Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Geremia 33


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Et factum est verbum Domi ni ad Ieremiam secundo, cum adhuc claususesset in atrio custodiae, dicens:1 Και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν εκ δευτερου, ενω αυτος ητο ετι κεκλεισμενος εν τη αυλη της φυλακης, λεγων,
2 “ Haec dicit Dominus, qui facturus est id,Dominus, qui formaturus est illud et paraturus, Dominus nomen eius:2 Ουτω λεγει Κυριος ο κτισας αυτην, Κυριος ο πλασας αυτην δια να στερεωση αυτην? Κυριος το ονομα αυτου?
3 Clama adme, et exaudiam te et annuntiabo tibi grandia et inaccessibilia, quae nescis.3 Κραξον προς εμε και θελω σοι αποκριθη και σοι δειξει μεγαλα και αποκρυφα, τα οποια δεν γνωριζεις.
4 Quia haec dicit Dominus, Deus Israel, super domos urbis huius et ad domos regisIudae, quae destructae sunt, pro munitionibus et pro gladio4 Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ περι των οικιων της πολεως ταυτης και περι των οικιων των βασιλεων του Ιουδα, αιτινες θελουσι καταστραφη απο χαρακωματων και απο μαχαιρας,
5 venientium, utdimicent cum Chaldaeis et impleant eas cadaveribus hominum, quos percussi infurore meo et in indignatione mea, abscondens faciem meam a civitate hac propteromnem malitiam eorum.5 των ερχομενων δια να πολεμησωσι προς τους Χαλδαιους και δια να εμπλησωσιν αυτας με τα πτωματα των ανθρωπων, τους οποιους εγω θελω παταξει εν τη οργη μου και εν τω θυμω μου και δια πασας τας κακιας των οποιων εκρυψα το προσωπον μου απο της πολεως ταυτης?
6 Ecce ego obducam ei cicatricem et sanitatem et curaboeos et revelabo illis abundantiam pacis et veritatis6 ιδου, εγω θελω φερει εις αυτην υγιειαν και ιασιν και θελω ιατρευσει αυτους, και θελω καμει αυτους να ιδωσιν αφθονιαν ειρηνης και αληθειας.
7 et convertam sortem Iudaeet sortem Israel et aedificabo eos sicut a principio.7 Και θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν του Ιουδα και την αιχμαλωσιαν του Ισραηλ, και θελω οικοδομησει αυτους ως το προτερον?
8 Et emundabo illos abomni iniquitate sua, in qua peccaverunt mihi, et propitius ero cunctisiniquitatibus eorum, in quibus deliquerunt mihi et spreverunt me;8 και θελω καθαρισει αυτους απο πασης της ανομιας αυτων, με την οποιαν ημαρτησαν εις εμε? και θελω συγχωρησει πασας τας ανομιας αυτων, με τας οποιας ημαρτησαν εις εμε και με τας οποιας απεστατησαν απ' εμου.
9 et erit mihiin nomen et in gaudium et in laudem et in exsultationem cunctis gentibus terrae,quae audierint omnia bona, quae ego facturus sum eis; et pavebunt et turbabunturin universis bonis et in omni pace, quam ego faciam eis.9 Και η πολις αυτη θελει εισθαι εις εμε ονομα ευφροσυνης, αινεσις και δοξα εμπροσθεν παντων των εθνων της γης, τα οποια θελουσιν ακουσει παντα τα αγαθα, τα οποια εγω καμνω εις αυτους? και θελουσιν εκπλαγη και τρομαξει δια παντα τα αγαθα και δια πασαν την ειρηνην, την οποιαν θελω καμει εις αυτην.
10 Haec dicit Dominus: Adhuc audietur in loco isto, quem vos dicitis essedesertum, eo quod non sit homo et iumentum in civitatibus Iudae et forisIerusalem, quae desolatae sunt absque homine et absque habitatore et absquepecore,10 Ουτω λεγει Κυριος? Παλιν θελει ακουσθη εν τω τοπω τουτω, περι του οποιου σεις λεγετε, Ειναι ερημος, χωρις ανθρωπου και χωρις κτηνους εν ταις πολεσι του Ιουδα και εν ταις πλατειαις της Ιερουσαλημ, αιτινες ειναι ερημοι, χωρις ανθρωπου και χωρις κατοικου και χωρις κτηνους,
11 vox gaudii et vox laetitiae, vox sponsi et vox sponsae, voxdicentium:
“Confitemini Domino exercituum, quoniam bonus Dominus,
quoniam in aeternum misericordia eius”;
et portantium vota in domum Domini; reducam enim sortem terrae sicut aprincipio, dicit Dominus.
11 η φωνη της χαρας και η φωνη της ευφροσυνης, η φωνη του νυμφιου και η φωνη της νυμφης, φωνη των λεγοντων, Αινειτε τον Κυριον των δυναμεων, διοτι αγαθος ο Κυριος, διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα? και των προσφεροντων ευχαριστηριους προσφορας εις τον οικον του Κυριου? διοτι θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν της γης, ως το προτερον, λεγει Κυριος.
12 Haec dicit Dominus exercituum: Adhuc erit in loco isto deserto, absque homineet absque iumento, et in cunctis civitatibus eius habitaculum pastorumaccubantium gregum.12 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? Παλιν εν τω τοπω τουτω οστις ειναι ερημος, χωρις ανθρωπου και χωρις κτηνους, και εν πασαις ταις πολεσιν αυτου, θελουσιν εισθαι μανδραι ποιμενων δια να αναπαυωσι τα ποιμνια.
