Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Lucas 12


font
BIBLIAGREEK BIBLE
1 En esto, habiéndose reunido miles y miles de personas, hasta pisarse unos a otros, se puso a decir primeramente a sus discípulos: «Guardaos de la levadura de los fariseos, que es la hipocresía.1 Εν τω μεταξυ αφου συνηθροισθησαν αι μυριαδες του οχλου, ωστε κατεπατουν αλληλους, ηρχισε να λεγη προς τους μαθητας αυτου πρωτον? Προσεχετε εις εαυτους απο της ζυμης των Φαρισαιων, ητις ειναι υποκρισις.
2 Nada hay encubierto que no haya de ser descubierto ni oculto que no haya de saberse.2 Αλλα δεν ειναι ουδεν κεκαλυμμενον, το οποιον δεν θελει ανακαλυφθη, και κρυπτον, το οποιον δεν θελει γνωρισθη?
3 Porque cuanto dijisteis en la oscuridad, será oído a la luz, y lo que hablasteis al oído en las habitaciones privadas, será proclamado desde los terrados.3 οθεν οσα ειπετε εν τω σκοτει εν τω φωτι θελουσιν ακουσθη, και ο, τι ελαλησατε προς το ωτιον εν τοις ταμειοις θελει κηρυχθη επι των δωματων.
4 «Os digo a vosotros, amigos míos: No temáis a los que matan el cuerpo, y después de esto no pueden hacer más.4 Λεγω δε προς εσας τους φιλους μου? Μη φοβηθητε απο των αποκτεινοντων το σωμα και μετα ταυτα μη δυναμενων περισσοτερον τι να πραξωσι.
5 Os mostraré a quién debéis temer: temed a Aquel que, después de matar, tiene poder para arrojar a la gehenna; sí, os repito: temed a ése.5 Θελω δε σας δειξει ποιον να φοβηθητε? Φοβηθητε εκεινον, οστις αφου αποκτεινη, εχει εξουσιαν να ριψη εις την γεενναν? ναι, σας λεγω, τουτον φοβηθητε.
6 «¿No se venden cinco pajarillos por dos ases? Pues bien, ni uno de ellos está olvidado ante Dios.6 Δεν πωλουνται πεντε στρουθια δια δυο ασσαρια; και εν εξ αυτων δεν ειναι λελησμονημενον ενωπιον του Θεου?
7 Hasta los cabellos de vuestra cabeza están todos contados. No temáis; valéis más que muchos pajarillos.7 αλλα και αι τριχες της κεφαλης υμων ειναι πασαι ηριθμημεναι. Μη φοβεισθε λοιπον? απο πολλων στρουθιων διαφερετε.
8 «Yo os digo: Por todo el que se declare por mí ante los hombres, también el Hijo del hombre se declarará por él ante los ángeles de Dios.8 Σας λεγω δε? Πας οστις με ομολογηση εμπροσθεν των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει ομολογησει αυτον εμπροσθεν των αγγελων του Θεου?
9 Pero el que me niegue delante de los hombres, será negado delante de los ángeles de Dios.9 οστις δε με αρνηθη ενωπιον των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αρνηθη αυτον ενωπιον των αγγελων του Θεου.
10 «A todo el que diga una palabra contra el Hijo del hombre, se le perdonará; pero al que blasfeme contra el Espíritu Santo, no se le perdonará.10 Και πας οστις θελει ειπει λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως βλασφημηση κατα του Αγιου Πνευματος, εις αυτον δεν θελει συγχωρηθη.
11 Cuando os lleven a las sinagogas, ante los magistrados y las autoridades, no os preocupéis de cómo o con qué os defenderéis, o qué diréis,11 Οταν δε σας φερωσιν εις τας συναγωγας και τας αρχας και τας εξουσιας, μη μεριμνατε πως η τι να απολογηθητε, η τι να ειπητε?
12 porque el Espíritu Santo os enseñará en aquel mismo momento lo que conviene decir».12 διοτι το Αγιον Πνευμα θελει σας διδαξει εν αυτη τη ωρα τι πρεπει να ειπητε.
13 Uno de la gente le dijo: «Maestro, di a mi hermano que reparta la herencia conmigo».13 Ειπε δε τις προς αυτον εκ του οχλου? Διδασκαλε, ειπε προς τον αδελφον μου να μοιρασθη μετ' εμου την κληρονομιαν.
