Jesaja 54
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Freu dich, du Unfruchtbare, die nie gebar, du, die nie in Wehen lag, brich in Jubel aus und jauchze! Denn die Einsame hat jetzt viel mehr Söhne als die Vermählte, spricht der Herr. | 1 Ευφρανθητι, στειρα, η μη τικτουσα? αναβοησον εν αγαλλιασει και τερπου, η μη ωδινουσα? διοτι πλειοτερα ειναι τα τεκνα της ηρημωμενης παρα τα τεκνα της εχουσης τον ανδρα, λεγει Κυριος. |
2 Mach den Raum deines Zeltes weit, spann deine Zelttücher aus, ohne zu sparen. Mach die Stricke lang und die Pflöcke fest! | 2 Πλατυνον τον τοπον της σκηνης σου και ας εκτεινωσι τα παραπετασματα των κατοικιων σου? μη φεισθης? μακρυνον τα σχοινια σου και στερεωσον τους πασσαλους σου. |
3 Denn nach rechts und links breitest du dich aus. Deine Nachkommen werden Völker beerben und verödete Städte besiedeln. | 3 Διοτι θελεις εκταθη εις τα δεξια και εις τα αριστερα? και το σπερμα σου θελει κληρονομησει τα εθνη και θελει καμει τας ηρημωμενας πολεις να κατοικισθωσι. |
4 Fürchte dich nicht, du wirst nicht beschämt; schäme dich nicht, du wirst nicht enttäuscht. Denn die Schande in deiner Jugend wirst du vergessen, an die Schmach deiner Witwenschaft wirst du nicht mehr denken. | 4 Μη φοβου? διοτι δεν θελεις καταισχυνθη? μηδε εντρεπου? διοτι δεν θελεις αισχυνθη? διοτι θελεις λησμονησει την αισχυνην της νεοτητος σου και δεν θελεις ενθυμηθη πλεον το ονειδος της χηρειας σου. |
5 Denn dein Schöpfer ist dein Gemahl, «Herr der Heere» ist sein Name. Der Heilige Israels ist dein Erlöser, «Gott der ganzen Erde» wird er genannt. | 5 Διοτι ο ανηρ σου ειναι ο Ποιητης σου? το ονομα αυτου ειναι, Ο Κυριος των δυναμεων? και ο Λυτρωτης σου ειναι ο Αγιος του Ισραηλ? αυτος θελει ονομασθη, Ο Θεος πασης της γης. |
6 Ja, der Herr hat dich gerufen als verlassene, bekümmerte Frau. Kann man denn die Frau verstoßen, die man in der Jugend geliebt hat?, spricht dein Gott. | 6 Διοτι ο Κυριος σε εκαλεσεν ως γυναικα εγκαταλελειμμενην και τεθλιμμενην το πνευμα και γυναικα νεοτητος αποβεβλημενην, λεγει ο Θεος σου. |
7 Nur für eine kleine Weile habe ich dich verlassen, doch mit großem Erbarmen hole ich dich heim. | 7 Σε εγκατελιπον δια ολιγον καιρον? πλην με ελεος μεγα θελω σε περισυναξει. |
8 Einen Augenblick nur verbarg ich vor dir mein Gesicht in aufwallendem Zorn; aber mit ewiger Huld habe ich Erbarmen mit dir, spricht dein Erlöser, der Herr. | 8 Εν θυμω μικρω εκρυψα το προσωπον μου απο σου δια μιαν στιγμην? με ελεος ομως αιωνιον θελω σε ελεησει, λεγει Κυριος ο Λυτρωτης σου. |
9 Wie in den Tagen Noachs soll es für mich sein: So wie ich damals schwor, dass die Flut Noachs die Erde nie mehr überschwemmen wird, so schwöre ich jetzt, dir nie mehr zu zürnen und dich nie mehr zu schelten. | 9 Διοτι τουτο ειναι εις εμε ως τα υδατα του Νωε? επειδη, καθως ωμοσα οτι τα υδατα του Νωε δεν θελουσιν επελθει πλεον επι την γην, ουτως ωμοσα οτι δεν θελω θυμωθη πλεον κατα σου ουδε σε ελεγξει. |
