνηλιε.
4 ויבט אליו ויירא ויאמר מה זה אדני ויאמר אליו תפלותיך וצדקותיך עלו לזכרון לפני האלהים4 Ο δε ατενισας εις αυτον και εμφοβος γενομενος, ειπε? Τι ειναι, Κυριε; Και ειπε προς αυτον? Αι προσευχαι σου και αι ελεημοσυναι σου ανεβησαν εις μνημοσυνον σου ενωπιον του Θεου.
5 ועתה שלח לך אנשים אל יפו והבא אליך את שמעון המכנה פטרוס5 Και τωρα πεμψον εις Ιοππην ανθρωπους και προσκαλεσον τον Σιμωνα, οστις επονομαζεται Πετρος?
6 הוא מתגורר עם בורסי אחד שמעון שמו אשר ביתו על יד הים הוא יאמר לך את אשר עליך לעשות6 ουτος ξενιζεται παρα τινι Σιμωνι βυρσοδεψη, εχοντι οικιαν πλησιον της θαλασσης. Ουτος θελει σοι λαλησει τι πρεπει να καμνης.
7 וילך לו המלאך הדבר אל קרניליוס ויקרא אל שנים מעבדי ביתו ואל איש מלחמה אחד ירא אלהים מן העמדים תמיד לפניו לשרתו7 Καθως δε ανεχωρησεν ο αγγελος ο λαλων προς τον Κορνηλιον, εφωναξε δυο εκ των υπηρετων αυτου και ενα στρατιωτην ευσεβη εκ των διαμενοντων παντοτε πλησιον αυτου,
8 ויספר להם את כל הדברים וישלחם אל יפו8 και διηγηθεις προς αυτους τα παντα, απεστειλεν αυτους εις την Ιοππην.
9 ויהי ממחרת והמה הלכים בדרך וקרבים לעיר ויעל פטרוס על הגג להתפלל כשעה הששית9 Τη δε επαυριον, ενω εκεινοι ωδοιπορουν και επλησιαζον εις την πολιν, ανεβη ο Πετρος εις το δωμα δια να προσευχηθη περι την εκτην ωραν.
10 והוא רעב ויתאו לטעם לחם ובהכינם לו נפלה תרדמה עליו10 Και πεινασας ηθελε να φαγη? ενω δε ητοιμαζον, επηλθεν επ' αυτον εκστασις,
11 וירא את השמים נפתחים והנה כלי ירד אליו כדמות מטפחת בד גדולה ויורד בארבע כנפותיו על הארץ11 και θεωρει τον ουρανον ανεωγμενον και καταβαινον επ' αυτον σκευος τι ως σινδονα μεγαλην, το οποιον ητο δεδεμενον απο των τεσσαρων ακρων και κατεβιβαζετο επι την γην,
12 ובתוכו מכל בהמת הארץ וחיה ורמש ועוף השמים12 εντος του οποιου υπηρχον παντα τα τετραποδα της γης και τα θηρια και τα ερπετα και τα πετεινα του ουρανου.
13 ויהי קול אליו לאמר קום פטרוס זבח ואכל13 Και εγεινε φωνη προς αυτον? Σηκωθεις, Πετρε, σφαξον και φαγε?
14 ויאמר פטרוס חלילה לי אדני כי מעולם לא אכלתי כל פגול וטמא14 Ο δε Πετρος ειπε? Μη γενοιτο, Κυριε? διοτι ουδεποτε εφαγον ουδεν βεβηλον η ακαθαρτον.
15 ויהי עוד קול אליו פעם שנית לאמר את אשר טהר האלהים אתה אל תטמאנו15 Και παλιν εκ δευτερου εγεινε φωνη προς αυτον? Οσα ο Θεος εκαθαρισε, συ μη λεγε βεβηλα.
16 וכן היה שלש פעמים והכלי שב והעלה השמימה16 Εγεινε δε τουτο τρις, και παλιν ανεληφθη το σκευος εις τον ουρανον.