14 El le respondió: «¡Hombre! ¿quién me ha constituido juez o repartidor entre vosotros?»14 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, τις με κατεστησε δικαστην η μεριστην εφ' υμας;
15 Y les dijo: «Mirad y guardaos de toda codicia, porque, aun en la abundancia, la vida de uno no está asegurada por sus bienes».15 Και ειπε προς αυτους? Προσεχετε και φυλαττεσθε απο της πλεονεξιας? διοτι εαν τις εχη περισσα, η ζωη αυτου δεν συνισταται εκ των υπαρχοντων αυτου.
16 Les dijo una parábola: «Los campos de cierto hombre rico dieron mucho fruto;16 Ειπε δε προς αυτους παραβολην, λεγων? Ανθρωπου τινος πλουσιου ηυτυχησαν τα χωραφια?
17 y pensaba entre sí, diciendo: “¿Qué haré, pues no tengo donde reunir mi cosecha?”17 Και διελογιζετο εν εαυτω λεγων? Τι να καμω, διοτι δεν εχω που να συναξω τους καρπους μου;
18 Y dijo: “Voy a hacer esto: Voy a demoler mis graneros, y edificaré otros más grandes y reuniré allí todo mi trigo y mis bienes,18 Και ειπε? Τουτο θελω καμει? θελω χαλασει τας αποθηκας μου και θελω οικοδομησει μεγαλητερας και συναξει εκει παντα τα γεννηματα μου και τα αγαθα μου,
19 y diré a mi alma: Alma, tienes muchos bienes en reserva para muchos años. Descansa, come, bebe, banquetea.”19 και θελω ειπει προς την ψυχην μου? Ψυχη, εχεις πολλα αγαθα εναποτεταμιευμενα δι' ετη πολλα? αναπαυου, φαγε, πιε, ευφραινου.
20 Pero Dios le dijo: “¡Necio! Esta misma noche te reclamarán el alma; las cosas que preparaste, ¿para quién serán?”20 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος? Αφρον, ταυτην την νυκτα την ψυχην σου απαιτουσιν απο σου? οσα δε ητοιμασας, τινος θελουσιν εισθαι;
21 Así es el que atesora riquezas para sí, y no se enriquece en orden a Dios».21 Ουτω θελει εισθαι οστις θησαυριζει εις εαυτον και δεν πλουτει εις Θεον.
22 Dijo a sus discípulos: «Por eso os digo: No andéis preocupados por vuestra vida, qué comeréis, ni por vuestro cuerpo, con qué os vestiréis:22 Ειπε δε προς τους μαθητας αυτου? Δια τουτο λεγω προς εσας, Μη μεριμνατε δια την ζωην σας, τι να φαγητε, μηδε δια το σωμα, τι να ενδυθητε.
23 porque la vida vale más que el alimento, y el cuerpo más que el vestido;23 Η ζωη ειναι τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος.
24 fijaos en los cuervos: ni siembran, ni cosechan; no tienen bodega ni granero, y Dios los alimenta. ¡Cuánto más valéis vosotros que las aves!24 Παρατηρησατε τους κορακας, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν, οιτινες δεν εχουσι ταμειον ουδε αποθηκην, και ο Θεος τρεφει αυτους? ποσω μαλλον σεις διαφερετε των πτηνων.
25 Por lo demás, ¿quién de vosotros puede, por más que se preocupe, añadir un codo a la medida de su vida?25 Και τις εξ υμων μεριμνων δυναται να προσθεση εις το αναστημα αυτου μιαν πηχυν;
26 Si, pues, no sois capaces ni de lo más pequeño, ¿por qué preocuparos de lo demás?26 Εαν λοιπον ουδε το ελαχιστον δυνασθε, τι μεριμνατε περι των λοιπων;
27 Fijaos en los lirios, cómo ni hilan ni tejen. Pero yo os digo que ni Salomón en toda su gloria se vistió como uno de ellos.27 Παρατηρησατε τα κρινα πως αυξανουσι? δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι? σας λεγω ομως, ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων.
28 Pues si a la hierba que hoy está en el campo y mañana se echa al horno, Dios así la viste ¡cuánto más a vosotros, hombres de poca fe!28 Αλλ' εαν τον χορτον, οστις σημερον ειναι εν τω αγρω και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, ποσω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι.
