Jesaja 17
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ausspruch über Damaskus. Seht hin: Damaskus verschwindet und wird keine Stadt mehr sein, es wird zu einem Haufen von Trümmern. | 1 Η κατα Δαμασκου ορασις. Ιδου, η Δαμασκος πεπαυμενη του να ηναι πολις, και θελει εισθαι σωρος ερειπιων. |
2 Die Städte um Aroër sind verlassen; sie gehören den Herden, die dort ungestört lagern. | 2 Αι πολεις της Αροηρ εγκατελειφθησαν? θελουσιν εισθαι δια τα ποιμνια, τα οποια θελουσιν αναπαυεσθαι εκει, και δεν θελει εισθαι ο φοβιζων. |
3 Mit dem Bollwerk von Efraim ist es zu Ende, mit dem Königreich von Damaskus. Dem Rest von Aram wird es gehen wie der Macht der Israeliten - Spruch des Herrn der Heere. | 3 Και θελει εκλειψει απο του Εφραιμ η βοηθεια και το βασιλειον απο της Δαμασκου, και το υπολοιπον της Συριας θελει γεινει ως η δοξα των υιων του Ισραηλ, λεγει ο Κυριος των δυναμεων. |
4 An jenem Tag schrumpft Jakobs Macht zusammen, das Fett seines Leibes schwindet dahin. | 4 Και εν τη ημερα εκεινη η δοξα του Ιακωβ θελει σμικρυνθη και το παχος της σαρκος αυτου θελει ισχνωθη. |
5 Dann wird es sein, wie wenn ein Schnitter die Halme packt und mit seinem Arm die Ähren abmäht. Dann wird es sein, wie wenn jemand Ähren aufliest in der Rafaïterebene: | 5 Και θελει εισθαι, ως οταν ο θεριστης συναγη τον σιτον και θεριζη τα ασταχυα δια του βραχιονος αυτου? και θελει εισθαι ως ο συναγων ασταχυα εν τη κοιλαδι Ραφαειμ. |
6 Nur ein Rest bleibt für die Nachlese übrig wie beim Abernten der Ölbäume: zwei, drei reife Oliven an den oberen Ästen des Baumes, vier oder fünf an seinen Zweigen - Spruch des Herrn, des Gottes Israels. | 6 Θελουσιν ομως μεινει εν αυτη ρωγες, ως εν τω τιναγμω της ελαιας, δυο τρεις ελαιαι επι της κορυφης των υψηλοτερων κλαδων, τεσσαρες πεντε επι των μακροτερων αυτης καρποφορων κλαδων, λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ. |
7 An jenem Tag werden die Menschen auf ihren Schöpfer blicken, ihre Augen werden auf den Heiligen Israels schauen. | 7 Εν εκεινη τη ημερα ο ανθρωπος θελει αναβλεψει προς τον Ποιητην αυτου και οι οφθαλμοι αυτου θελουσιν ενατενισει προς τον Αγιον του Ισραηλ. |
8 Sie blicken nicht mehr auf die Altäre, das Machwerk ihrer Hände, sie schauen nicht mehr auf das, was ihre Finger gemacht haben, auf die Kultpfähle und die Räucheraltäre. | 8 Και δεν θελει αναβλεψει προς τους βωμους, το εργον των χειρων αυτου, ουδε θελει σεβασθη εκεινο το οποιον εκαμον οι δακτυλοι αυτου, ουτε τα αλση ουτε τα ειδωλα. |
9 An jenem Tag sind deine befestigten Städte verlassen wie die Städte der Hiwiter und Amoriter, die man verlassen hat aus Furcht vor den Israeliten; es wird eine schaurige Öde entstehen. | 9 Εν εκεινη τη ημερα αι οχυραι πολεις αυτου θελουσιν εισθαι ως εγκαταλελειμμενος κλαδος και ακροτατον κλωναριον, το οποιον αφηκαν εξ αιτιας των υιων του Ισραηλ? και θελει εισθαι ερημωσις. |
10 Denn du hast den Gott, der dich rettet, vergessen; an den Felsen, auf dem du Zuflucht findest, hast du nicht mehr gedacht. Leg nur liebliche Gärten an, bepflanze sie mit Setzlingen aus der Fremde, | 10 Επειδη ελησμονησας τον Θεον της σωτηριας σου και δεν ενεθυμηθης τον βραχον της δυναμεως σου, δια τουτο θελεις φυτευσει ευαρεστα φυτα, και θελεις καμει την εμφυτευσιν με ξενα βλαστηματα? |
11 pfleg sie an dem Tag, an dem du sie pflanzt, lass sie wachsen an dem Morgen, an dem du sie säst: Dahin ist die Ernte am Tag deiner Krankheit und des heillosen Schmerzes. | 11 την ημεραν θελεις καμει το φυτον σου να αυξηθη, και το πρωι θελεις καμει τον σπορον σου να ανθηση πλην το θερος θελει διαρπαχθη, εν τη ημερα του πονου και της απηλπισμενης θλιψεως. |
12 Weh, welch Getöse von zahlreichen Völkern; wie das Tosen des Meeres, so tosen sie. Man hört das Toben der Nationen; wie das Toben gewaltiger Fluten, so toben sie. | 12 Ουαι εις το πληθος πολλων λαων, οιτινες καμνουσι ταραχην ως την ταραχην των θαλασσων? και εις τον θορυβον των εθνων, τα οποια θορυβουσιν ως θορυβον υδατων πολλων. |
13 [Die Nationen toben wie das Toben gewaltiger Fluten.] Doch der Herr wird ihnen drohen, dann fliehen sie weit in die Ferne, dahingejagt vom Wind wie die Spreu auf den Bergen, wie Disteln, die der Sturm vor sich herrollt. | 13 Τα εθνη θελουσι θορυβησει ως θορυβον υδατων πολλων? αλλ' ο Θεος θελει ελεγξει αυτα, και θελουσι φυγει μακραν και θελουσιν εκδιωχθη, ως το αχυρον των βουνων εμπροσθεν του ανεμου και ως κονιορτος εμπροσθεν του ανεμοστροβιλου. |
14 Am Abend herrscht plötzlich Schrecken, doch ehe es Morgen wird - verschwunden sind sie. Das ist das Schicksal derer, die uns ausplündern wollen, das Los derer, die uns berauben wollen. | 14 Προς το εσπερας, ιδου, ταραχη? και πριν της αυγης δεν υπαρχει. Αυτη ειναι η μερις των λεηλατουντων ημας και ο κληρος των διαρπαζοντων ημας. |