17 ויהי בהתפעם רוח פטרוס על המראה אשר ראה והנה האנשים השלוחים מאת קרניליוס שאלו לבית שמעון ויעמדו על הפתח17 Ενω δε ο Πετρος ητο εν απορια καθ' εαυτον τι εσημαινε το οραμα, το οποιον ειδεν, ιδου, οι ανθρωποι οι απεσταλμενοι παρα του Κορνηλιου ερωτησαντες και μαθοντες την οικιαν του Σιμωνος εφθασαν εις την πυλην,
18 ויקראו וידרשו היש מתגורר שם שמעון המכנה פטרוס18 και φωναξαντες ηρωτων αν ο Σιμων ο επονομαζομενος Πετρος ξενιζεται ενταυθα.
19 ופטרוס עודנו חשב עם לבבו על המראה והרוח אמר אליו הנה שלשה אנשים מבקשים אותך19 Και ενω ο Πετρος διελογιζετο περι του οραματος, ειπε προς αυτον το Πνευμα? Ιδου, τρεις ανθρωποι σε ζητουσι?
20 לכן קום רד ולכה נא אתם ואל תתמהמה כי אנכי שלחתים20 σηκωθεις λοιπον καταβηθι και υπαγε μετ' αυτων, μηδολως δισταζων, διοτι εγω απεστειλα αυτους.
21 וירד פטרוס אל האנשים הנשלחים אליו מאת קרניליוס ויאמר אנכי האיש אשר אתם מבקשים למה זה באתם הנה21 Καταβας δε ο Πετρος προς τους ανθρωπους τους απεσταλμενους προς αυτον απο του Κορνηλιου, ειπεν? Ιδου, εγω ειμαι εκεινος τον οποιον ζητειτε? τις η αιτια δια την οποιαν ηλθετε;
22 ויאמרו קרניליוס שר מאה איש צדיק וירא אלהים ולו שם טוב בכל עם היהודים צוה על פי מלאך קדוש לקרא לך אל ביתו ולשמע דברים מפיך22 Οι δε ειπον? Κορνηλιος ο εκατονταρχος, ανηρ δικαιος και φοβουμενος τον Θεον και μαρτυρουμενος υπο ολου του εθνους των Ιουδαιων, διεταχθη θεοθεν υπο αγιου αγγελου να σε προσκαλεση εις τον οικον αυτου και να ακουση λογους παρα σου.
23 ויקרא אתם אליו ויאספם הביתה ויהי ממחרת ויצא פטרוס אתם ומקצת האחים אשר ביפו הלכו עמו23 Προσκαλεσας λοιπον αυτους εσω, εφιλοξενησε. Τη δε επαυριον εξηλθεν ο Πετρος μετ' αυτων, και τινες των αδελφων των απο της Ιοππης υπηγον μετ' αυτον,
24 ולמחרתו באו אל קסרין וקרניליוס מחכה להם ועמו בני משפחתו וקרוביו ומידעיו הנקהלים אליו24 και τη επαυριον εισηλθον εις την Καισαρειαν. Ο δε Κορνηλιος περιεμενεν αυτους, συγκαλεσας τους συγγενεις αυτου και τους οικειους φιλους.
25 ויהי כבוא פטרוס ויצא קרניליוס לקראתו ויפל לרגליו וישתחו25 Ως δε εισηλθεν ο Πετρος, ελθων ο Κορνηλιος εις συναντησιν αυτου, επεσεν εις τους ποδας αυτου και προσεκυνησεν.
26 ויקם אותו פטרוס ויאמר קום כי גם אני אנוש אנכי26 Αλλ' ο Πετρος εσηκωσεν αυτον, λεγων? Σηκωθητι? και εγω αυτος ανθρωπος ειμαι.
