Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Jesaja 29


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Weh dir, Ariël, Ariël,
du Stadt, die David einst belagert hat!
Fügt nur Jahr an Jahr, feiert nur Fest auf Fest!
1 Ουαι εις την Αριηλ, την Αριηλ, την πολιν οπου κατωκησεν ο Δαβιδ? προσθεσατε ενιαυτον επι ενιαυτον? ας σφαζωσιν εορταστικας θυσιας.
2 Ich greife Ariël an,
sodass man jammert und stöhnt.
Du wirst für mich wie ein Opferherd sein.
2 Αλλ' εγω θελω στενοχωρησει την Αριηλ, και εκει θελει εισθαι βαρος και θλιψις? και εις εμε θελει εισθαι ως Αριηλ.
3 Ringsum werde ich dich belagern,
ich ziehe Gräben um dich herum
und schütte Wälle gegen dich auf.
3 Και θελω στρατοπεδευσει εναντιον σου κυκλω, και θελω στησει πολιορκιαν κατα σου με χαρακωμα, και θελω ανεγειρει φρουρια εναντιον σου.
4 Dann wirst du am Boden liegen und winseln,
deine Worte dringen dumpf aus dem Staub.Wie wenn aus der Erde ein Totengeist spricht,
so tönt deine Stimme;
deine Worte sind nur noch ein Geflüster im Staub.
4 Και θελεις ριφθη κατω, θελεις λαλει απο του εδαφους και η λαλια σου θελει εισθαι ταπεινη εκ του χωματος, και η φωνη σου εκ του εδαφους θελει εισθαι ως του εγγαστριμυθου και η λαλια σου θελει ψιθυριζει εκ του χωματος.
5 Doch wie feiner Staub wird der Haufen der Belagerer sein, wie dahinfliegende Spreu die Schar der Unterdrücker. Dann geschieht es - plötzlich, ganz plötzlich:5 Το δε πληθος των εχθρων σου θελει εισθαι ως κονιορτος και το πληθος των φοβερων ως αχυρον φερομενον υπο ανεμου? ναι, τουτο θελει γεινει αιφνιδιως εν μια στιγμη.
6 Vom Herrn der Heere wirst du mit Donner und Getöse und mit lautem Dröhnen heimgesucht, mit Wind und Wirbelsturm und mit Flammen verzehrenden Feuers.6 Θελει γεινει εις σε επισκεψις παρα του Κυριου των δυναμεων, μετα βροντης και μετα σεισμου και φωνης μεγαλης, μετα ανεμοζαλης και ανεμοστροβιλου και φλογος πυρος κατατρωγοντος.
7 Dann wird es dem Haufen all der Völker, die gegen Ariël kämpfen, all denen, die es umzingeln, belagern und bestürmen, gehen wie in einem Traum, einer nächtlichen Vision:7 Και το πληθος παντων των εθνων των πολεμουντων εναντιον της Αριηλ, παντες βεβαιως οι μαχομενοι εναντιον αυτης και των οχυρωματων αυτης και οι στενοχωρουντες αυτην θελουσιν εισθαι ως ονειρον νυκτερινου οραματος.
8 Wie wenn ein Hungriger träumt, dass er isst, dann aber aufwacht und immer noch hungrig ist, und wie wenn ein Durstiger träumt, dass er trinkt, dann aber aufwacht und immer noch matt ist und Durst hat, so wird es dem Haufen all der Völker gehen, die gegen den Berg Zion in den Krieg ziehen.8 Καθως μαλιστα ο πεινων ονειρευεται οτι ιδου, τρωγει? πλην εξεγειρεται και η ψυχη αυτου ειναι κενη? η καθως ο διψων ονειρευεται οτι ιδου, πινει? πλην εξεγειρεται και ιδου, ειναι ητονημενος και η ψυχη αυτου διψα? ουτω θελουσιν εισθαι τα πληθη παντων των εθνων των πολεμουντων εναντιον του ορους Σιων.
9 Starrt einander an und erstarrt,
seid verblendet und blind! Seid berauscht, doch nicht vom Wein,
taumelt, doch nicht vom Bier!
9 Στητε και θαυμασατε? αναβοησατε και ανακραξατε? ουτοι μεθυουσιν αλλ' ουχι υπο οινου? παραφερονται αλλ' ουχι υπο σικερα.
10 Denn der Herr hat über euch einen Geist der Ohnmacht gebracht;
er hat eure Augen [die Propheten] verschlossen und euren Kopf [die Seher] verhüllt.
10 Διοτι ο Κυριος εξεχεεν εφ' υμας πνευμα βαθεος υπνου και εκλεισε τους οφθαλμους υμων? περιεκαλυψε τους προφητας και τους αρχοντας υμων, τους βλεποντας ορασεις.
11 So wurde für euch jede Offenbarung wie die Worte in einem versiegelten Buch: Wenn man es einem Menschen gibt, der lesen kann, und zu ihm sagt: Lies es mir vor!, dann antwortet er: Ich kann es nicht lesen, denn es ist versiegelt.11 Και πασα ορασις θελει εισθαι εις εσας ως λογια εσφραγισμενου βιβλιου, το οποιον ηθελον δωσει εις τινα εξευροντα να αναγινωσκη, λεγοντες, Αναγνωθι τουτο, παρακαλω? και εκεινος λεγει, Δεν δυναμαι, διοτι ειναι εσφραγισμενον?
