Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Numeri 23


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Dixitque Balaam ad Balac: “ Aedifica mihi hic septem aras et para totidem vitulos eiusdemque numeri arietes ”.1 Και ειπεν ο Βαλααμ προς τον Βαλακ, Οικοδομησον μοι ενταυθα επτα βωμους και ετοιμασον μοι ενταυθα επτα μοσχους και επτα κριους.
2 Cumque fecisset iuxta sermonem Balaam, imposuerunt vitulum et arietem super aram.2 Και εκαμεν ο Βαλακ καθως ειπεν ο Βαλααμ? και προσεφεραν ο Βαλακ και ο Βαλααμ μοσχον και κριον εφ' εκαστον βωμον.
3 Dixitque Balaam ad Balac: “ Sta paulisper iuxta holocaustum tuum, donec vadam, si forte occurrat mihi Dominus; et, quodcumque imperaverit, loquar tibi ”. Cumque abiisset in collem nudum,3 Και ειπεν ο Βαλααμ προς τον Βαλακ, Στηθι πλησιον του ολοκαυτωματος σου και εγω θελω υπαγει ισως φανη ο Κυριος εις συναντησιν μου? και ο, τι δειξη εις εμε, τουτο θελω σοι αναγγειλει. Και υπηγεν εις τοπον υψηλον.
4 occurrit illi Deus. Locutusque ad eum Balaam: “ Septem, inquit, aras erexi et imposui vitulum et arietem desuper ”.4 Και συνηντησεν ο Θεος τον Βαλααμ? και ειπε προς αυτον, Ητοιμασα τους επτα βωμους, και προσεφερα μοσχον και κριον εφ' εκαστον βωμον.
5 Dominus autem posuit verbum in ore eius et ait: “ Revertere ad Balac et haec loqueris ”.5 Και εβαλεν ο Κυριος λογον εις το στομα του Βαλααμ και ειπεν, Επιστρεψον προς τον Βαλακ, και ουτω θελεις ειπει.
6 Reversus invenit stantem Balac iuxta holocaustum suum et omnes principes Moabitarum;6 Και επεστρεψε προς αυτον, και ιδου, ιστατο πλησιον του ολοκαυτωματος αυτου, αυτος και παντες οι αρχοντες του Μωαβ.
7 assumptaque parabola sua, dixit:
“ De Aram adduxit me Balac,
rex Moabitarum de montibus orientis:
"Veni, inquit, et maledic pro me Iacob;
propera et detestare Israel!".
7 Και ηρχισε την παραβολην αυτου και ειπε, Βαλακ με εφερεν εκ της Αραμ, ο βασιλευς του Μωαβ εκ των ορεων των προς ανατολας, λεγων, Ελθε, καταρασθητι μοι τον Ιακωβ? και ελθε, αναθεματισον τον Ισραηλ.
8 Quomodo maledicam, cui non maledixit Deus?
Qua ratione detester, quem Dominus non detestatur?
8 Πως να καταρασθω τον οποιον ο Θεος δεν καταραται; η πως να αναθεματισω τον οποιον ο Κυριος δεν ανεθεματισε;
9 De summis silicibus video eum
et de collibus considero illum:
populus solus habitabit
et inter gentes non reputabitur.
9 Διοτι απο της κορυφης των ορεων βλεπω αυτον, και απο των λοφων θεωρω αυτον? ιδου, λαος, οστις θελει κατοικησει μονος, και δεν θελει λογαριασθη μεταξυ των εθνων?
10 Et quis dinumerare possit pulverem Iacob
et quis numeravit arenam Israel?
Moriatur anima mea morte iustorum,
et fiant novissima mea horum similia ”.
10 τις δυναται να αριθμηση την αμμον του Ιακωβ, και τον αριθμον του τεταρτου του Ισραηλ; ειθε να αποθανω κατα τον θανατον των δικαιων, και το τελος μου να ηναι ομοιον με το τελος αυτου.
11 Dixitque Balac ad Balaam: “ Quid est hoc, quod agis? Ut malediceres inimicis meis, vocavi te, et tu e contrario benedicis eis! ”.11 Και ειπεν ο Βαλακ προς τον Βαλααμ, Τι μοι εκαμες; δια να καταρασθης τους εχθρους μου σε παρελαβον? και ιδου, συ ευλογων ευλογησας αυτους.
12 Cui ille respondit: “ Num aliud possum loqui, nisi quod iusserit Dominus? ”.12 Ο δε αποκριθεις ειπε, Δεν πρεπει να προσεξω ο, τι ο Κυριος εβαλεν εις το στομα μου, τουτο να ειπω;
13 Dixit ergo Balac: “ Veni mecum in alterum locum, unde partem Israel videas et totum videre non possis; inde maledicito ei ”.13 Και ειπε προς αυτον ο Βαλακ, Ελθε, παρακαλω, μετ' εμου εις αλλον τοπον, οθεν θελεις ιδει αυτον? μονον την ακραν αυτου θελεις ιδει, το δε ολον αυτου δεν θελεις ιδει? και καταρασθητι μοι αυτον εκειθεν.
14 Cumque duxisset eum in campum speculatorum super verticem montis Phasga, aedificavit septem aras imposuitque supra vitulum atque arietem.14 Και εφερεν αυτον εις την πεδιαδα Ζοφιμ επι την κορυφην του Φασγα, και ωκοδομησεν επτα βωμους και προσεφερε μοσχον και κριον εφ' εκαστον βωμον.
