Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Qoelet 2


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Dixi ego in corde meo: “ Veni, tentabo te gaudio: fruere bo nis ”; etecce hoc quoque vanitas.
1 Εγω ειπα εν τη καρδια μου, Ελθε τωρα, να σε δοκιμασω δι' ευφροσυνης? και εντρυφα εις αγαθα? και ιδου, και τουτο ματαιοτης.
2 De risu dixi: “ Insania ”
et de gaudio: “ Quid prodest? ”.
2 Ειπα περι του γελωτος, Ειναι μωρια? και περι της χαρας, Τι ωφελει αυτη;
3 Tractavi in corde meo detinere in vino carnem meam, cum cor meum duceretur insapientia, et amplecti stultitiam, donec viderem quid esset utile filiishominum, ut faciant sub sole paucis diebus vitae suae.3 Εσκεφθην εν τη καρδια μου να ευφραινω την σαρκα μου με οινον, ενω ετι η καρδια μου ησχολειτο εις την σοφιαν? και να κρατησω την μωριαν, εωσου ιδω τι ειναι το αγαθον εις τους υιους των ανθρωπων, δια να καμνωσιν αυτο υπο τον ουρανον πασας τας ημερας της ζωης αυτων.
4 Magnificavi opera mea:aedificavi mihi domos et plantavi vineas,4 Εκαμον πραγματα μεγαλα εις εμαυτον? ωκοδομησα εις εμαυτον οικιας? εφυτευσα δι' εμαυτον αμπελωνας.
5 feci hortos et pomaria et consevi eaarboribus cuncti generis fructuum5 Εκαμον δι' εμαυτον κηπους και παραδεισους και εφυτευσα εν αυτοις δενδρα παντος καρπου.
6 et exstruxi mihi piscinas aquarum, utirrigarem silvam lignorum germinantium.6 Εκαμον δι' εμαυτον δεξαμενας υδατων, δια να ποτιζω εξ αυτων το αλσος το καταφυτον εκ δενδρων.
7 Possedi servos et ancillas et habuimultam familiam, habui armenta quoque et magnos ovium greges ultra omnes, quifuerunt ante me in Ierusalem.7 Απεκτησα δουλους και δουλας και ειχον δουλους οικογενεις? απεκτησα ετι αγελας και ποιμνια περισσοτερα υπερ παντας τους υπαρξαντας προ εμου εν Ιερουσαλημ.
8 Coacervavi mihi etiam argentum et aurum etsubstantias regum ac provinciarum, feci mihi cantores et cantatrices et deliciasfiliorum hominum, scyphos et urceos in ministerio ad vina fundenda8 Συνηθροισα εις εμαυτον και αργυριον και χρυσιον και εκλεκτα κειμηλια βασιλεων και τοπων? απεκτησα εις εμαυτον αδοντας και αδουσας και τα εντρυφηματα των υιων των ανθρωπων, παν ειδος παλλακιδων.
9 et crevi,supergressus sum omnes, qui ante me fuerunt in Ierusalem; sapientia quoque meaperseveravit mecum.9 Και εμεγαλυνθην και ηυξηνθην υπερ παντας τους υπαρξαντας προ εμου εν Ιερουσαλημ? και η σοφια μου εμενεν εν εμοι.
10 Et omnia, quae desideraverunt oculi mei, non negavi eisnec prohibui cor meum ab omni voluptate, et oblectatum est ex omnibus laboribus,et hanc ratus sum partem meam ab omnibus aerumnis meis.10 Και παν ο, τι εζητησαν οι οφθαλμοι μου, δεν ηρνηθην εις αυτους? δεν εμποδισα την καρδιαν μου απο πασης ευφροσυνης, διοτι η καρδια μου ευφραινετο εις παντας τους μοχθους μου? και τουτο ητο η μερις μου εκ παντος του μοχθου μου.
11 Cumque meconvertissem ad universa opera, quae fecerant manus meae, et ad labores, inquibus sudaveram, et ecce in omnibus vanitas et afflictio spiritus, et nihillucri esse sub sole.
11 Και παρετηρησα εγω εν πασι τοις εργοις μου τα οποια εκαμον αι χειρες μου, και εν παντι τω μοχθω τον οποιον εμοχθησα, και ιδου, τα παντα ματαιοτης και θλιψις πνευματος, και ουδεν οφελος υπο τον ηλιον.
12 Verti me ad contemplandam sapientiam et insipientiam et stultitiam: “ Quidfaciet, inquam, homo, qui veniet post regem? Id quod antea fecerunt ”.12 Και εστραφην εγω δια να παρατηρησω την σοφιαν και την μωριαν και την αφροσυνην? διοτι τι θελει καμει ανθρωπος ελθων μετα τον βασιλεα; ο, τι εκαμον ηδη.
13 Etvidi quod tantum praecederet sapientia stultitiam, quantum lux praecedittenebras.
13 Και εγω ειδον οτι η σοφια υπερεχει της αφροσυνης, καθως το φως υπερεχει του σκοτους.
14 “ Sapientis oculi in capite eius,
stultus in tenebris ambulat ”;
et didici quod unus utriusque
esset interitus.