10 Auch wenn die Berge von ihrem Platz weichen und die Hügel zu wanken beginnen -meine Huld wird nie von dir weichen und der Bund meines Friedens nicht wanken, spricht der Herr, der Erbarmen hat mit dir. | 10 Διοτι τα ορη θελουσι μετατοπισθη και οι λοφοι μετακινηθη? πλην το ελεος μου δεν θελει εκλειψει απο σου ουδε η διαθηκη της ειρηνης μου μετακινηθη, λεγει Κυριος ο ελεων σε. |
11 Du Ärmste, vom Sturm Gepeitschte, die ohne Trost ist, sieh her: Ich selbst lege dir ein Fundament aus Malachit und Grundmauern aus Saphir. | 11 Ω τεθλιμμενη, τεταραγμενη, απαρηγορητος, ιδου, εγω θελω στρωσει τους λιθους σου εκ μαρμαρων πορφυρων και θελω βαλει τα θεμελια σου εκ σαπφειρων. |
12 Aus Rubinen mache ich deine Zinnen, aus Beryll deine Tore und alle deine Mauern aus kostbaren Steinen. | 12 Και θελω καμει τας επαλξεις σου εξ αχατου και τας πυλας σου εξ ανθρακων και απαντα τον περιβολον σου εκ λιθων εκλεκτων. |
13 Alle deine Söhne werden Jünger des Herrn sein und groß ist der Friede deiner Söhne. | 13 Παντες δε οι υιοι σου θελουσιν εισθαι διδακτοι του Κυριου, και θελει εισθαι μεγαλη η ειρηνη των υιων σου. |
14 Du wirst auf Gerechtigkeit gegründet sein. Du bist fern von Bedrängnis, denn du brauchst dich nicht mehr zu fürchten und bist fern von Schrecken; er kommt an dich nicht heran. | 14 Εν δικαιοσυνη θελεις στερεωθη? μακραν απο της καταδυναστειας θελεις εισθαι, διοτι δεν θελεις φοβεισθαι? και απο του τρομου, διοτι δεν θελει σε πλησιασει. |
15 Wenn dich jemand angreift, misslingt es, denn es geschieht ohne mich; wer dich angreift, fällt im Kampf gegen dich. | 15 Ιδου, βεβαιως θελουσι συναχθη ομου εναντιον σου, πλην ουχι δι' εμου? Οσοι συναχθωσιν ομου εναντιον σου, ενεκα σου, θελουσι πεσει. |
16 Ich habe den Schmied erschaffen, der das Kohlenfeuer entfacht und Waffen erzeugt, wie es seinem Handwerk entspricht.Ich habe auch den, der vernichtet, erschaffen, damit er zerstört. | 16 Ιδου, εγω εκαμον τον χαλκεα, οστις φυσα τους ανθρακας εν τω πυρι και εξαγει το εργαλειον δια το εργον αυτου? και εγω εκαμον τον πορθητην δια να καταστρεφη. |
17 Keine Waffe wird etwas ausrichten, die man gegen dich schmiedet; jede Zunge, die dich vor Gericht verklagt, strafst du Lügen. Das ist das Erbteil der Knechte des Herrn: Von mir kommt ihre Rettung - Spruch des Herrn. | 17 Ουδεν οπλον κατασκευασθεν εναντιον σου θελει ευοδωθη? και πασαν γλωσσαν, ητις ηθελε κινηθη κατα σου, θελεις νικησει εν τη κρισει. Αυτη ειναι η κληρονομια των δουλων του Κυριου? και η δικαιοσυνη αυτων ειναι εξ εμου, λεγει ο Κυριος. |