29 Así pues, vosotros no andéis buscando qué comer ni qué beber, y no estéis inquietos.29 Και σεις μη ζητειτε τι να φαγητε η τι να πιητε, και μη ησθε μετεωροι?
30 Que por todas esas cosas se afanan los gentiles del mundo; y ya sabe vuestro Padre que tenéis la necesidad de eso.30 διοτι ταυτα παντα ζητουσι τα εθνη του κοσμου? υμων δε ο Πατηρ εξευρει οτι εχετε χρειαν τουτων?
31 Buscad más bien su Reino, y esas cosas se os darán por añadidura.31 πλην ζητειτε την βασιλειαν του Θεου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη.
32 «No temas, pequeño rebaño, porque a vuestro Padre le ha parecido bien daros a vosotros el Reino.32 Μη φοβου, μικρον ποιμνιον? διοτι ο Πατηρ σας ηυδοκησε να σας δωση την βασιλειαν.
33 «Vended vuestros bienes y dad limosna. Haceos bolsas que no se deterioran, un tesoro inagotable en los cielos, donde no llega el ladrón, ni la polilla;33 Πωλησατε τα υπαρχοντα σας και δοτε ελεημοσυνην. Καμετε εις εαυτους βαλαντια τα οποια δεν παλαιουνται, θησαυρον εν τοις ουρανοις οστις δεν εκλειπει, οπου κλεπτης δεν πλησιαζει ουδε ο σκωληξ διαφθειρει?
34 porque donde esté vuestro tesoro, allí estará también vuestro corazón.34 διοτι οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας.
35 «Estén ceñidos vuestros lomos y las lámparas encendidas,35 Ας ηναι αι οσφυες σας περιεζωσμεναι και οι λυχνοι καιομενοι?
36 y sed como hombres que esperan a que su señor vuelva de la boda, para que, en cuanto llegue y llame, al instante le abran.36 και σεις ομοιοι με ανθρωπους, οιτινες προσμενουσι τον κυριον αυτων, ποτε θελει επιστρεψει εκ των γαμων, δια να ανοιξωσιν ευθυς εις αυτον οταν ελθη και κρουση.
37 Dichosos los siervos, que el señor al venir encuentre despiertos: yo os aseguro que se ceñirá, los hará ponerse a la mesa y, yendo de uno a otro, les servirá.37 Μακαριοι οι δουλοι εκεινοι, τους οποιους ελθων ο κυριος θελει ευρει αγρυπνουντας. Αληθως σας λεγω, οτι θελει περιζωσθη και καθισει αυτους εις την τραπεζαν, και ελθων εις το μεσον θελει υπηρετησει αυτους.
38 Que venga en la segunda vigilia o en la tercera, si los encuentra así, ¡dichosos de ellos!38 Και εαν ελθη εν τη δευτερα φυλακη και εν τη τριτη φυλακη ελθη και ευρη ουτω, μακαριοι ειναι οι δουλοι εκεινοι.
39 Entendedlo bien: si el dueño de casa supiese a qué hora iba a venir el ladrón, no dejaría que le horadasen su casa.39 Τουτο δε γινωσκετε, οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης ποιαν ωραν ο κλεπτης ερχεται, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη ο οικος αυτου.
40 También vosotros estad preparados, porque en el momento que no penséis, vendrá el Hijo del hombre».40 Και σεις λοιπον γινεσθε ετοιμοι? διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου.
41 Dijo Pedro: «Señor, ¿dices esta parábola para nosotros o para todos?»41 Ειπε δε προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, προς ημας λεγεις την παραβολην ταυτην η και προς παντας;
42 Respondió el Señor: «¿Quién es, pues, el administrador fiel y prudente a quien el señor pondrá al frente de su servidumbre para darles a su tiempo su ración conveniente?42 Και ο Κυριος ειπε? Τις λοιπον ειναι ο πιστος οικονομος και φρονιμος, τον οποιον θελει καταστησει ο κυριος αυτου επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εν καιρω την διωρισμενην τροφην;
43 Dichoso aquel siervo a quien su señor, al llegar, encuentre haciéndolo así.43 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον ελθων ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως.
44 De verdad os digo que le pondrá al frente de toda su hacienda.44 Αληθως σας λεγω, οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου.