27 וידבר אתו ויבא הביתה וימצא רבים נאספים שמה27 Και συνομιλων μετ' αυτου εισηλθε και ευρισκει συνηγμενους πολλους,
28 ויאמר אליהם אתם ידעתם כי אסור הוא לאיש יהודי להלות ולקרב אל נכרי ואתי הורה אלהים לבלתי אמר חל או טמא על כל אדם28 και ειπε προς αυτους? Σεις εξευρετε οτι ειναι ασυγχωρητον εις ανθρωπον Ιουδαιον να συναναστρεφηται η να πλησιαζη εις αλλοφυλον? ο Θεος ομως εδειξεν εις εμε να μη λεγω μηδενα ανθρωπον βεβηλον η ακαθαρτον?
29 ובעבור זאת כאשר נקראתי לא נמנעתי מהלך ועתה אשאלכם מדוע קראתם לי29 οθεν και προσκληθεις ηλθον χωρις αντιλογιας. Ερωτω λοιπον δια τινα λογον με προσεκαλεσατε;
30 ויאמר קרניליוס זה ארבעה ימים הייתי צם עד השעה הזאת ובשעה התשיעית התפללתי בתוך ביתי והנה איש נצב לפני בלבוש זהר30 Και ο Κορνηλιος ειπε? Απο τεσσαρων ημερων ημην νηστευων μεχρι της ωρας ταυτης, και την εννατην ωραν προσηυχομην εν τω οικω μου? και ιδου, εσταθη ενωπιον μου ανηρ με ενδυματα λαμπρα,
31 ויאמר קרניליוס נשמעה תפלתך וצדקותיך היו לזכרון לפני האלהים31 και λεγει? Κορνηλιε, εισηκουσθη η προσευχη σου και αι ελεημοσυναι σου εμνημονευθησαν ενωπιον του Θεου.
32 ועתה שלח אל יפו וקרא אליך את שמעון המכנה פטרוס מתגורר הוא בבית שמעון הבורסי על הים אשר בבואו ידבר לך32 Πεμψον λοιπον εις Ιοππην και προσκαλεσον τον Σιμωνα, οστις επονομαζεται Πετρος? ουτος ξενιζεται εν τη οικια Σιμωνος του βυρσοδεψου πλησιον της θαλασσης? οστις ελθων θελει σοι λαλησει.
33 ואמהר ואשלח אליך ואתה היטבת לעשות אשר באת אלי והננו כלנו פה לפני האלהים לשמע את כל אשר צוית מאת יהוה33 Ευθυς λοιπον επεμψα προς σε, και συ εκαμες καλα οτι ηλθες. Τωρα λοιπον ημεις παντες παρισταμεθα ενωπιον του Θεου, δια να ακουσωμεν παντα οσα προσεταχθησαν εις σε υπο του Θεου.
34 ויפתח פטרוס את פיו ויאמר עתה ידעתי באמת כי האלהים איננו נשא פנים34 Τοτε ο Πετρος ανοιξας το στομα ειπεν? Επ' αληθειας γνωριζω οτι δεν ειναι προσωποληπτης ο Θεος,
35 כי אם בכל עם ועם הירא אותו ועשה צדק רצוי הוא לפניו35 αλλ' εν παντι εθνει, οστις φοβειται αυτον και εργαζεται δικαιοσυνην, ειναι δεκτος εις αυτον.
36 וישלח את דברו לבני ישראל ויבשר את השלום על ידי ישוע המשיח והוא אדון הכל36 Τον λογον, τον οποιον απεστειλε προς τους υιους Ισραηλ ευαγγελιζομενος ειρηνην δια Ιησου Χριστου? ουτος ειναι ο Κυριος παντων?