13 In civitatibus montuosis et in civitatibus Sephelae et incivitatibus, quae ad austrum sunt, et in terra Beniamin et in circuitu Ierusalemet in civitatibus Iudae adhuc transibunt greges ad manum numerantis, aitDominus.13 Εν ταις πολεσι της ορεινης, εν ταις πολεσι της πεδινης και εν ταις πολεσι του νοτου και εν τη γη Βενιαμιν και εν τοις περιξ της Ιερουσαλημ και εν ταις πολεσι του Ιουδα θελουσι περασει παλιν τα ποιμνια υπο την χειρα του αριθμουντος, λεγει Κυριος.
14 Ecce dies veniunt, dicit Dominus, et suscitabo verbum bonum, quod locutus sumad domum Israel et ad domum Iudae.14 Ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω εκτελεσει τον αγαθον εκεινον λογον, τον οποιον ελαλησα περι του οικου Ισραηλ και περι του οικου Ιουδα.
15 In diebus illis et in tempore illogerminare faciam David germen iustitiae, et faciet iudicium et iustitiam interra.15 Εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω θελω αναβλαστησει εις τον Δαβιδ βλαστον δικαιοσυνης, και θελει εκτελεσει κρισιν και δικαιοσυνην εν τη γη.
16 In diebus illis salvabitur Iuda, et Ierusalem habitabit confidenter;et hoc est nomen, quod vocabit eam: Dominus iustitia nostra.16 Εν εκειναις ταις ημεραις ο Ιουδας θελει σωθη και η Ιερουσαλημ θελει κατοικησει εν ασφαλεια? και τουτο ειναι το ονομα, με το οποιον θελει ονομασθη, Ο Κυριος η δικαιοσυνη ημων.
17 Quia haec dicitDominus: Non interibit de David vir, qui sedeat super thronum domus Israel;17 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Δεν θελει λειψει απο του Δαβιδ ανθρωπος καθημενος επι τον θρονον του οικου Ισραηλ?
18 et de sacerdotibus Levitis non interibit vir a facie mea, qui offeratholocautomata et incendat sacrificium et caedat victimas omnibus diebus ”.18 ουτε απο των ιερεων των Λευιτων θελει λειψει ανθρωπος ενωπιον μου, δια να προσφερη ολοκαυτωματα και να καιη προσφορας εξ αλφιτων και να καμνη θυσιας πασας τας ημερας.
19 Et factum est verbum Domini ad Ieremiam dicens:19 Και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν λεγων,
20 “ Haec dicit Dominus: Siirritum potest fieri pactum meum cum die et pactum meum cum nocte, ut non sitdies et nox in tempore suo,20 Ουτω λεγει Κυριος? Εαν ηναι δυνατον να καταλυσητε την διαθηκην μου της ημερας και την διαθηκην μου της νυκτος, ωστε να μη ηναι πλεον ημερα και νυξ εν τω καιρω αυτων,
21 et pactum meum irritum esse poterit cum Davidservo meo, ut non sit ex eo filius, qui regnet in throno eius, et cum Levitissacerdotibus ministris meis.21 τοτε θελει δυνηθη να καταλυθη και η διαθηκη μου η προς τον Δαβιδ τον δουλον μου, ωστε να μη εχη υιον δια να βασιλευη επι του θρονου αυτου, και η προς τους Λευιτας τους ιερεις, τους λειτουργους μου.
22 Sicuti enumerari non possunt stellae caeli etmetiri arena maris, sic multiplicabo semen David servi mei et Levitas ministrosmeos ”.
22 Καθως η στρατια του ουρανου δεν δυναται να αριθμηθη ουδε η αμμος της θαλασσης να μετρηθη, ουτω θελω πληθυνει το σπερμα Δαβιδ του δουλου μου και τους Λευιτας τους λειτουργουντας εις εμε.
23 Et factum est verbum Domini ad Ieremiam dicens:23 Και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν, λεγων,
24 “ Numquid non vidistiquid populus hic locutus sit dicens: “Duae cognationes, quas elegerat Dominus,abiectae sunt”, et populum meum despexerunt, eo quod non sit ultra gens corameis?24 Δεν ειδες τι ελαλησεν ο λαος ουτος, λεγων, Τας δυο οικογενειας, τας οποιας ο Κυριος εξελεξεν, απερριψεν αυτας; ουτως αυτοι κατεφρονησαν τον λαον μου, ωστε δεν λογιζεται πλεον εθνος εις αυτους.
25 Haec dicit Dominus: Si pactum meum inter diem et noctem et leges caeloet terrae non posui,25 Ουτω λεγει Κυριος? Εαν δεν εκαμον την διαθηκην μου της ημερας και της νυκτος, και εαν δεν διεταξα τους νομους του ουρανου και της γης,
26 equidem et semen Iacob et David servi mei proiciam, utnon assumam de semine eius principes seminis Abraham et Isaac et Iacob; reducamenim sortem eorum et miserebor eis ”.
26 τοτε θελω απορριψει το σπερμα του Ιακωβ και του Δαβιδ του δουλου μου, ωστε να μη λαβω εκ του σπερματος αυτου κυβερνητας επι το σπερμα του Αβρααμ, του Ισαακ και του Ιακωβ? διοτι θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν αυτων και θελω οικτειρει αυτους.