45 Pero si aquel siervo se dice en su corazón: “Mi señor tarda en venir”, y se pone a golpear a los criados y a las criadas, a comer y a beber y a emborracharse,45 Εαν δε ειπη ο δουλος εκεινος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου? και αρχιση να δερη τους δουλους και τας δουλας, και να τρωγη και να πινη και να μεθυη,
46 vendrá el señor de aquel siervo el día que no espera y en el momento que no sabe, le separará y le señalará su suerte entre los infieles.46 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου, καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των απιστων.
47 «Aquel siervo que, conociendo la voluntad de su señor, no ha preparado nada ni ha obrado conforme a su voluntad, recibirá muchos azotes;47 Εκεινος δε ο δουλος, οστις γνωρισας το θελημα του κυριου αυτου δεν ητοιμασεν ουδε εκαμε κατα το θελημα αυτου, θελει δαρθη πολυ?
48 el que no la conoce y hace cosas dignas de azotes, recibirá pocos; a quien se le dio mucho, se le reclamará mucho; y a quien se confió mucho, se le pedirá más.48 οστις ομως μη γνωρισας επραξεν αξια δαρμων, θελει δαρθη ολιγον? εις παντα δε, εις τον οποιον εδοθη πολυ, πολυ θελει ζητηθη παρ' αυτου, και εις οντινα ενεπιστευθη πολυ, περισσοτερον θελουσιν απαιτησει παρ' αυτου.
49 «He venido a arrojar un fuego sobre la tierra y ¡cuánto desearía que ya estuviera encendido!49 Πυρ ηλθον να βαλω εις την γην, και τι θελω, εαν ηδη ανηφθη;
50 Con un bautismo tengo que ser bautizado y ¡qué angustiado estoy hasta que se cumpla!50 Βαπτισμα δε εχω να βαπτισθω, και πως στενοχωρουμαι εωσου εκτελεσθη.
51 «¿Creéis que estoy aquí para dar paz a la tierra? No, os lo aseguro, sino división.51 Νομιζετε οτι ηλθον να δωσω ειρηνην εν τη γη; ουχι, σας λεγω, αλλα διαχωρισμον.
52 Porque desde ahora habrá cinco en una casa y estarán divididos; tres contra dos, y dos contra tres;52 Διοτι απο του νυν θελουσιν εισθαι πεντε εν οικω ενι διακεχωρισμενοι, οι τρεις κατα των δυο και οι δυο κατα των τριων?
53 estarán divididos el padre contra el hijo y el hijo contra el padre; la madre contra la hija y la hija contra la madre; la suegra contra la nuera y la nuera contra la suegra».53 Θελει διαχωρισθη πατηρ κατα υιου και υιος κατα πατρος, μητηρ κατα θυγατρος και θυγατηρ κατα μητρος, πενθερα κατα της νυμφης αυτης και νυμφη κατα της πενθερας αυτης.
54 Decía también a la gente: «Cuando veis una nube que se levanta en el occidente, al momento decís: “Va a llover”, y así sucede.54 Ελεγε και προς τους οχλους? Οταν ιδητε την νεφελην ανυψουμενην απο δυσμων, ευθυς λεγετε, Βροχη ερχεται, και γινεται ουτω?
55 Y cuando sopla el sur, decís: “Viene bochorno”, y así sucede.55 και οταν νοτον πνεοντα, λεγετε οτι καυσων θελει εισθαι, και γινεται.
56 ¡Hipócritas! Sabéis explorar el aspecto de la tierra y del cielo, ¿cómo no exploráis, pues, este tiempo?56 Υποκριται, το προσωπον της γης και του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τον δε καιρον τουτον πως δεν διακρινετε;
57 «¿Por qué no juzgáis por vosotros mismos lo que es justo?57 Δια τι δε και αφ' εαυτων δεν κρινετε το δικαιον;
58 Cuando vayas con tu adversario al magistrado, procura en el camino arreglarte con él, no sea que te arrastre ante el juez, y el juez te entregue al alguacil y el alguacil te meta en la cárcel.58 Ενω λοιπον υπαγεις μετα του αντιδικου σου προς τον αρχοντα, προσπαθησον καθ' οδον να απαλλαχθης απ' αυτου, μηποτε σε συρη προς τον κριτην, και ο κριτης σε παραδωση εις τον υπηρετην, και ο υπηρετης σε βαλη εις φυλακην.
59 Te digo que no saldrás de allí hasta que no hayas pagado el último céntimo.59 Σοι λεγω, δεν θελεις εξελθει εκειθεν, εωσου αποδωσης και το εσχατον λεπτον.