Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Proverbia 31


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Verba Lamuelis regis. Visio qua erudivit eum mater sua.1 Οι λογοι του βασιλεως Λεμουηλ, ο χρησμος, τον οποιον η μητηρ αυτου εδιδαξεν αυτον.
2 Quid, dilecte mi ? quid, dilecte uteri mei ?
quid, dilecte votorum meorum ?
2 Τι, υιε μου; και τι, τεκνον της κοιλιας μου; και τι, υιε των ευχων μου;
3 Ne dederis mulieribus substantiam tuam,
et divitias tuas ad delendos reges.
3 Μη δωσης τας δυναμεις σου εις τας γυναικας, μηδε τας οδους σου εις τας αφανιστριας των βασιλεων.
4 Noli regibus, o Lamuel, noli regibus dare vinum,
quia nullum secretum est ubi regnat ebrietas ;
4 Δεν ειναι των βασιλεων, Λεμουηλ, δεν ειναι των βασιλεων να πινωσιν οινον, ουδε των ηγεμονων, σικερα?
5 et ne forte bibant, et obliviscantur judiciorum,
et mutent causam filiorum pauperis.
5 μηποτε πιοντες λησμονησωσι τον νομον και διαστρεψωσι την κρισιν τινος τεθλιμμενου.
6 Date siceram mœrentibus,
et vinum his qui amaro sunt animo.
6 Διδετε σικερα εις τους τεθλιμμενους, και οινον εις τους πεπικραμενους την ψυχην?
7 Bibant, et obliviscantur egestatis suæ,
et doloris sui non recordentur amplius.
7 δια να πιωσι και να λησμονησωσι την πτωχειαν αυτων και να μη ενθυμωνται πλεον την δυστυχιαν αυτων.
8 Aperi os tuum muto,
et causis omnium filiorum qui pertranseunt.
8 Ανοιγε το στομα σου υπερ του αφωνου, υπερ της κρισεως παντων των εγκαταλελειμμενων.
9 Aperi os tuum, decerne quod justum est,
et judica inopem et pauperem.
9 Ανοιγε το στομα σου, κρινε δικαιως, και υπερασπιζου τον πτωχον και τον ενδεη.
10 Mulierem fortem quis inveniet ?
procul et de ultimis finibus pretium ejus.
10 Γυναικα εναρετον τις θελει ευρει; διοτι η τοιαυτη ειναι πολυ τιμιωτερα υπερ τους μαργαριτας.
11 Confidit in ea cor viri sui,
et spoliis non indigebit.
11 Η καρδια του ανδρος αυτης θαρρει επ' αυτην, και δεν θελει στερεισθαι αφθονιας.
12 Reddet ei bonum, et non malum,
omnibus diebus vitæ suæ.
12 Θελει φερει εις αυτον καλον και ουχι κακον, πασας τας ημερας της ζωης αυτης.
13 Quæsivit lanam et linum,
et operata est consilia manuum suarum.
13 Ζητει μαλλιον και λιναριον και εργαζεται ευχαριστως με τας χειρας αυτης.
14 Facta est quasi navis institoris,
de longe portans panem suum.
14 Ειναι ως τα πλοια των εμπορων? φερει την τροφην αυτης απο μακροθεν.
15 Et de nocte surrexit,
deditque prædam domesticis suis,
et cibaria ancillis suis.
15 Και εγειρεται ενω ειναι ετι νυξ και διδει τροφην εις τον οικον αυτης, και εργα εις τας θεραπαινας αυτης.
16 Consideravit agrum, et emit eum ;
de fructu manuum suarum plantavit vineam.
16 Θεωρει αγρον και αγοραζει αυτον? εκ του καρπου των χειρων αυτης φυτευει αμπελωνα.
17 Accinxit fortitudine lumbos suos,
et roboravit brachium suum.
17 Ζωνει την οσφυν αυτης με δυναμιν, και ενισχυει τους βραχιονας αυτης.
18 Gustavit, et vidit quia bona est negotiatio ejus ;
non extinguetur in nocte lucerna ejus.
18 Αισθανεται οτι το εμποριον αυτης ειναι καλον? ο λυχνος αυτης δεν σβυνεται την νυκτα.
19 Manum suam misit ad fortia,
et digiti ejus apprehenderunt fusum.
19 Βαλλει τας χειρας αυτης εις το αδρακτιον και κρατει εν τη χειρι αυτης την ηλακατην.
20 Manum suam aperuit inopi,
et palmas suas extendit ad pauperem.
20 Ανοιγει την χειρα αυτης εις τους πτωχους και εκτεινει τας χειρας αυτης προς τους ενδεεις.
21 Non timebit domui suæ a frigoribus nivis ;
omnes enim domestici ejus vestiti sunt duplicibus.
21 Δεν φοβειται την χιονα δια τον οικον αυτης? διοτι πας ο οικος αυτης ειναι ενδεδυμενοι διπλα.
22 Stragulatam vestem fecit sibi ;
byssus et purpura indumentum ejus.
22 Καμνει εις εαυτην σκεπασματα? το ενδυμα αυτης ειναι βυσσος και πορφυρα.
23 Nobilis in portis vir ejus,
quando sederit cum senatoribus terræ.
23 Ο ανηρ αυτης γνωριζεται εν ταις πυλαις, οταν καθηται μεταξυ των πρεσβυτερων του τοπου.
24 Sindonem fecit, et vendidit,
et cingulum tradidit Chananæo.
24 Καμνει λεπτον πανιον και πωλει? και διδει ζωνας εις τους εμπορους.
25 Fortitudo et decor indumentum ejus,
et ridebit in die novissimo.
25 Ισχυν και ευπρεπειαν ειναι ενδεδυμενη? και ευφραινεται δια τον μελλοντα καιρον.
26 Os suum aperuit sapientiæ,
et lex clementiæ in lingua ejus.
26 Ανοιγει το στομα αυτης εν σοφια? και επι της γλωσσης αυτης ειναι νομος ευμενειας.
27 Consideravit semitas domus suæ,
et panem otiosa non comedit.
27 Επαγρυπνει εις την κυβερνησιν του οικου αυτης και αρτον οκνηριας δεν τρωγει.
28 Surrexerunt filii ejus, et beatissimam prædicaverunt ;
vir ejus, et laudavit eam.
28 Τα τεκνα αυτης σηκονονται και μακαριζουσιν αυτην? ο ανηρ αυτης, και επαινει αυτην?
29 Multæ filiæ congregaverunt divitias ;
tu supergressa es universas.
29 Πολλαι θυγατερες εφερθησαν αξιως, αλλα συ υπερεβης πασας.
30 Fallax gratia, et vana est pulchritudo :
mulier timens Dominum, ipsa laudabitur.
30 Ψευδης ειναι η χαρις και ματαιον το καλλος? η γυνη η φοβουμενη τον Κυριον, αυτη θελει επαινεισθαι.
31 Date ei de fructu manuum suarum,
et laudent eam in portis opera ejus.
31 Δοτε εις αυτην εκ του καρπου των χειρων αυτης? και τα εργα αυτης ας επαινωσιν αυτην εν ταις πυλαις.