12 Und wenn man das Buch einem Mann gibt, der nicht lesen kann, und zu ihm sagt: Lies es mir vor!, dann antwortet er: Ich kann nicht lesen.12 και διδουσι το βιβλιον εις μη εξευροντα να αναγινωσκη και λεγουσιν, Αναγνωθι τουτο, παρακαλω? και εκεινος λεγει, δεν εξευρω να αναγινωσκω.
13 Der Herr sagte: Weil dieses Volk sich mir nur mit Worten nähert
und mich bloß mit den Lippen ehrt,
sein Herz aber fern hält von mir, weil seine Furcht vor mir
nur auf einem angelernten menschlichen Gebot beruht,
13 Δια τουτο ο Κυριος λεγει, Επειδη ο λαος ουτος με πλησιαζει δια του στοματος αυτου και με τιμα δια των χειλεων αυτου, αλλ' η καρδια αυτου απεχει μακραν απ' εμου, και με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων?
14 darum will auch ich in Zukunft an diesem Volk seltsam handeln,
so seltsam, wie es niemand erwartet. Dann wird die Weisheit seiner Weisen vergehen
und die Klugheit seiner Klugen verschwinden.
14 δια τουτο, ιδου, θελω προσθεσει να καμω θαυμαστον εργον μεταξυ τουτου του λαου, θαυμαστον εργον και εξαισιον? διοτι η σοφια των σοφων αυτου θελει χαθη και η συνεσις των συνετων αυτου θελει κρυφθη.
15 Weh denen, die ihre geheimen Pläne vor dem Herrn verbergen,
damit im Dunkel bleibt, was sie tun. Sie sagen: Wer sieht uns schon
und wer kennt uns?
15 Ουαι εις τους σκαπτοντας βαθεως δια να κρυψωσι την βουλην αυτων απο του Κυριου, και των οποιων τα εργα ειναι εν τω σκοτει, και λεγουσι, Τις βλεπει ημας; και τις εξευρει ημας;
16 Weh euch, die ihr alles verdreht.
Ist denn der Ton so viel wie der Töpfer? Sagt denn das Werk von dem, der es herstellt:
Er hat mich nicht gemacht? Oder sagt der Topf von dem Töpfer:
Er versteht nichts?
16 Ω διεστραμμενοι, ο κεραμευς θελει νομισθη ως πηλος; το πλασμα θελει ειπει περι του πλασαντος αυτο, ουτος δεν με επλασεν; η το ποιημα θελει ειπει περι του ποιησαντος αυτο, Ουτος δεν ειχε νοησιν;
17 Nur noch kurze Zeit,
dann verwandelt sich der Libanon in einen Garten
und der Garten wird zu einem Wald.
17 Δεν θελει εισθαι ετι πολυ ολιγος καιρος και ο Λιβανος θελει μεταβληθη εις καρποφορον πεδιαδα, και η καρποφορος πεδιας θελει λογισθη ως δασος;
18 An jenem Tag hören alle, die taub sind,
sogar Worte, die nur geschrieben sind,
und die Augen der Blinden sehen selbst im Dunkeln und Finstern.
18 Και εν εκεινη τη ημερα οι κωφοι θελουσιν ακουσει τους λογους του βιβλιου, και οι οφθαλμοι των τυφλων θελουσιν ιδει, ελευθερωθεντες εκ του σκοτους και εκ της ομιχλης.
19 Die Erniedrigten freuen sich wieder über den Herrn
und die Armen jubeln über den Heiligen Israels.
19 Και οι πραεις θελουσιν επαυξησει την χαραν αυτων εν Κυριω, και οι πτωχοι των ανθρωπων θελουσιν ευφρανθη δια τον Αγιον του Ισραηλ.
20 Denn der Unterdrücker ist nicht mehr da,
der Schurke ist erledigt,
ausgerottet sind alle, die Böses tun wollen,
20 Διοτι ο τρομερος εξελιπε και ο χλευαστης εξωλοθρευθη και παντες οι παραφυλαττοντες την ανομιαν εξηλειφθησαν?
21 die andere als Verbrecher verleumden,
die dem Richter, der am Tor sitzt, Fallen stellen
und den Unschuldigen um sein Recht bringen mit haltlosen Gründen.
21 οιτινες καμνουσι τον ανθρωπον πταιστην δια ενα λογον, και στηνουσι παγιδα εις τον ελεγχοντα εν τη πυλη, και με ψευδος διαστρεφουσι το δικαιον.
22 Darum - so spricht der Herr zum Haus Jakob,
der Herr, der Abraham losgekauft hat:Nun braucht sich Jakob nicht mehr zu schämen,
sein Gesicht muss nicht mehr erbleichen.
22 Οθεν ο Κυριος ο λυτρωσας τον Αβρααμ ουτω λεγει περι του οικου Ιακωβ? ο Ιακωβ δεν θελει πλεον αισχυνθη, και το προσωπον αυτου δεν θελει πλεον ωχριασει.
23 Wenn das Volk sieht, was meine Hände in seiner Mitte vollbringen,
wird es meinen Namen heilig halten. Es wird den Heiligen Jakobs als heilig verehren
und erschrecken vor Israels Gott.
23 Αλλ' οταν ιδη τα τεκνα αυτου, το εργον των χειρων μου, εν μεσω αυτου, θελουσιν αγιασει το ονομα μου και θελουσιν αγιασει τον Αγιον του Ιακωβ και θελουσι φοβεισθαι τον Θεον του Ισραηλ.
24 Dann kommen die Verwirrten zur Einsicht
und wer aufsässig war, lässt sich belehren.
24 Οι δε πλανωμενοι κατα το πνευμα θελουσιν ελθει εις συνεσιν, και οι γογγυζοντες θελουσι μαθει διδασκαλιαν.