Jesaja 23
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ausspruch über Tyrus.Jammert, ihr Tarschisch-Schiffe; denn euer Hafen wurde zerstört. Bei der Heimfahrt aus dem Land der Kittäer wurde es ihnen bekannt. | 1 Η κατα της Τυρου ορασις. Ολολυζετε, πλοια της Θαρσεις? διοτι εξωλοθρευθη, ωστε να μη υπαρχη οικια μηδε εισοδος? εκ της γης των Κητιαιων ανηγγελθη τουτο προς αυτους. |
2 Verstummt, ihr Bewohner der Küste, ihr Kaufleute von Sidon, die ihr über das Meer fahrt und deren Boten das große Wasser überqueren. | 2 Σιωπησατε, κατοικοι της νησου? συ, την οποιαν εγεμισαν οι εμποροι της Σιδωνος, οι διαβαινοντες επι της θαλασσης. |
3 Die Saaten am Fluss, die Ernten am Nil brachten reichen Ertrag; Sidon wurde zum Handelsplatz für die Völker. | 3 Και το εισοδημα αυτης ειναι ο σπορος του Σιωρ, το θερος του ποταμου, φερομενα δια πολλων υδατων? και αυτη εγεινε το εμποριον των εθνων. |
4 Schäme dich, Sidon; denn zu dir sagt das Meer [die Festung am Meer]: Ich lag nicht in Wehen und habe nicht geboren und ich zog weder Söhne noch Töchter groß. | 4 Αισχυνθητι, Σιδων? διοτι η θαλασσα ελαλησε, το οχυρωμα της θαλασσης, λεγουσα, Δεν κοιλοπονω ουδε γεννω ουδε ανατρεφω νεους ουδε μεγαλωνω παρθενους. |
5 Wenn das die Ägypter erfahren, zittern sie wie einst bei der Nachricht aus Tyrus. | 5 Οταν ακουσθη εν Αιγυπτω, θελουσι λυπηθη ακουοντες περι της Τυρου. |
6 Fahrt nach Tarschisch hinüber; jammert, ihr Bewohner der Küste! | 6 Διελθετε εις Θαρσεις? ολολυξατε, κατοικοι της νησου. |
7 Ist das eure fröhliche Stadt, in den Tagen der Vorzeit gegründet, die Stadt, die ihre Siedler aussandte in weiteste Fernen? | 7 Αυτη ειναι η ευθυμος πολις σας, της οποιας η αρχαιοτης ειναι εκ παλαιων ημερων; οι ποδες αυτης θελουσι φερει αυτην μακραν δια να παροικηση. |
8 Wer hat das über Tyrus beschlossen, das einst Kronen verschenkte, dessen Kaufleute wie Fürsten auftraten und dessen Händler die vornehmsten Herren der Erde waren? | 8 Τις εβουλευθη τουτο κατα της Τυρου, ητις διανεμει στεμματα, της οποιας οι εμποροι ειναι ηγεμονες, της οποιας οι πραγματευται ειναι οι ενδοξοι της γης; |
9 Der Herr der Heere hat beschlossen, die ganze Pracht zuschanden zu machen und den Stolz aller vornehmen Herren der Erde zu brechen. | 9 Ο Κυριος των δυναμεων εβουλευθη τουτο, δια να καταισχυνη την υπερηφανιαν πασης δοξης, να εξευτελιση παντα ενδοξον της γης. |
10 Bebau dein Land [wie am Nil], Tochter Tarschisch, es gibt keinen Hafen mehr. | 10 Διαπερασον την γην σου ως ποταμος, θυγατηρ της Θαρσεις? δυναμις πλεον δεν υπαρχει. |
11 Der Herr hat seine Hand ausgestreckt über das Meer, er hat die Königreiche erschüttert. Er hat den Befehl erlassen, Kanaans Burgen in Trümmer zu legen. | 11 Εξετεινε την χειρα αυτου επι την θαλασσαν, εσεισε βασιλεια? ο Κυριος εδωκε προσταγην κατα της Χανααν, δια να καταστρεψωσι τα οχυρωματα αυτης. |
12 Er sagte: Nie mehr sollst du fröhlich sein, Tochter Sidon, du vergewaltigte Jungfrau. Steh auf, fahr zu den Kittäern - auch dort findest du keine Ruhe. | 12 Και ειπε, δεν θελεις αγαλλεσθαι πλεον, παρθενε κατατεθλιμμενη, θυγατηρ της Σιδωνος? σηκωθητι, περασον προς τους Κητιαιους? ουδε εκει θελεις εχει αναπαυσιν. |
13 [Denn die Chaldäer waren das Volk - nicht Assur ist es gewesen -, die Sidon zum Aufenthalt der Wüstentiere machen wollten. Sie stellten ihre Belagerungstürme auf, zerstörten die Paläste und machten sie zu einem Trümmerhaufen.] | 13 Ιδου, η γη των Χαλδαιων? ουτος ο λαος δεν υπηρχεν? ο Ασσυριος εθεμελιωσεν αυτον δια τους κατοικουντας την ερημον? ηγειραν τους πυργους αυτης, υψωσαν τα παλατια αυτης? και κατεστησεν αυτην ερειπια. |
14 Jammert, ihr Tarschisch- Schiffe, denn euer Hafen wurde zerstört. | 14 Ολολυζετε, πλοια της Θαρσεις? διοτι ηρημωθη το οχυρωμα σας. |
15 Dann wird Tyrus siebzig Jahre lang - solange wie ein König lebt - vergessen sein. Nach siebzig Jahren aber wird es Tyrus gehen, wie es im Lied von der Dirne heißt: | 15 Και εν εκεινη τη ημερα η Τυρος θελει λησμονηθη εβδομηκοντα ετη, κατα τας ημερας ενος βασιλεως? μετα δε τα εβδομηκοντα ετη θελει εισθαι εν τη Τυρω ως ασμα της πορνης. |
16 Nimm die Zither, durchstreife die Stadt, vergessene Dirne! Spiele schön und singe viel, damit man an dich denkt. | 16 Λαβε κιθαραν, περιελθε την πολιν, πορνη λησμονημενη, παιζε γλυκα, αδε πολλα ασματα, δια να σε ενθυμηθωσι. |
17 Nach siebzig Jahren wird sich der Herr wieder um Tyrus kümmern: Die Stadt wird wieder ihren Dirnenlohn erhalten und mit allen Königreichen der Welt, die es auf Erden gibt, Unzucht treiben. | 17 Και μετα τα εβδομηκοντα ετη, ο Κυριος θελει επισκεφθη την Τυρον? και αυτη θελει επιστρεψει εις το μισθωμα αυτης, και θελει πορνευεσθαι μετα παντων των βασιλειων του κοσμου επι προσωπου της γης. |
18 Aber ihr Gewinn und ihr Dirnenlohn wird dem Herrn als heilige Gabe gehören. Er wird nicht angesammelt und gehortet, sondern wird denen, die in der Nähe des Herrn wohnen, als reiche Nahrung und prächtige Kleidung dienen. | 18 Και το εμποριον αυτης και το μισθωμα αυτης θελει αφιερωθη εις τον Κυριον? δεν θελει θησαυρισθη ουδε ταμιευθη? διοτι το εμποριον αυτης θελει εισθαι δια τους κατοικουντας ενωπιον του Κυριου? δια να τρωγωσιν εις χορτασμον και να εχωσιν ενδυματα πολυχρονια. |