Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Geremia 1


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Verba Ieremiae filii Helciae de sacerdotibus, qui fuerunt in Anathoth interra Beniamin.1 Οι λογοι του Ιερεμιου υιου του Χελκιου, εκ των ιερεων των εν Αναθωθ εν γη Βενιαμιν?
2 Quod factum est verbum Domini ad eum in diebus Iosiae filiiAmon regis Iudae, in tertio decimo anno regni eius.2 προς τον οποιον εγεινε λογος Κυριου εν ταις ημεραις του Ιωσιου υιου του Αμων βασιλεως Ιουδα, κατα το δεκατον τριτον ετος της βασιλειας αυτου.
3 Et factum est in diebusIoachim filii Iosiae regis Iudae, usque ad consummationem undecimi anni Sedeciaefilii Iosiae regis Iudae, usque ad transmigrationem Ierusalem in mense quinto.
3 Εγεινε και εν ταις ημεραις του Ιωακειμ, υιου του Ιωσιου βασιλεως Ιουδα, μεχρι του τελους του ενδεκατου ετους του Σεδεκιου, υιου του Ιωσιου βασιλεως Ιουδα, μεχρι της αιχμαλωσιας της Ιερουσαλημ, κατα τον πεμπτον μηνα.
4 Et factum est verbum Domini ad me dicens:
4 Και λογος Κυριου εγεινε προς εμε λεγων,
5 “ Priusquam te formarem in utero, novi te
et, antequam exires de vulva, sanctificavi te
et prophetam gentibus dedi te ”.
5 Πριν σε μορφωσω εν τη κοιλια, σε εγνωρισα? και πριν εξελθης εκ της μητρας, σε ηγιασα? προφητην εις τα εθνη σε κατεστησα.
6 Et dixi: “ Heu, Domine Deus! Ecce nescio loqui, quia puer ego sum ”.
6 Και εγω ειπα, Ω, Κυριε Θεε, ιδου, δεν εξευρω να λαλησω διοτι ειμαι παιδιον.
7 Et dixit Dominus ad me: “ Noli dicere: “Puer sum”,
quoniam, ad quoscumque mittam te, ibis
et universa, quaecumque mandavero tibi, loqueris.
7 Ο δε Κυριος ειπε προς εμε, Μη λεγε, ειμαι παιδιον? διοτι θελεις υπαγει προς παντας, προς τους οποιους θελω σε εξαποστειλει? και παντα οσα σε προσταξω, θελεις ειπει.
8 Ne timeas a facie eorum,
quia tecum ego sum, ut eruam te ”,
dicit Dominus.
8 Μη φοβηθης απο προσωπου αυτων? διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.
9 Et misit Dominus manum suam et tetigit os meum; et dixit Dominus ad me:
“ Ecce dedi verba mea in ore tuo;
9 Και εξετεινε Κυριος την χειρα αυτου και ηγγισε το στομα μου? και ειπε Κυριος προς εμε, Ιδου, εθεσα τους λογους μου εν τω στοματι σου.
10 ecce constitui te hodie super gentes et super regna,
ut evellas et destruas
et disperdas et dissipes
et aedifices et plantes ”.
10 Ιδε, σε κατεστησα σημερον επι τα εθνη και επι τας βασιλειας, δια να εκριζονης και να κατασκαπτης και να καταστρεφης και να κατεδαφιζης, να ανοικοδομης και να καταφυτευης.
11 Et factum est verbum Domini ad me dicens: “ Quid tu vides, Ieremia? ”. Etdixi: “ Virgam amygdali vigilantis ego video ”.11 Λογος Κυριου εγεινεν ετι προς εμε λεγων, Τι βλεπεις συ, Ιερεμια; Και ειπα, Βλεπω βακτηριαν αμυγδαλινην.
12 Et dixit Dominus ad me:“Bene vidisti, quia vigilo ego super verbo meo, ut faciam illud ”.12 Και ειπε Κυριος προς εμε, Καλως ειδες? διοτι εγω θελω ταχυνει να εκπληρωσω τον λογον μου.
13 Et factum est verbum Domini secundo ad me dicens: “ Quid tu vides? ”. Etdixi: “ Ollam succensam ego video; et facies eius a facie aquilonis ”.13 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε εκ δευτερου λεγων, Τι βλεπεις συ; Και ειπα, Βλεπω λεβητα αναβραζοντα? και το προσωπον αυτου ειναι προς βορραν.
14 Etdixit Dominus ad me:
“ Ab aquilone pandetur malum
super omnes habitatores terrae;
14 Και ειπε Κυριος προς εμε, Απο βορρα θελει εκχυθη το κακον επι παντας τους κατοικους της γης.
15 quia ecce ego convocabo
omnia regna aquilonis,
ait Dominus,
et venient et ponent unusquisque solium suum
in introitu portarum Ierusalem
et contra omnes muros eius in circuitu
et contra universas urbes Iudae;
15 Διοτι ιδου, εγω θελω καλεσει πασας τας οικογενειας των βασιλειων του βορρα, λεγει Κυριος? και θελουσιν ελθει και θελουσι θεσει εκαστος τον θρονον αυτου εν τη εισοδω των πυλων της Ιερουσαλημ και επι παντα τα τειχη αυτης κυκλω και επι πασας τας πολεις του Ιουδα.
16 et loquar iudicia mea cum eis
super omnem malitiam eorum,
qui dereliquerunt me
et incensum obtulerunt diis alienis
et adoraverunt opus manuum suarum.
16 Και θελω προφερει τας κρισεις μου εναντιον αυτων περι πασης της κακιας αυτων? διοτι με εγκατελιπον και εθυμιασαν εις θεους αλλοτριους και προσεκυνησαν τα εργα των χειρων αυτων.
17 Tu ergo accinge lumbos tuos
et surge et loquere ad eos omnia,
quae ego praecipio tibi;
ne timeas a facie eorum,
alioquin timere te faciam vultum eorum.
17 Συ λοιπον περιζωσον την οσφυν σου και σηκωθητι και ειπε προς αυτους παντα οσα εγω σε προσταξω? μη φοβηθης απο προσωπου αυτων, μηποτε ταχα σε αφησω να πεσης εις αμηχανιαν εμπροσθεν αυτων.
18 Ego quippe dedi te hodie
in civitatem munitam
et in columnam ferream
et in murum aereum
contra omnem terram
regibus Iudae, principibus eius
et sacerdotibus et populo terrae;
18 Διοτι, ιδου, εγω σε εθεσα σημερον ως πολιν οχυραν και ως στηλην σιδηραν και ως τειχη χαλκινα εναντιον πασης της γης, εναντιον των βασιλεων του Ιουδα, εναντιον των αρχοντων αυτου, εναντιον των ιερεων αυτου και εναντιον του λαου της γης?
19 et bellabunt adversum te et non praevalebunt,
quia tecum ego sum,
ait Dominus,
ut eripiam te ”.
19 και θελουσι σε πολεμησει αλλα δεν θελουσιν υπερισχυσει εναντιον σου? διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.