14 Του σοφου οι οφθαλμοι ειναι εν τη κεφαλη αυτου, ο δε αφρων περιπατει εν τω σκοτει? πλην εγω εγνωρισα ετι οτι εν συναντημα θελει συναντησει εις παντας τουτους.
15 Et dixi in corde meo: “ Si unus et stulti et meus occasus erit, quid mihiprodest quod maiorem sapientiae dedi operam? ”. Locutusque cum mente mea,animadverti quod hoc quoque esset vanitas.15 Δια τουτο ειπα εγω εν τη καρδια μου, Καθως συμβαινει εις τον αφρονα, ουτω θελει συμβη και εις εμε? δια τι λοιπον εγω να γεινω σοφωτερος; οθεν εσυμπερανα παλιν εν τη καρδια μου, οτι και τουτο ειναι ματαιοτης.
16 Non enim erit memoria sapientissimiliter ut stulti in perpetuum; siquidem futura tempora oblivione cunctapariter operient: moritur doctus similiter ut indoctus.
16 Διοτι δεν θελει μενει διαπαντος η μνημη του σοφου ουδε του αφρονος? επειδη εν ταις επερχομεναις ημεραις τα παντα θελουσι πλεον λησμονηθη. Και πως θελει αποθανει ο σοφος μετα του αφρονος;
17 Et idcirco taeduit me vitae meae, quia malum mihi est, quod sub sole fit;cuncta enim vanitas et afflictio spiritus.17 Δια τουτο εμισησα την ζωην, διοτι μοχθηρα εφανησαν εις εμε τα εργα τα γενομενα υπο τον ηλιον? επειδη τα παντα ματαιοτης και θλιψις πνευματος.
18 Rursus detestatus sum omnemlaborem meum, quo sub sole laboravi, quem relicturus sum homini, qui erit postme;18 Εμισησα ετι εγω παντα τον μοχθον μου, τον οποιον ειχον μοχθησει υπο τον ηλιον? διοτι αφινω αυτον εις τον ανθρωπον οστις θελει σταθη μετ' εμε.
19 et quis scit utrum sapiens an stultus futurus sit? Et dominabitur inlaboribus meis, quibus desudavi et sollicitus fui sub sole. Hoc quoque vanitas.19 Και τις οιδεν αν θελη εισθαι σοφος η αφρων; και ομως θελει εξουσιασει επι παντος του μοχθου μου, τον οποιον εμοχθησα και εις τον οποιον εδειξα την σοφιαν μου υπο τον ηλιον? ματαιοτης και τουτο.
20 Verti me exasperans cor meum de omni labore, quo laboravi sub sole.20 Οθεν εγω στραφεις απηλπισα την καρδιαν μου περι παντος του μοχθου, τον οποιον εμοχθησα υπο τον ηλιον.
21 Namest qui laborat in sapientia et doctrina et sollicitudine, et homini, qui nonlaboraverit, dabit portionem suam; et hoc ergo vanitas et magnum malum.
21 Διοτι ειναι ανθρωπος, του οποιου ο μοχθος εσταθη εν σοφια και γνωσει και εν ορθοτητι? και ομως αφινει αυτον εις αλλον δια μεριδα αυτου, οστις δεν εκοπιασεν εις αυτον? και τουτο ματαιοτης και κακον μεγα.
22 Quid enim proderit homini de universo labore suo et afflictione cordis, quasub sole laboravit?22 Διοτι τις ωφελεια εις τον ανθρωπον απο παντος του μοχθου αυτου και απο της θλιψεως της καρδιας αυτου, εις τα οποια μοχθει υπο τον ηλιον;
23 Cuncti dies eius dolores sunt, et aerumnae occupatioeius, nec per noctem cor eius requiescit; et hoc quoque vanitas est.23 Επειδη πασαι αι ημεραι αυτου ειναι πονος, και οι μοχθοι αυτου λυπη? και την νυκτα ετι η καρδια αυτου δεν κοιμαται? ειναι και τουτο ματαιοτης.
24 Nihilmelius est homini quam comedere et bibere et ostendere animae suae bona delaboribus suis. Et hoc vidi de manu Dei esse.24 Δεν ειναι αγαθον εις τον ανθρωπον να τρωγη και να πινη και να καμνη την ψυχην αυτου να απολαμβανη καλον εκ του μοχθου αυτου; και τουτο ειδον εγω, οτι ειναι απο της χειρος του Θεου.
25 Quis enim comedet et deliciisaffluet sine eo?
25 Διοτι τις θελει φαγει και τις θελει εντρυφησει υπερ εμε;
26 Quia homini bono in conspectu suo dedit sapientiam et scientiam et laetitiam;peccatori autem dedit afflictionem colligendi et congregandi, ut tradat ei, quiplacuit Deo; sed et hoc vanitas est et afflictio spiritus.
26 Επειδη ο Θεος εις τον ανθρωπον τον αρεστον ενωπιον αυτου διδει σοφιαν και γνωσιν και χαραν? εις δε τον αμαρτωλον διδει περισπασμον, εις το να προσθετη και να επισωρευη, δια να δωση αυτα εις τον αρεστον ενωπιον αυτου? και τουτο ματαιοτης και θλιψις πνευματος.