Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Daniele 12


font
BIBBIA CEI 2008LXX
1 Ora, in quel tempo, sorgerà Michele, il gran principe, che vigila sui figli del tuo popolo. Sarà un tempo di angoscia, come non c’era stata mai dal sorgere delle nazioni fino a quel tempo; in quel tempo sarà salvato il tuo popolo, chiunque si troverà scritto nel libro.
1 και κατα την ωραν εκεινην παρελευσεται μιχαηλ ο αγγελος ο μεγας ο εστηκως επι τους υιους του λαου σου εκεινη η ημερα θλιψεως οια ουκ εγενηθη αφ' ου εγενηθησαν εως της ημερας εκεινης και εν εκεινη τη ημερα υψωθησεται πας ο λαος ος αν ευρεθη εγγεγραμμενος εν τω βιβλιω
2 Molti di quelli che dormono nella regione della polvere si risveglieranno: gli uni alla vita eterna e gli altri alla vergogna e per l’infamia eterna.2 και πολλοι των καθευδοντων εν τω πλατει της γης αναστησονται οι μεν εις ζωην αιωνιον οι δε εις ονειδισμον οι δε εις διασποραν και αισχυνην αιωνιον
3 I saggi risplenderanno come lo splendore del firmamento; coloro che avranno indotto molti alla giustizia risplenderanno come le stelle per sempre.
3 και οι συνιεντες φανουσιν ως φωστηρες του ουρανου και οι κατισχυοντες τους λογους μου ωσει τα αστρα του ουρανου εις τον αιωνα του αιωνος
4 Ora tu, Daniele, chiudi queste parole e sigilla questo libro, fino al tempo della fine: allora molti lo scorreranno e la loro conoscenza sarà accresciuta».
4 και συ δανιηλ καλυψον τα προσταγματα και σφραγισαι το βιβλιον εως καιρου συντελειας εως αν απομανωσιν οι πολλοι και πλησθη η γη αδικιας
5 Io, Daniele, stavo guardando, ed ecco altri due che stavano in piedi, uno di qua sulla sponda del fiume, l’altro di là sull’altra sponda.5 και ειδον εγω δανιηλ και ιδου δυο ετεροι ειστηκεισαν εις ενθεν του ποταμου και εις ενθεν
6 Uno disse all’uomo vestito di lino, che era sulle acque del fiume: «Quando si compiranno queste cose meravigliose?».6 και ειπα τω ενι τω περιβεβλημενω τα βυσσινα τω επανω ποτε ουν συντελεια ων ειρηκας μοι των θαυμαστων και ο καθαρισμος τουτων
7 Udii l’uomo vestito di lino, che era sulle acque del fiume, il quale, alzate la destra e la sinistra al cielo, giurò per colui che vive in eterno che tutte queste cose si sarebbero realizzate fra un tempo, tempi e metà di un tempo, quando fosse giunta a compimento la distruzione della potenza del popolo santo.
7 και ηκουσα του περιβεβλημενου τα βυσσινα ος ην επανω του υδατος του ποταμου εως καιρου συντελειας και υψωσε την δεξιαν και την αριστεραν εις τον ουρανον και ωμοσε τον ζωντα εις τον αιωνα θεον οτι εις καιρον και καιρους και ημισυ καιρου η συντελεια χειρων αφεσεως λαου αγιου και συντελεσθησεται παντα ταυτα
8 Io udii bene, ma non compresi, e dissi: «Signore mio, quale sarà la fine di queste cose?».8 και εγω ηκουσα και ου διενοηθην παρ' αυτον τον καιρον και ειπα κυριε τις η λυσις του λογου τουτου και τινος αι παραβολαι αυται
9 Egli mi rispose: «Va’, Daniele, queste parole sono nascoste e sigillate fino al tempo della fine.9 και ειπεν μοι αποτρεχε δανιηλ οτι κατακεκαλυμμενα και εσφραγισμενα τα προσταγματα εως αν
10 Molti saranno purificati, resi candidi, integri, ma gli empi agiranno empiamente: nessuno degli empi intenderà queste cose, ma i saggi le intenderanno.10 πειρασθωσι και αγιασθωσι πολλοι και αμαρτωσιν οι αμαρτωλοι και ου μη διανοηθωσι παντες οι αμαρτωλοι και οι διανοουμενοι προσεξουσιν
11 Ora, dal tempo in cui sarà abolito il sacrificio quotidiano e sarà eretto l’abominio devastante, passeranno milleduecentonovanta giorni.11 αφ' ου αν αποσταθη η θυσια δια παντος και ετοιμασθη δοθηναι το βδελυγμα της ερημωσεως ημερας χιλιας διακοσιας ενενηκοντα
12 Beato chi aspetterà con pazienza e giungerà a milletrecentotrentacinque giorni.12 μακαριος ο εμμενων και συναξει εις ημερας χιλιας τριακοσιας τριακοντα πεντε
13 Tu, va’ pure alla tua fine e riposa: ti alzerai per la tua sorte alla fine dei giorni».13 και συ βαδισον αναπαυου ετι γαρ εισιν ημεραι και ωραι εις αναπληρωσιν συντελειας και αναπαυση και αναστηση επι την δοξαν σου εις συντελειαν ημερων .