Livro dos Salmos 49
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
SAGRADA BIBLIA | LXX |
---|---|
1 Ao mestre de canto. Salmo dos filhos de Coré. Escutai, povos todos; atendei, todos vós que habitais a terra, | 1 ψαλμος τω ασαφ θεος θεων κυριος ελαλησεν και εκαλεσεν την γην απο ανατολων ηλιου και μεχρι δυσμων |
2 humildes e poderosos, tanto ricos como pobres. | 2 εκ σιων η ευπρεπεια της ωραιοτητος αυτου ο θεος εμφανως ηξει |
3 Dirão os meus lábios palavras de sabedoria, e o meu coração meditará pensamentos profundos. | 3 ο θεος ημων και ου παρασιωπησεται πυρ εναντιον αυτου καυθησεται και κυκλω αυτου καταιγις σφοδρα |
4 Ouvirei, atento, as sentenças inspiradas por Deus; depois, ao som da lira, explicarei meu oráculo. | 4 προσκαλεσεται τον ουρανον ανω και την γην διακριναι τον λαον αυτου |
5 Por que ter medo nos dias de infortúnio, quando me cerca a malícia dos meus inimigos? | 5 συναγαγετε αυτω τους οσιους αυτου τους διατιθεμενους την διαθηκην αυτου επι θυσιαις |
6 Eles confiam em seus bens, e se vangloriam das grandes riquezas. | 6 και αναγγελουσιν οι ουρανοι την δικαιοσυνην αυτου οτι ο θεος κριτης εστιν διαψαλμα |
7 Mas nenhum homem a si mesmo pode salvar-se, nem pagar a Deus o seu resgate. | 7 ακουσον λαος μου και λαλησω σοι ισραηλ και διαμαρτυρομαι σοι ο θεος ο θεος σου ειμι εγω |
8 Caríssimo é o preço da sua alma, jamais conseguirá | 8 ουκ επι ταις θυσιαις σου ελεγξω σε τα δε ολοκαυτωματα σου ενωπιον μου εστιν δια παντος |
9 prolongar indefinidamente a vida e escapar da morte, | 9 ου δεξομαι εκ του οικου σου μοσχους ουδε εκ των ποιμνιων σου χιμαρους |
10 porque ele verá morrer o sábio, assim como o néscio e o insensato, deixando a outrem os seus bens. | 10 οτι εμα εστιν παντα τα θηρια του δρυμου κτηνη εν τοις ορεσιν και βοες |
11 O túmulo será sua eterna morada, sua perpétua habitação, ainda que tenha dado a regiões inteiras o seu nome, | 11 εγνωκα παντα τα πετεινα του ουρανου και ωραιοτης αγρου μετ' εμου εστιν |
12 pois não permanecerá o homem que vive na opulência: ele é semelhante ao gado que se abate. | 12 εαν πεινασω ου μη σοι ειπω εμη γαρ εστιν η οικουμενη και το πληρωμα αυτης |
13 Este é o destino dos que estultamente em si confiam, tal é o fim dos que só vivem em delícias. | 13 μη φαγομαι κρεα ταυρων η αιμα τραγων πιομαι |
14 Como um rebanho serão postos no lugar dos mortos; a morte é seu pastor e os justos dominarão sobre eles. Depressa desaparecerão suas figuras, a região dos mortos será sua morada. | 14 θυσον τω θεω θυσιαν αινεσεως και αποδος τω υψιστω τας ευχας σου |
15 Deus, porém, livrará minha alma da habitação dos mortos, tomando-me consigo. | 15 και επικαλεσαι με εν ημερα θλιψεως και εξελουμαι σε και δοξασεις με διαψαλμα |
16 Não temas quando alguém se torna rico, quando aumenta o luxo de sua casa. | 16 τω δε αμαρτωλω ειπεν ο θεος ινα τι συ διηγη τα δικαιωματα μου και αναλαμβανεις την διαθηκην μου δια στοματος σου |
17 Em morrendo, nada levará consigo, nem sua fortuna descerá com ele aos infernos. | 17 συ δε εμισησας παιδειαν και εξεβαλες τους λογους μου εις τα οπισω |
18 Ainda que em vida a si se felicitasse: Hão de te aplaudir pelos bens que granjeaste. | 18 ει εθεωρεις κλεπτην συνετρεχες αυτω και μετα μοιχων την μεριδα σου ετιθεις |
19 Ele irá para a companhia de seus pais, que nunca mais verão a luz. | 19 το στομα σου επλεονασεν κακιαν και η γλωσσα σου περιεπλεκεν δολιοτητα |
20 O homem que vive na opulência e não reflete é semelhante ao gado que se abate. | 20 καθημενος κατα του αδελφου σου κατελαλεις και κατα του υιου της μητρος σου ετιθεις σκανδαλον |
21 ταυτα εποιησας και εσιγησα υπελαβες ανομιαν οτι εσομαι σοι ομοιος ελεγξω σε και παραστησω κατα προσωπον σου | |
22 συνετε δη ταυτα οι επιλανθανομενοι του θεου μηποτε αρπαση και μη η ο ρυομενος | |
23 θυσια αινεσεως δοξασει με και εκει οδος η δειξω αυτω το σωτηριον του θεου |