15 Et dixit Balaam ad Balac: “ Sta hic iuxta holocaustum tuum, donec ego obvius pergam ”.15 Και ειπε προς τον Βαλακ, Στηθι αυτου πλησιον του ολοκαυτωματος σου και εγω θελω συναντησει εκει τον Κυριον.
16 Cui cum Dominus occurrisset posuissetque verbum in ore eius, ait: “ Revertere ad Balac et haec loqueris ei ”.16 Και συνηντησεν ο Κυριος τον Βαλααμ, και εβαλε λογον εις το στομα αυτου και ειπεν, Επιστρεψον προς τον Βαλακ και ειπε ουτω.
17 Reversus invenit eum stantem iuxta holocaustum suum et principes Moabitarum cum eo. Ad quem Balac: “ Quid, inquit, locutus est Dominus? ”.17 Και ηλθε προς αυτον? και ιδου, αυτος ιστατο πλησιον του ολοκαυτωματος αυτου και οι αρχοντες του Μωαβ μετ' αυτου. Και ειπε προς αυτον ο Βαλακ, Τι ελαλησεν ο Κυριος;
18 At ille, assumpta parabola sua, ait:
“ Surge, Balac, et ausculta;
audi, fili Sephor.
18 Και αρχισας την παραβολην αυτου ειπε, Σηκωθητι, Βαλακ, και ακουσον? δος ακροασιν εις εμε, συ ο υιος του Σεπφωρ?
19 Non est Deus quasi homo, ut mentiatur,
nec ut filius hominis, ut mutetur.
Numquid dixit et non faciet?
Locutus est et non implebit?
19 ο Θεος δεν ειναι ανθρωπος να ψευσθη, ουτε υιος ανθρωπου να μεταμεληθη? αυτος ειπε και δεν θελει εκτελεσει; η ελαλησε και δεν θελει εμμεινει;
20 Ad benedicendum adductus sum,
benedictionem prohibere non valeo.
20 Ιδου, ευλογιαν παρελαβον? και ευλογησε? και εγω δεν δυναμαι να μεταστρεψω αυτην.
21 Non conspicitur malum in Iacob,
nec videtur calamitas in Israel.
Dominus Deus eius cum eo est,
et clangor regis in illo.
21 Δεν εθεωρησεν ανομιαν εις τον Ιακωβ, ουδε ειδε διαστροφην εις τον Ισραηλ? Κυριος ο Θεος αυτου ειναι μετ' αυτου, και αλαλαγμος βασιλεως ειναι μεταξυ αυτων.
22 Deus eduxit illum de Aegypto,
sicut cornua bubali est ei.
22 Ο Θεος εξηγαγεν αυτους εξ Αιγυπτου? εχουσιν ως δυναμιν μονοκερωτος.
23 Non est augurium in Iacob,
nec divinatio in Israel.
Temporibus suis dicetur Iacob et Israeli
quid operatus sit Deus.
23 Βεβαιως ουδεμια γοητεια δεν ισχυει κατα του Ιακωβ, ουδε μαντεια κατα του Ισραηλ? κατα καιρον θελει λαληθη περι του Ιακωβ και περι του Ισραηλ, Τι κατωρθωσεν ο Θεος.
24 Ecce populus ut leaena consurget,
et quasi leo erigetur;
non accubabit, donec devoret praedam
et occisorum sanguinem bibat ”.
24 Ιδου, ο λαος θελει σηκωθη ως λεων, και θελει εγερθη ως σκυμνος? δεν θελει κοιμηθη εωσου φαγη το θηραμα, και πιη το αιμα των πεφονευμενων.
25 Dixitque Balac ad Balaam: “ Nec maledicas ei, nec benedicas! ”.25 Και ειπεν ο Βαλακ προς τον Βαλααμ, Μητε να καταρασθης αυτους διολου μητε να ευλογησης αυτους διολου.
26 Et ille ait: “ Nonne dixi tibi quod, quidquid mihi Dominus imperaret, hoc facerem? ”.26 Αποκριθεις δε ο Βαλααμ ειπε προς τον Βαλακ, Δεν σε ελαλησα, λεγων, Παν ο, τι μοι ειπη ο Κυριος, τουτο πρεπει να καμω;
27 Et ait Balac ad eum: “ Veni, et ducam te ad alîum locum, si forte placeat Deo, ut inde maledicas ei ”.27 Και ειπεν ο Βαλακ προς τον Βαλααμ, Ελθε, παρακαλω, θελω σε φερει εις αλλον τοπον, ισως θελει αρεσει εις τον Θεον να μοι καταρασθης αυτον εκειθεν.
28 Cumque duxisset eum super verticem montis Phegor, qui respicit solitudinem,28 Και εφερεν ο Βαλακ τον Βαλααμ επι την κορυφην του Φεγωρ, το οποιον βλεπει προς Γεσιμων.
29 dixit ei Balaam: “ Aedifica mihi hic septem aras et para totidem vitulos eiusdemque numeri arietes ”.29 Και ειπεν ο Βαλααμ προς τον Βαλακ, οικοδομησον μοι ενταυθα επτα βωμους και ετοιμασον μοι ενταυθα επτα μοσχους και επτα κριους.
30 Fecit Balac, ut Balaam dixerat, imposuitque vitulos et arietes per singulas aras.
30 και εκαμεν ο Βαλακ ως ειπεν ο Βαλααμ και προσεφερε μοσχον και κριον εφ' εκαστον βωμον.