37 אתם ידעתם את הדבר הנעשה בכל יהודה החל מן הגליל אחרי הטבילה אשר קרא אותה יוחנן37 τον λογον τουτον σεις εξευρετε, οστις εκηρυχθη καθ' ολην την Ιουδαιαν, αρχισας απο της Γαλιλαιας, μετα το βαπτισμα, το οποιον εκηρυξεν ο Ιωαννης,
38 את אשר משח האלהים את ישוע הנצרי ברוח הקדש ובגבורה ויעבר בארץ עשה חסד ורפא את כל הנכבשים תחת יד השטן כי האלהים היה עמו38 πως ο Θεος εχρισε τον Ιησουν τον απο Ναζαρετ με Πνευμα Αγιον και με δυναμιν, οστις διηλθεν ευεργετων και θεραπευων παντας τους καταδυναστευομενους υπο του διαβολου, διοτι ο Θεος ητο μετ' αυτου?
39 ואנחנו עדים על כל אשר עשה בארץ היהודים ובירושלים ואשר הרגהו בהוקיעם אתו על העץ39 και ημεις ειμεθα μαρτυρες παντων οσα εκαμε και εν τη γη των Ιουδαιων και εν Ιερουσαλημ? τον οποιον εφονευσαν κρεμασαντες επι ξυλου.
40 אותו הקים האלהים ביום השלישי ויתנהו להראות בגלוי40 Τουτον ο Θεος ανεστησε την τριτην ημεραν και εκαμεν αυτον να εμφανισθη
41 לא לכל העם כי אם לנו העדים אשר האלהים בחר בהם מראש אשר אכלנו ושתינו אתו אחרי קומו מן המתים41 ουχι εις παντα τον λαον, αλλ' εις μαρτυρας τους προδιωρισμενους υπο του Θεου, εις ημας, οιτινες συνεφαγομεν και συνεπιομεν μετ' αυτου, αφου ανεστη εκ νεκρων?
42 ויצו אתנו להשמיע לעם ולהעיד כי אתו שם האלהים לשופט החיים והמתים42 και παρηγγειλεν εις ημας να κηρυξωμεν προς τον λαον και να μαρτυρησωμεν οτι αυτος ειναι ο ωρισμενος υπο του Θεου κριτης ζωντων και νεκρων.
43 ועליו כל הנביאים מעידים כי יקבלו סליחת החטאים בשמו כל המאמינים בו43 Εις τουτον παντες οι προφηται μαρτυρουσιν, οτι δια του ονοματος αυτου θελει λαβει αφεσιν αμαρτιων πας ο πιστευων εις αυτον.
44 עוד פטרוס מדבר הדברים האלה ורוח הקדש צלחה על כל השמעים את הדבר44 Ενω ετι ελαλει ο Πετρος τους λογους τουτους, επηλθε το Πνευμα το Αγιον επι παντας τους ακουοντας τον λογον.
45 והמאמינים בני המילה אשר באו את פטרוס השתוממו כי מתנת רוח הקדש נשפכה גם על הגוים45 Και εξεπλαγησαν οι εκ περιτομης πιστοι, οσοι ηλθον μετα του Πετρου, οτι η δωρεα του Αγιου Πνευματος εξεχυθη και επι τα εθνη?
46 כי שמעו אתם ממללים בלשנות ומגדלים את האלהים46 διοτι ηκουον αυτους λαλουντας γλωσσας και μεγαλυνοντας τον Θεον. Τοτε απεκριθη ο Πετρος?
47 ויען פטרוס ויאמר היוכל איש למנע את המים מטבל את אלה אשר קבלו את רוח הקדש גם הם כמנו47 Μηπως δυναται τις να εμποδιση το υδωρ, ωστε να μη βαπτισθωσιν ουτοι, οιτινες ελαβον το Πνευμα το Αγιον καθως και ημεις;
48 ויצו לטבל אתם בשם האדון ויבקשו ממנו לשבת אתם ימים אחדים48 Και προσεταξεν αυτους να βαπτισθωσιν εις το ονομα του Κυριου. Τοτε παρεκαλεσαν αυτον να διαμεινη ημερας τινας.