Jesaja 20
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 [] | 1 Εν τω ετει καθ' ο ο Ταρταν ηλθεν εις την Αζωτον, οτε απεστειλεν αυτον ο Σαργων βασιλευς της Ασσυριας και επολεμησε κατα της Αζωτου και εκυριευσεν αυτην, |
2 Der Herr hatte durch Jesaja, den Sohn des Amoz gesprochen und gesagt: Geh, leg dein Bußgewand ab und zieh deine Schuhe aus! Jesaja hatte es getan und war nackt und barfuß umhergegangen. In dem Jahr nun, in dem im Auftrag des Königs Sargon von Assur ein Feldherr nach Aschdod kam, es belagerte und eroberte, | 2 κατα τον αυτον καιρον ελαλησεν ο Κυριος προς Ησαιαν τον υιον του Αμως, λεγων, Υπαγε και λυσον τον σακκον απο της οσφυος σου και εκβαλε τα σανδαλια σου απο των ποδων σου. Και εκαμεν ουτω, περιπατων γυμνος και ανυποδητος. |
3 sagte der Herr: Dass mein Knecht Jesaja drei Jahre lang nackt und barfuß umherging, ist ein (warnendes) Zeichen und Sinnbild für Ägypten und Kusch: | 3 Και ειπε Κυριος, Καθως ο δουλος μου Ησαιας περιεπατει γυμνος και ανυποδητος τρια ετη, δια σημειον και τεραστιον κατα της Αιγυπτου και κατα της Αιθιοπιας, |
4 So werden die gefangenen Ägypter und die aus ihrer Heimat vertriebenen Kuschiter, Jung und Alt, vom König von Assur nackt und barfuß weggeführt - mit entblößtem Gesäß, zur Schande Ägyptens. | 4 ουτως ο βασιλευς της Ασσυριας θελει απαγαγει τους Αιγυπτιους δεσμιους και τους Αιθιοπας αιχμαλωτους, νεους και γεροντας, γυμνους και ανυποδητους, με γυμνα μαλιστα τα οπισθια αυτων, προς καταισχυνην της Αιγυπτου. |
5 Dann wird man erschrecken und sich schämen, weil man nach Kusch Ausschau gehalten und mit Ägypten geprahlt hat. | 5 Και θελουσι τρομαξει και εντραπη δια την Αιθιοπιαν, το θαρρος αυτων? και δια την Αιγυπτον, το καυχημα αυτων. |
6 Und die Bewohner der Küstenstädte werden an jenem Tag sagen: Seht, so geht es denen, nach denen wir Ausschau hielten und zu denen wir flohen, um Hilfe und Rettung vor dem König von Assur zu finden. Wie können dann wir noch entkommen? | 6 Και οι κατοικοι του τοπου τουτου θελουσι λεγει εν εκεινη τη ημερα, Ιδου, τοιουτον ειναι το καταφυγιον ημων, εις το οποιον καταφευγομεν προς βοηθειαν, δια να ελευθερωθωμεν απο του βασιλεως της Ασσυριας? και πως ημεις θελομεν σωθη; |