Jesaja 21
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ausspruch über die Wüste am Meer: Wie die Stürme im Negeb toben, so kommt Unheil aus der Wüste, aus dem schaurigen Land. | 1 Η κατα της ερημου της θαλασσης ορασις. Καθως οι διαβαινοντες ανεμοστροβιλοι της μεσημβριας, ουτως ερχεται απο της ερημου, απο γης τρομερας. |
2 Eine schreckliche Vision wurde mir gezeigt: Der Empörer empört sich, der Vernichter vernichtet. Zieh herauf, Elam! Medien, beginne mit der Belagerung! Ich mache allem Seufzen ein Ende. | 2 Σκληρον οραμα εφανερωθη εις εμε? ο καταδυναστευων καταδυναστευει και ο πορθων πορθει. Αναβηθι, Ελαμ? πολιορκησον, Μηδια? επαυσα πασας τας καταδυναστειας αυτης. |
3 Darum zittert mein ganzer Leib, Krämpfe befallen mich wie die Wehen eine gebärende Frau. Ich bin betäubt von dem, was ich höre, bestürzt von dem, was ich sehe. | 3 Δια τουτο η οσφυς μου ειναι πληρης οδυνης? πονοι με εκυριευσαν, ως οι πονοι της τικτουσης? εκυρτωθην εις την ακροασιν αυτου? συνεταραχθην εις την θεαν αυτου. |
4 Mein Herz pocht wild, mich schüttelt ein Schauder. Das ersehnte Dunkel des Abends macht der Herr für mich zum Schrecken. | 4 Η καρδια μου κλονιζεται? τρομος με εξεπληξεν? η νυξ της ευφροσυνης μου εις φρικην μετεβληθη εν εμοι. |
5 Man deckt den Tisch, legt die Polster zurecht und isst und trinkt. Steht auf, ihr Fürsten, ölt euren Schild ein! | 5 Ετοιμαζεται η τραπεζα? φυλαττουσι σκοπιαν, τρωγουσι, πινουσι? σηκωθητε, στραταρχαι, ετοιμασατε ασπιδας. |
6 Denn so hat der Herr zu mir gesagt: Geh, stell einen Späher auf! Was er sieht, soll er melden. | 6 Διοτι ο Κυριος ειπεν ουτω προς εμε? Υπαγε, στησον σκοπευτην, δια να αναγγελλη ο, τι βλεπει. |
7 Sieht er Wagen und Pferdegespanne, einen Zug von Eseln, einen Zug von Kamelen, soll er darauf achten, genau darauf achten. | 7 Και ειδεν αναβατας δυο ιππεις, αναβατην ονου και αναβατην καμηλου? και επροσεξεν επιμελως μετα πολλης προσοχης. |
8 Der Späher rief: Herr, den ganzen Tag stehe ich auf meinem Posten, die ganze Nacht halte ich Wache. | 8 Και εφωναξεν ως λεων, Ακαταπαυστως, κυριε μου, ισταμαι εν τη σκοπια την ημεραν και φυλαττω πασας τας νυκτας? |
9 Seht, dort kommt ein Zug von Männern, dazu Pferdegespanne. Gefallen ist Babel, gefallen, und all seine Götterbilder hat man zu Boden geschmettert. | 9 και ιδου, ερχονται εδω αναβαται ανδρες δυο ιππεις. Και απεκριθη και ειπεν, Επεσεν, επεσεν η Βαβυλων, και πασαι αι γλυπται εικονες των θεων αυτης συνετριφθησαν κατα γης. |
10 Du mein zerschlagenes, zerdroschenes Volk! Was ich hörte vom Herrn der Heere, von Israels Gott, das verkünde ich euch. | 10 Αλωνισμα μου και σιτε του αλωνιου μου, εφανερωσα εις εσας εκεινο, το οποιον ηκουσα παρα του Κυριου των δυναμεων, του Θεου του Ισραηλ. |
11 Ausspruch über Edom. Aus Seïr ruft man mir zu: Wächter, wie lange noch dauert die Nacht? Wächter, wie lange noch dauert die Nacht? | 11 Η κατα Δουμα ορασις. Προς εμε φωναζει απο Σηειρ, Φρουρε, τι περι της νυκτος; φρουρε, τι περι της νυκτος; |
12 Der Wächter antwortet: Es kommt der Morgen, es kommt auch die Nacht. Wenn ihr fragen wollt, kommt wieder und fragt! | 12 Ο φρουρος ειπε, Το πρωι ηλθεν, ετι και η νυξ? αν θελητε να ερωτησητε, ερωτατε? επιστρεψατε, ελθετε. |
13 Ausspruch über Arabien. Übernachtet im Gebüsch, in der Steppe, ihr Karawanen von Dedan! | 13 Η κατα Αραβιας ορασις. Εν τω δασει της Αραβιας θελετε διανυκτερευσει, συνοδιαι των Δαιδανιτων. |
14 Bringt den Durstigen Wasser, ihr Bewohner der Gegend von Tema! Kommt den Fliehenden entgegen mit Brot! | 14 Φερετε υδωρ εις συναντησιν του διψωντος, κατοικοι της γης Θαιμαν? προυπαντατε με αρτους τον φευγοντα. |
15 Denn sie sind vor den Schwertern geflohen, vor dem gezückten Schwert, vor dem gespannten Bogen, vor dem schweren Kampf. | 15 Διοτι φευγουσιν απο προσωπου των ξιφων, απο προσωπου του γεγυμνωμενου ξιφους και απο προσωπου του εντεταμενου τοξου και απο προσωπου της ορμης του πολεμου. |
16 Denn so hat der Herr zu mir gesagt: Noch ein Jahr - ein Söldnerjahr -, dann ist es mit der ganzen Macht Kedars zu Ende. | 16 Διοτι ο Κυριος ειπεν ουτω προς εμε? Εντος ενος ετους, ως ειναι τα ετη του μισθωτου, θελει εκλειψει βεβαιως πασα η δοξα της Κηδαρ? |
17 Von den Bogenschützen in Kedar bleiben nur wenige übrig. Der Herr, der Gott Israels, hat gesprochen. Ausspruch über das Tal der Vision. Was ist mit dir? Warum sind deine Bewohner alle auf die Dächer gestiegen, | 17 και το υπολοιπον του αριθμου των ισχυρων τοξοτων εκ των υιων του Κηδαρ θελουσιν ελαττωθη? διοτι Κυριος ο Θεος του Ισραηλ ελαλησε. |